Η αντιμετώπιση των εθνικών θεμάτων από τα ελληνικά κόμματα: Σκοπιανό – Τουρκικό – Αλβανικό
Υπό του
Δρος ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΓΟΥΝΑΡΗ
Εμπειρογνώμονος, Πρεσβευτού ε.τ.,
Διδάκτορος του Πανεπιστημίου του Βερολίνου (FU Berlin)
Τα εθνικά θέματα είναι πάντα κάτι που δεν πρέπει να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης για καθαρά κομματικούς στόχους. Για όλα τα άλλα θέματα μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι είναι επιτρεπτή κάποια πολιτικοποίηση αυτών.
Στην Ελλάδα παρατηρείται, εν αντιθέσει με άλλα κράτη, το εξής: Ένα κόμμα, όταν γίνεται αντιπολίτευση μετά από δημοκρατικές εκλογές, από την πρώτη κιόλας ημέρα ζητά την παραίτηση της εκλεγμένης κυβέρνησης και γενικά του πλειοψηφήσαντος κόμματος και ζητά συγχρόνως τη διενέργεια νέων εκλογών. Ιδιαίτερα παρατηρήθηκε το φαινόμενο αυτό κατά τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, με αποτέλεσμα την επικράτηση μιας έντασης στην πολιτική ζωή της χώρας.
Το κακό είναι ότι η ένταση αυτή είχε δυσμενείς επιπτώσεις και στην αντιμετώπιση των καθαρά εθνικών θεμάτων, με αποτέλεσμα η εκλεγμένη δημοκρατικά κυβέρνηση να παρασύρεται πολλές φορές σε αυταρχικές πολιτικές και σε πλημμελή ενημέρωση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Τέτοιες πολιτικές οδηγούν με τη σειρά τους σε μια πόλωση της πολιτικής ζωής και στη δημιουργία έκρυθμων καταστάσεων και διχασμού, όπως κατά τη διάρκεια της βενιζελικής ενημέρωσης της τότε αντιπολίτευσης για τα διαδραματιζόμενα στη Μικρά Ασία, με αποτέλεσμα την καταστροφή του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας το 1922 – 1923.
Ακολούθησαν εκτελέσεις και φυλακίσεις πολιτικών αντιπάλων ως δήθεν υπαιτίων της Μικρασιατικής Καταστροφής, όπως η κτηνώδης εκτέλεση των έξι μετά τη στημένη δίκη παρωδίας, κάτι για το οποίο ευθύνεται κυρίως ο Ελευθέριος Βενιζέλος και στη συνέχεια, ως ανταπόδοση, εκτελέσεις και φυλακίσεις στρατιωτικών και πολιτικών της αντιθέτου παρατάξεως. Τέτοιες έκρυθμες καταστάσεις στο παρελθόν οδήγησαν στον ελληνικό εμφύλιο του 1944 – 1949, στη στρατιωτική δικτατορία του 1967 – 1974, στο πραξικόπημα στην Κύπρο και τελικά στην τουρκική εισβολή και κατοχή του 30% της Κύπρου.
Στη σημερινή εποχή, οι αντιθέσεις των ελληνικών κομμάτων αφορούν όχι μόνο την οικονομική κρίση αλλά και την αντιμετώπιση των εθνικών θεμάτων, όπως είναι το Σκοπιανό και οι τουρκικές ενέργειες.
Ενώ θα έπρεπε να υπάρχει σύμπνοια στα εθνικά θέματα, υπάρχει μια καχυποψία μεταξύ της κυβερνήσεως και των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε τη συμπεριφορά υπουργών και υφυπουργών της σημερινής κυβέρνησης, που έφτασαν στο σημείο να ονομάσουν τους υπέρ το 1.000.000 διαδηλωτές στα συλλαλητήρια στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα για τη Μακεδονία ως «ακροδεξιούς και φασίστες», χωρίς ένα ίχνος ντροπής, αγνοώντας ότι οποιαδήποτε συμφωνία για το όνομα των Σκοπίων με το όνομα «Μακεδονία» ή παράγωγα αυτού βρίσκει την αντίθεση όλων των Ελλήνων. Βέβαια, η πολιτική για το Σκοπιανό είχε αρχίσει επισήμως το 2008, με άλλες κυβερνήσεις της σημερινής αντιπολίτευσης, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να συνεχίσει την ίδια τακτική!
