Πάει για πρωθυπουργός αλλά και για Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Σαμαράς
Αυτός είναι ο στόχος της πρότασής του, ότι το Κίνημα Αλλαγής είναι ο απαραίτητος εταίρος της ΝΔ
-Άνω – κάτω κάνει την παράταξη για δεύτερη φορά, προς μεγάλη χαρά του Τσίπρα
Ανέλπιστο δώρο προς την κυβέρνηση και τον Αλ. Τσίπρα συνιστά η πρόταση του Αντ. Σαμαρά να χρίσει ως «απαραίτητο εταίρο» το Κίνημα Αλλαγής, κάνοντας για μία ακόμη φορά άνω-κάτω τη Νέα Δημοκρατία.
Με μοναδικό στόχο να εξυπηρετήσει τις προσωπικές – πολιτικές φιλοδοξίες του, που δεν είναι άλλες από την επιστροφή στην πρωθυπουργία κι εναλλακτικά την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η πρωτοβουλία του -σε ανύποπτο μάλιστα χρόνο- να ορίσει το πλαίσιο των μετεκλογικών κινήσεων (συνεργασία με το Κίνημα Αλλαγής) του Κυρ. Μητσοτάκη προκάλεσε ποικίλες (αλυσιδωτές) αντιδράσεις και… αναπόφευκτα ένα νέο κύμα εσωστρέφειας στην παράταξη. Αξιοποιήθηκε δε δεόντως από την πλευρά της κυβέρνησης, που κινήθηκε στη λογική ότι ο πρώην πρωθυπουργός «καπελώνει» και «υπονομεύει» τον Κυρ. Μητσοτάκη.
Την ίδια στιγμή, ξεκάθαρα αρνητική ήταν η απάντηση από το Κίνημα Αλλαγής, όπου υπενθύμιζαν την πρόσφατη απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου για αυτόνομη πορεία και μη συμμετοχή σε μέτωπα που όψιμα διαγωνίζονται να συγκροτήσουν ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία. Με την παρέμβασή του ο κ. Σαμαράς αφενός «δικαιώνει» τους επικριτές του, που τον κατηγορούν ότι κινεί τα νήματα στο παρασκήνιο κι ασκεί «εποπτεία» στον κ. Μητσοτάκη, και αφετέρου υπονομεύει τον στόχο της Νέας Δημοκρατίας για τις επόμενες εκλογές, που δεν είναι άλλος από την καθαρή νίκη και την αυτοδυναμία.
Ορίζοντας ως αναγκαία και αναπότρεπτη τη συνεργασία, μετεκλογικά, της Νέας Δημοκρατίας με το Κίνημα Αλλαγής, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, ο κ. Σαμαράς δεν επιδιώκει απλά μια… επανάληψη της κυβέρνησης της περιόδου 2012 – 2014, αλλά αποσκοπεί στο να διαμορφώσει τις κατάλληλες συνθήκες για την ευόδωση των προσωπικών του φιλοδοξιών. Οι οποίες είναι δύο:
Αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας να σχηματίσει κυβέρνηση με το Κίνημα Αλλαγής με πρωθυπουργό τον… ίδιο.
Θεωρεί ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν θα σταθεί εμπόδιο σε μια τέτοια εξέλιξη, ενώ μέσω των Β. Βενιζέλου – Ανδρ. Λοβέρδου θα καταφέρει να εξασφαλίσει το «ναι» από το Κίνημα Αλλαγής.
Ο δεύτερος στόχος του φτάνει στις αρχές του 2020 και στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, αξίωμα που αποτελεί τον διακαή πόθο του κ. Σαμαρά.
Στόχος που, κατά την άποψή του, θα καταστεί εφικτός σε περίπτωση κυβερνητικής συνεργασίας της Νέας Δημοκρατίας με το Κίνημα Αλλαγής και με δεδομένο (;) -κατά την εκτίμησή του- ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν θα συμφωνήσει στην ανανέωση της θητείας του Πρ. Παυλόπουλου.
Η θέση του πρώην πρωθυπουργού για μετεκλογική συνεργασία με το Κίνημα Αλλαγής, όπως αυτή διατυπώθηκε σε άρθρο του σε κυριακάτικη εφημερίδα («Καθημερινή»), προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας. Ανέφερε δε μεταξύ άλλων: «Η υπέρβαση που χρειαζόμαστε σήμερα είναι μεταρρυθμιστική, πατριωτική, δημοκρατική και αξιακή. Όλα έχουν ήδη ξεκινήσει την περίοδο 2012-14. Το Κίνημα Αλλαγής είναι απαραίτητος εταίρος αυτής της μεγάλης σύγκλισης. Άλλωστε έχουμε πια κοινό έργο να υπερασπιστούμε…».
