Πάλι τα χημικά όπλα ως άλλοθι για εξωτερική επέμβαση

Πάλι τα χημικά όπλα ως άλλοθι για εξωτερική επέμβαση

Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ  ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.


Τα χημικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν ως πρόσχημα για την επέμβαση στο Ιράκ και την ανατροπή του τότε Προέδρου Σαντάμ Χουσεΐν. Έγινε μια ενορχηστρωμένη εκστρατεία για την ύπαρξη δήθεν μεγάλων ποσοτήτων χημικών όπλων και για τον κίνδυνο που α­ντιπροσώπευαν, εφόσον μάλιστα ο Σαντάμ Χουσεΐν είχε στο ενεργητικό του τη χρήση χημικών όπλων κατά των Κούρδων του Ιράκ στο παρελθόν. Ματαίως ο ίδιος διαμαρτυρόταν και ισχυριζόταν ότι είχε συμμορφωθεί με το σχετικό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας και είχε καταστρέψει όλα τα αποθέματα που κατείχε.

Εκ των υστέρων απεδείχθη ότι πράγματι ο Σαντάμ Χουσεΐν δεν είχε πλέον χημικά όπλα. Αμερικανοί και Βρετανοί, που πρωτοστάτησαν στην επέμβαση στο Ιράκ, δεν είχαν καμιά απόδειξη για την ύπαρξη χημικών όπλων στο Ιράκ. Ισχυρίσθηκαν όμως το αντίθετο στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Οι ισχυρισμοί ήταν απαραίτητοι, ως πρόσχημα, για να δικαιολογήσουν στη διεθνή κοινή γνώμη και στην κοινή γνώμη των χωρών τους την επέμβαση στο Ιράκ και να της φορέσουν τον μανδύα της ανθρωπιστικής δήθεν επιχειρήσεως.

Οι ίδιοι δεν δίστασαν αργότερα να χρησιμοποιήσουν το ίδιο πρόσχημα στην αρχή του πολέμου στη Συρία, για να προκαλέσουν Αμερικανική και Νατοϊκή επέμβαση. Η αποδοχή, από τον Άσαντ, της καταστροφής των χημικών όπλων που κατείχε αφαίρεσε το πρόσχημα από τους επίδοξους πρωτεργάτες της επεμβάσεως και την απεσόβησε. Από τότε είχε καταστεί σαφές, σε όσους ήθελαν να δουν ποια ήταν τα πραγματικά γεγονότα, ότι η προβοκάτσια των χημικών όπλων ήταν μέρος του οπλοστασίου και των μεθόδων εκείνων που είχαν αναλάβει τη διεξαγωγή του υβριδικού πολέμου στη Συρία, με πρωταγωνιστικό ρόλο τριών περιφερειακών χωρών: Της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και της Τουρκίας.

Το σκηνικό είναι σήμερα πολύ διαφορετικό. Οι τρεις παλιοί τοπικοί συνεταίροι διεσπάσθησαν. Το Ισλαμικό Κράτος ουσιαστικά συνετρίβη. Το παλιό όμως πρόβλημα, που υπεκίνησε τον πόλεμο, οι γεωπολιτικοί δηλαδή ανταγωνισμοί στην περιοχή, παραμένει. Η συμμαχία της Ρωσίας, του Ιράν και των Χεσμπολάχ του Λιβάνου, που στήριξε το καθεστώς Άσαντ, κέρδισε ουσιαστικά τον πόλεμο. Η συμμαχία των ΗΠΑ με τους ακραίους Ισλαμιστές εξέθεσε και δυσφήμησε την πολιτική τους και τις ανάγκασε να αναζητήσουν εναλλακτικές πολιτικές προς την κατεύθυνση του πολέμου κατά των πρώην συμμάχων τους, που αυτονομήθηκαν και επεδίωξαν τους δικούς τους στόχους.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε η συμμαχία Αμερικανών και Κούρδων στη Συρία, σε συνδυασμό με τις πάγιες Αμερικανικές πολιτικές για προσεταιρισμό των Κούρδων της περιοχής ως παράγοντα ανακατατάξεως των γεωπολιτικών συσχετισμών. Η συμμαχία αυτή έφερε σε ρήξη την Ουάσινγκτον με το καθεστώς Ερντογάν, που βλέπει στον Κουρδικό παράγοντα κίνδυνο διαμελισμού της Τουρκίας.