Πώς αντιμετωπίζονται από τη σημερινή κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης οι τουρκικές επιθετικές ενέργειες και απειλές; Η κυβέρνηση απαντά στις χιτλερικές δηλώσεις του Προέδρου Ερντογάν και των υπουργών του με σαφήνεια και παλικαρίσιο τρόπο, ιδιαίτερα με τις δηλώσεις του υπουργού Αμύνης κ. Π. Καμμένου, ενώ η αντιπολίτευση συνιστά ηρεμία και περισυλλογή! Ιδιαίτερα τη στάση αυτή τηρεί το ΠΑΣΟΚ και οι συνοδοιπόροι του. Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε τη διαφορετική θέση από το κόμμα της ΝΔ που τηρεί ο κ. Β. Κικίλιας, θέση παλικαρίσια και σωστή. Δεν είμεθα υπέρ ενός πολέμου, ούτε υπέρ ενός εφησυχασμού, τώρα που πλησιάζει αμερικανογαλλοβρετανική επέμβαση στη Συρία, με όποιες επιπτώσεις!
Ο Ερντογάν βλέπει πλέον ότι πλησιάζει ο διαμελισμός της Τουρκίας και οδηγείται σε μια μάταιη προσπάθεια να ματαιώσει αυτά που δεν ματαιώνονται.
Οποιαδήποτε άλλο τουρκικό κόμμα και αν έλθει στην εξουσία δεν μπορεί να αλλάξει αυτά που έρχονται.
Η ρωσοτουρκική «φιλία» δεν πρόκειται να επιφέρει αλλαγή της μοίρας του σημερινού τουρκικού κράτους. Οι υφαρπαγές Γκιουλενιστών και οι γκανγκστερικές πολιτικές του Ερντογάν δεν μπορούν να αλλάξουν κάτι! Ο εξευτελισμός των τούρκων αξιωματικών από τον Ερντογάν κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος το 2016 είναι κάτι που δεν μπορούν να ξεχάσουν οι τούρκοι αξιωματικοί και θα αντιδράσουν!
Ήδη οι μεγάλες δυνάμεις μελετούν τα πρακτικά της Συνθήκης των Σεβρών του 1920 όσον αφορά την ανεξαρτησία του κουρδικού κράτους και των ανατολικών συνόρων της Τουρκίας, ιδιαίτερα τώρα με τους νέους προσανατολισμούς του Ερντογάν.
Από την άλλη πλευρά έχουμε την Αλβανία, που ζητά την αναθεώρηση της Συμφωνίας του 1990 για την οριοθέτηση των μεταξύ των δύο κρατών θαλασσίων ζωνών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη στη χάραξη τα δικαιώματα των Διαποντίων Νήσων, κατόπιν βέβαια τουρκικής υποδείξεως, προκειμένου κάτι τέτοιο να έχει επίπτωση όσον αφορά το Καστελλόριζο και τη συστάδα των υπολοίπων ελληνικών νησιών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου προς όφελος της Τουρκίας!
Η Συμφωνία του 1990 είναι δίκαιη και σωστή και δεν μπορεί να αλλάξει! Καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να συναινέσει σε κάτι τέτοιο. Ευτυχώς, στο θέμα αυτό υπάρχει σύμπνοια των κομμάτων.
Οι καιροί είναι άδηλοι, γι’ αυτό απαιτείται σύμπνοια και κοινή εθνική γραμμή σε όλα τα εθνικά θέματα.