Στη συνέχεια στρέφει τα πυρά του προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ: «Προσοχή όμως: δεν πρέπει, χτυπώντας όλοι μαζί τον ΣΥΡΙΖΑ, να δημιουργηθεί η ψεύτικη εικόνα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δήθεν κόμμα αντισυστημικό. Δεν είναι! Στην πραγματικότητα είναι το πιο πειθήνιο όργανο ενός συστήματος που χρεοκόπησε. Είναι ο πιο πιστός εκφραστής ενός συστήματος που αργοπεθαίνει. Δεν πρέπει να τον αναδείξουμε σε ‘‘πόλο αντισυσπείρωσης’’. Πρέπει να τον απομονώσουμε και να τον καταδικάσουμε στη συνείδηση όλης της κοινωνίας. Αλλά μην κάνετε λάθος: για να υπάρξει αληθινή υπέρβαση και αποτελεσματική σύγκλιση, το παλιό που εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ηττηθεί στρατηγικά! Και οριστικά…».
Όπως προαναφέραμε, η πρόταση του κ. Σαμαρά προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, οι μόνοι ωστόσο που δημοσιοποίησαν τις αντιρρήσεις τους ήταν ο Ν. Κακλαμάνης και ο Ν. Δένδιας, οι οποίοι κινήθηκαν στη λογική ότι ο στόχος της παράταξης πρέπει να είναι η νίκη στις εκλογές και η αυτοδυναμία. Όλοι οι υπόλοιποι αντιρρησίες περιορίστηκαν να… γκρινιάζουν στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους, από φόβο μην μπουν στο στόχαστρο της ηγεσίας και κατηγορηθούν ότι με τη στάση τους τροφοδοτούν την εσωστρέφεια. Εξίσου ισχνή ήταν και η υποστήριξη προς τον κ. Σαμαρά.
Μόνον δύο, ο Άδ. Γεωργιάδης και ο Ν. Μηταράκης, τάχθηκαν υπέρ του σκεπτικού ότι οι απόψεις των δύο κομμάτων στα μείζονα ζητήματα ταυτίζονται, όπως είπε χαρακτηριστικά ο αντιπρόεδρος. Το γεγονός ότι βουλευτές όπως οι Δ. Σταμάτης, Άννα Ασημακοπούλου κ.ά., που κινούνται στον στενό πυρήνα των υποστηρικτών του πρώην πρωθυπουργού, δεν πήραν θέση πιθανότατα έχει να κάνει με ζητήματα τακτικής.
Η παρέμβαση του κ. Σαμαρά προκάλεσε έντονο εκνευρισμό στα ηγετικά κλιμάκια και στο στενό επιτελείο του κ. Μητσοτάκη. Αν κι ο τελευταίος έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι ακόμη κι αν εξασφαλίσει την αυτοδυναμία θα επιδιώξει πολιτικές συγκλίσεις και συνεργασίες, ο τρόπος που έθεσε το θέμα ο πρώην πρωθυπουργός ήταν άκομψος και από πολιτική άποψη παράδοξος. «Όταν θέτεις ως αναγκαία τη συνεργασία με το Κίνημα Αλλαγής είναι σαν να αμφισβητείς εμμέσως τη δυνατότητα της Νέας Δημοκρατίας να πετύχει την αυτοδυναμία», σχολίαζε στενός συνεργάτης του κ. Μητσοτάκη. «Τέτοιου είδους τοποθετήσεις θολώνουν το πολιτικό στίγμα που εκπέμπει η παράταξη και προκαλεί σύγχυση στους ψηφοφόρους», σημείωνε. Παρά ταύτα, η Πειραιώς επέλεξε να κρατήσει χαμηλούς τόνους, χαρακτηρίζοντας δε… «ελαφρώς υπερβολικές» ορισμένες ερμηνείες ως προς τις πραγματικές προθέσεις του πρώην πρωθυπουργού.
«Όχι» από το Κίνημα Αλλαγής
Ως πολιτική ήττα όχι μόνον του Αντ. Σαμαρά αλλά και του Β. Βενιζέλου, που είναι ένθερμος υποστηρικτής της πρότασης για συνεργασία, συνιστά η αρνητική απάντηση από το Κίνημα Αλλαγής. Η απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες και… υψηλές προσδοκίες.
Πρώτον, επιμένει στον αυτόνομο ρόλο του Κινήματος και σε πρωτοβουλίες για θέματα που απαιτούν εθνική συνεννόηση, όπως η συνταγματική αναθεώρηση. Δεύτερον, υπογραμμίζει ότι η εθνική συνεννόηση δεν πρέπει να συγχέεται με τις επιλογές για κυβερνητικές συνεργασίες. Αντίθετα, θετικός στην προοπτική μιας νέας κυβερνητικής συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία δήλωσε ο Ανδρ. Λοβέρδος.