Επιπλέον, το καθεστώς Ερντογάν άγεται από την ιδέα ότι, στη σημερινή περίοδο γεωπολιτικής ρευστότητας και ανακατατάξεων, η Τουρκία είτε θα συρρικνωθεί είτε θα επεκταθεί. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να παραμείνει αδρανής. Αντιθέτως, πρέπει να συμμετάσχει ενεργώς στις εξελίξεις, με στόχο να επωφεληθεί και να επεκταθεί. Η ιδέα αυτή συναρμόζεται με τη γενικότερη ιδεολογία του καθεστώτος για αυτοκρατορική παλινόρθωση και επέκταση, με σημαία το Ισλάμ, την ίδια που είχε στο παρελθόν και η Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Άγκυρα επιδίδεται στο γνωστό παιχνίδι ισορροπιών μεταξύ των δύο μεγάλων, μη διστάζοντας να συνταχθεί με τη Ρωσία και το Ιράν για να αντιταχθεί στους Αμερικανούς στο θέμα των Κούρδων και καιροφυλακτώντας ταυτόχρονα να αναστρέψει πάλι την πολιτική της, εάν της προσφερθούν ανταλλάγματα. Είναι γνωστό προς ποιες κατευθύνσεις εγείρει αξιώσεις και διεκδικήσεις. Ελλάδα και Κύπρος πρέπει γι’ αυτό να επαγρυπνούν και να μην αιφνιδιασθούν από ενδεχόμενο παζάρι Ουάσινγκτον και Άγκυρας, πίσω από την πλάτη τους, στον βωμό της αποκαταστάσεως των σχέσεων της Τουρκίας με την Ουάσινγκτον και το ΝΑΤΟ και της αποτροπής της μονιμότερης διολισθήσεώς της προς τη Μόσχα και το Ιράν.

Το επίκεντρο των ανταγωνισμών στη σημερινή φάση του πολέμου στη Συρία είναι η Ρωσική και η ιρανική επιρροή στη Συρία και στην ευρύτερη περιοχή. Η Αμερικανική πλευρά, επικεφαλής ενός συνασπισμού, διεκδικεί μερίδιο από τη νίκη και την ανάλογη επιρροή στη Συρία. Το βαθύ Αμερικανικό κράτος, που είχε χειραγωγήσει αρχικά τον πόλεμο στη Συρία, σε συνεργασία με τους τοπικούς συμμάχους του και το οποίο αντιμάχεται και τον Πρόεδρο Τραμπ, προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τον ακραίο και εκρηκτικό χαρακτήρα του Αμερικανού Προέδρου για να τον εξωθήσει προς μια επιθετική πολιτική στη Μέση Ανατολή, προβάλλοντας, σ’ επίπεδο παροξυσμού και υστερίας, το θέμα του Ρωσικού ανταγωνισμού.

Επανήλθε, για τον λόγο αυτό, το πρόσχημα των χημικών όπλων, που θεωρείται δοκιμασμένο όπλο για τη δικαιολόγηση μιας επεμβάσεως. Σε πρώτη φάση θα είχε ως στόχο την ανακοπή της Συριακής επιθέσεως στην Ανατολική Γκούτα, κοντά στη Δαμασκό, που ήταν το πιο ισχυρό και επικίνδυνο οχυρό των Ισλαμιστών κοντά στη Δαμασκό. Η γειτνίασή του με τη Συριακή πρωτεύουσα το καθιστούσε πρώτη επιλογή για ένα ισχυρό και αιφνιδιαστικό πλήγμα κατά του καθεστώτος Άσαντ. Η επιτυχία της Συριακής επιθέσεως και η ανεύρεση μεγάλων ποσοτήτων χημικών όπλων στα χέρια των Ισλαμιστών εξέθεσε την προετοιμαζόμενη σκευωρία και απέτρεψε την επέμβαση.

Η υπόθεση Σκριπάλ στο Λονδίνο λειτούργησε ως υποκατάστατο για την επιδείνωση του ψυχροπολεμικού κλίματος και τη συ­ντήρηση του κινδύνου των χημικών όπλων. Η κορύφωση της κρίσεως, με την ακραία ρητορική Τραμπ, εισήλθε πάλι σε ύφεση με τις νέες δηλώσεις του ιδίου αλλά και ψυχραιμότερη ίσως εκτίμηση των γεγονότων. Ποιο θα ήταν, π.χ., το αποτέλεσμα, εάν οι εκτοξευόμενοι πύραυλοι καταρρίπτονταν επιτυχώς;

Ποιες θα ήταν επίσης οι εντυπώσεις διεθνώς, εάν επαληθευθούν οι πληροφορίες ότι στον καταγγελλόμενο τόπο του εγκλήματος των χημικών όπλων, την πόλη Ντούμα της Συρίας, συνελήφθησαν αρκετοί Βρετανοί κομάντος, που συνεργάζονταν με τους ακραίους Ισλαμιστές;
Ας ελπίσουμε ότι οι εξελίξεις αυτές θα συνεργήσουν προς μια αποκλιμάκωση, αν και οι κίνδυνοι και οι βασικές αιτίες ανταγωνισμού παραμένουν ακέραιοι.

Φωτο: dramini.gr


Σχολιάστε εδώ