Η «καθαρή» έξοδος και το χρέος

Του
ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ


Η ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης αναμένεται να ανοίξει τον δρόμο για την έξοδο από τα Μνημόνια. Βέβαια, η έξοδος από τα Μνημόνια προϋποθέτει επιτυχή ολοκλήρωσή τους, ώστε η επιστροφή στις αγορές να είναι διατηρήσιμη. Είναι ακριβώς το ζήτημα της επιτυχίας του Μνημονίου και η απόδοση μιας βιώσιμης οικονομίας στις αγορές, που δημιουργεί τη διαμάχη για το πλαίσιο που θα συνοδεύει τη χώρα μετά την έξοδο. Διότι, όπως αποδείχτηκε, τα εργαλεία πολιτικής που ήταν διαθέσιμα σε εθνικό επίπεδο, ενώ ήταν αρκετά για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του ισοζυγίου πληρωμών, συσχετίζονται με σοβαρή αποδιάρθρωση του παραγωγικού συστήματος και με υψηλότερο χρέος από αυτό πριν από την ένταξη στα Μνημόνια.

Ο επίτροπος Μοσκοβισί προβλέπει κλείσιμο συμφωνίας στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου. Μέχρι τότε θα πρέπει να έχει συμφωνηθεί το πλαίσιο επιτήρησης, τα μέτρα για το χρέος αλλά και οι προϋποθέσεις ενεργοποίησής τους. Τόνισε ότι είναι απαραίτητο πλαίσιο επιτήρησης προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι μεταρρυθμίσεις θα συνεχίσουν να υλοποιούνται και μετά την 18η Αυγούστου. Όμως η επιτήρηση «δεν θα πρέπει να μοιάζει με πρόγραμμα», καθώς κάτι τέτοιο δεν είναι πολιτικά εφικτό ή επιθυμητό. Τα προαπαιτούμενα λοιπόν οπωσδήποτε θα υλοποιηθούν.

Όμως μερικά από αυτά αποτελούν πραγματικές νάρκες, όπως η επίσπευση της μείωσης του αφορολόγητου, ο επανυπολογισμός των συντάξεων, η επιτάχυνση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, η αναθεώρηση του ΕΝΦΙΑ, το μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων. Η επίσπευση της μείωσης του αφορολόγητου θα συμβεί εάν το ΔΝΤ κρίνει πως δεν θα επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%. Άρα, πολλά θα κριθούν από την πορεία του προϋπολογισμού και τις εκτιμήσεις για τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Αλλά και από την εκτίμηση του ΔΝΤ για την κατάσταση των τραπεζών μετά τα τεστ αντοχής.

Είναι εμφανής η διάσταση απόψεων μεταξύ των «θεσμών» για τους όρους της εξόδου. H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υποστηρίζει τη χρήση προληπτικής πιστωτικής γραμμής. Υπέρ του δανεισμού με εγγύηση μόνο ένα αποθεματικό ασφαλείας, που αποκαλεί «καθαρή έξοδο», τάσσεται η ελληνική κυβέρνηση, συνεπικουρούμενη από την Κομισιόν. Η διαμάχη οφείλεται σε διαφορετικές ερμηνείες σχετικά με την ικανότητα αναχρηματοδότησης από τις αγορές ενός υπέρογκου χρέους, πολύ μεγαλύτερου από αυτό που οδήγησε στα Μνημόνια, σε περίοδο μάλιστα ανόδου των επιτοκίων. Η συζήτηση προς το παρόν γίνεται χωρίς τον ξενοδόχο, που είναι το ΔΝΤ. Το Ταμείο, που κρίνει αναγκαία την ονομαστική μείωση του χρέους, άλλαξε τους όρους εμπλοκής στο ελληνικό πρόγραμμα, την επιτυχία του οποίου εμμέσως αμφισβητεί.

Η ΕΚΤ ανησυχεί για τις επιπτώσεις της άρσης του waiver, που δεν θα της επιτρέπει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα, αυξάνοντας την εξάρτηση από τον ELA, ΕΚΤ και ΔΝΤ ανησυχούν για την αντοχή των τραπεζών που θα κληθούν να στηρίξουν την έξοδο, με αυξημένο κόστος δανεισμού, καθώς θεωρούν εξαιρετικά πιθανή μια επιδείνωση στις αγορές ομολόγων. Η ΕΚΤ δεν θεωρεί αρκετό το αποθεματικό ασφαλείας, διότι οι επενδυτές, γνωρίζοντας το περιεχόμενό του, θα μπορούν να εκτιμήσουν για πόσο χρόνο η Ελλάδα θα αντέξει εκτός αγορών. Κάτι τέτοιο δημιουργεί έδαφος για κερδοσκοπικές επιθέσεις.

Η κυβέρνηση αναμένει ότι θα εξασφαλίσει διατήρηση των χρηματοδοτικών αναγκών σε επίπεδο 15% του ΑΕΠ, με τη γαλλική ρήτρα σύνδεσης των αποπληρωμών με τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, κερδίζοντας χρόνο πολιτικής διαχείρισης. Η ρήτρα αυτή όμως, ενώ εξασφαλίζει για τους δανειστές την αποπληρωμή του χρέους χωρίς μείωσή του, δεν αφήνει περιθώρια για επενδύσεις και ανάπτυξη, λόγω της αβεβαιότητας για το αξιόχρεο που τη συνοδεύει. Κομισιόν και κυβέρνηση επαναπαύονται με το αποθεματικό ασφαλείας, που θα καλύψει τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους έως το τέλος του 2019.

Ο λόγος είναι ότι μια προληπτική γραμμή από τον ESM θα χρειαστεί έγκριση από τα κράτη-μέλη, θα σηματοδοτήσει αμφιβολίες για την επιτυχία των Μνημονίων και, επειδή ισοδυναμεί με νέο πρόγραμμα, θα δημιουργήσει πολιτικό θέμα στην Ελλάδα.

Εάν επικρατήσει η άποψη αυτή, καίριο ζήτημα θα είναι οι όροι της διευθέτησης του χρέους. Δηλαδή, αν τα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα διευκόλυνσης της αποπληρωμής θα έχουν σταδιακή εφαρμογή και προϋποθέσεις υλοποίησης προαπαιτουμένων. Η αιρεσιμότητα θα είναι το εργαλείο που θα αποτελεί το μαστίγιο στο μέλλον, ως μοχλός επιβολής πολιτικής, πέρα και πάνω από τις συνθήκες επιτήρησης των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Κάτι τέτοιο δεν αποτελεί βέβαια καθαρή έξοδο.

Ενώ η ελληνική πλευρά δηλώνει πως υποστηρίζει έξοδο «χωρίς προαπαιτούμενα και αστερίσκους», ο κ. Τσακαλώτος, με επιστολή στην κ. Λαγκάρντ, ζήτησε προληπτική γραμμή, που έχει εγκρίνει το ΔΝΤ. Θα πρέπει λοιπόν να αναμένουμε μια σολομώντεια πρόταση από τον υπουργό Οικονομικών, με το αναπτυξιακό πρόγραμμα. Διότι, το σχέδιο ελληνικής ιδιοκτησίας, που θα παρουσιάσει, δεν θα είναι πολιτικά υπερασπίσιμο εάν διατηρεί τη χώρα σε ομηρία χρέους.


Σχολιάστε εδώ