ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΤΑ ΦΟΒΑΜΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΠΑΜΕ
Του
Μιχάλη Φιοράντε
Μέσα στό γλυκοχάραμα
πού σβήνει η Σελήνη
σκέφτομαι καί τά ρούχα μου
ρέ, ποιός θά μού τά πλύνει.
•••
Τελείωσε ο σάπωνας
καί τό νερό επίσης,
είς δέ τόν Πύργο τόν Λευκό
κλείσου καί μήν μιλήσεις.
•••
Έξω περνούν οι φάλαγγες
καί έχουν ανά χείρας
έναν στεγνό λογαριασμό
-σάς ομιλώ έκ πείρας.
•••
«Γιατί φωνάζεις γιά νερό
καί όχι γιά χρυσάφι
δημιουργώντας μέ κραυγές
όσα ο νούς σου γράφει.
•••
»Εδώ οι Τράπεζες μιλούν
σιωπηλά καί μπάσα
κι εσύ μιλάς γιά ύδατα
μέ βρώμικη ανάσα»
•••
Φόρο καί στήν αναπνοή
κραυγάζουν πώς θά βάλουν,
φοβάμαι πώς τό σάλιο μου
μέ ράβδο θά προσβάλλουν.
•••
Μά άν τό σάλιο μου χαθεί
καί τότε ποιόν θά φτύσω
-έχω μαράζι ώς Γραικός
ηρωικά νά ζήσω.
•••
Στήν ανυδρία σήπομαι
τά ρούχα μου βρωμάνε
φεύγω γιά τό Γεντί Κουλέ
πρίν προό εκεί μέ πάνε.
•••
Βρώμα ζωή, αχάριστη
μία ζωή πληρώνω
καί μέ τά ρούχα μου μαζί
σαπίζω: Άλλως λιώνω.
(…)
Ο νους μου είς τήν ερημιά
καί πέρα κάτι πλοία
στρατιώτες μεταφέρουνε
μέ δίχως πανοπλία.
•••
Υπάρχει λένε κίνδυνος
πώς κάτι Μουσουλμάνοι
δέν θά αφήσουνε χωριό
μά ούτε καί λιμάνι.
•••
Οι σύμμαχοί μας άφαντοι
μόνο κάτι ρεκλάμες
ποιούνε τήν αντίσταση
χτυπώντας τίς παλάμες.
•••
Χειροκροτούνε δηλαδή
μή κάθε Ανατολίτης
θά υποσκάψει τά νερά
ώς ψάρι καί ώς δύτης.
•••
Πέρα τό Καστελλόριζο
εδώθε τό Αιγαίο
αίσθημα μοιρολατρικό
πάντως αγνό, πηγαίο.
•••
Μπορεί νά ’μαι ολόγυμνος
ώς άγαλμα, σάς λέω,
αυτή είναι η Δόξα μου
στά πέλαγά της πλέω.
•••
«Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη
περπατώντας η Δόξα μονάχη
μελετά τα λαμπρά παλικάρια
και στην κόμη στεφάνι φορεί
γεναμένο από λίγα χορτάρια
που είχαν μείνει
στην έρημη γη».
……………………………………
Δέν περνάμε δύσκολες μέρες, ΟΧΙ.
Απλώς μάς χαρίζουν τήν ζωή
καί τούς ευχαριστούμε.
Εννοώ τούς συνεχείς
λαιμητόμους
Πού η Πατρίδα μας πληρώνει ανελλιπώς.