Η «ταφή» του ΠΑΣΟΚ και το μέτωπο με τη ΝΔ


Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών


Πρώτο και κύριο μέλημα της ίδρυσης του αυτοαποκαλούμενου «Κινήματος Αλλαγής» ήταν και είναι η πλήρης αποδέσμευσή του από τα σύμβολα, τα πρόσωπα, τις πολιτικοϊδεολογικές αρχές που εξέφραζαν το (πραγματικό) ΠΑΣΟΚ.

Στο Συνέδριο της περασμένης εβδομάδος το όνομα του Ανδρ. Παπανδρέου δεν ακούστηκε έστω και προσχηματικά, έστω και υποκριτικά, ενώ ο «Ήλιος» του ΠΑΣΟΚ έδυσε οριστικά δίνοντας τη θέση του σ’ ένα διαφημιστικού-εμπορικού τύπου σύμβολο, που εκφράζει πάντως πιστά το πολύχρωμο πολιτικό κενό που χαρακτηρίζει το μόρφωμα που βαφτίστηκε «Κίνημα Αλλαγής».
Κι αυτό γιατί το νέο σκάφος, πριν ξανοιχτεί στο πέλαγος για να προσδεθεί στη νεοφιλελεύθερη-ακροδεξιά αρμάδα της ΝΔ, έπρεπε πριν απ’ όλα να λύσει τους κάβους, να απαρνηθεί και να απαξιώσει ό,τι το συνέδεε με το παρελθόν του και με την ίδια την κοινωνία.

Χωρίς πολιτική και κοινωνική νομιμοποίηση
Γιατί προσδώσαμε στο Κίνημα Αλλαγής τον, ακραίο, χαρακτηρισμό «μόρφωμα»;
Διότι στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα αυθαίρετο «κατασκεύασμα», για ένα «προϊόν» που προέκυψε από συναλλαγές και διαπραγματεύσεις κορυφής και το οποίο δεν έχει κανενός είδους νομιμοποίηση, ούτε από την κοινωνική βάση που (υποτίθεται ότι) εκπροσωπεί, ούτε από την, όποια, κομματική-οργανωτική του δομή, ούτε από το ίδιο το Συνέδριό του, το οποίο με βάση τις στοιχειώδεις δημοκρατικές αρχές υπήρξε μια συνάθροιση ατόμων, στερουμένων κάθε είδους νομιμοποίησης.

Οι σύνεδροι πράγματι αυτοδιορίσθηκαν. Όποιος δήλωσε την επιθυμία να εκλεγεί μέσα από διαδικασίες βάσης εκπρόσωπος για το Συνέδριο εχρίσθη αυτόματα σύνεδρος, χωρίς καμία άλλη διαδικασία νομιμοποίησης. Πώς και με ποια νομιμότητα θα μπορούσε να εκλεγεί η Κεντρική Επιτροπή του νέου φορέα; Με τη «νομιμότητα» του διορισμού, μέσα από νέες συναλλαγές και συμβιβασμούς μεταξύ των ηγετών και ηγετίσκων των επιμέρους κομμάτων και κινήσεων, βάσει ποσοστών και συσχετισμών.

Στην πραγματικότητα η Κεντρική αυτή Επιτροπή είναι σε δεύτερο βαθμό μη νομιμοποιημένη. Θα μπορούσε κάλλιστα να διορισθεί απευθείας χωρίς καν να διεξαχθεί το Συνέδριο…

Επιμένουμε σ’ αυτό το θέμα της νομιμοποίησης γιατί θεωρούμε ότι ο ευτελισμός της δημοκρατικής αρχής, η μετατροπή πολιτικών κομμάτων σε ανοικτές συγκεντρώσεις χωρίς δεσμευτικές αρχές και δημοκρατικές διαδικασίες, αποτελεί περιφρόνηση προς την ίδια την κοινωνία και αποκαλύπτει ότι αυτοί που ευαγγελίζονται ότι αποτελούν φορείς του «νέου» απαξιώνουν και λοιδορούν την ίδια τη δημοκρατία και την πολιτική.

Κι όμως, στην πραγματικότητα, σ’ ένα σημείο οι ηγεσίες του εγχειρήματος του νέου φορέα είναι απολύτως ειλικρινείς.

Γιατί εάν οι διαδικασίες ίδρυσης του φορέα αυτού στερούνται πλήρως δημοκρατικής νομιμοποίησης και βρίσκονται σ’ ένα πλήρες πολιτικό και κοινωνικό κενό, στο ίδιο κενό βρίσκεται τόσο η πολιτικοϊδεολογική ταυτότητα όσο και ο κοινωνικοπολιτικός λόγος του Κινήματος Αλλαγής.

Οι ίσες αποστάσεις και το μέτωπο με τη ΝΔ
Το απόλυτο αυτό κενό προκύπτει αυτόματα και αναγκαστικά από την επιλογή των ίσων αποστάσεων του νέου φορέα από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Διατυπώνεται, και σωστά, το επιχείρημα ότι ένας νέος φορέας δεν μπορεί να διακηρύξει στη διαδικασία της ίδρυσής του τις πολιτικές του συμμαχίες.

Όμως, ανεξάρτητα από δηλώσεις και δεσμεύσεις, η θέση ενός κόμματος στην πολιτικοϊδεολογική κλίμακα προκύπτει αυτόματα μέσα από την ιδεολογικοπολιτική του ταυτότητα και τις θεμελιώδεις του αρχές. Με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά προκύπτει η εγγύτητα ή η απόστασή του από τον όποιο άλλο πολιτικό φορέα.

Όμως η θεωρία των «ίσων αποστάσεων» μας οδηγεί απευθείας στην καρδιά του προβλήματος. Γιατί η τήρηση ίσων αποστάσεων έχει ως αποτέλεσμα τον πλήρη και διαρκή ετεροκαθορισμό του νέου φορέα από τις πολιτικές επιλογές και τις πρακτικές της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ίσες αποστάσεις σηματοδοτούν την απουσία κέντρου βάρους, την έλλειψη πολιτικής στρατηγικής.

Όμως, στην πραγματικότητα που βιώνουμε σήμερα, η «αθώα» και «αποχρωματισμένη» εκδοχή των ίσων αποστάσεων δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ούτε καν ως πρόσχημα.

Τη θεωρία αυτή επικαλείται το παραδοσιακό -πριν από πολλές δεκαετίες- Κέντρο, όταν τόσο η παραγωγική-κοινωνική βάση όσο και τα αναδυόμενα μεσαία στρώματα διασφάλιζαν στους φορείς του αποκαλούμενου Κέντρου μια ιστορική βάση.

Αυτή ακριβώς η βάση επέτρεψε αργότερα τη λειτουργία του δικομματικού συστήματος, με τις εναλλαγές μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στην κυβερνητική εξουσία, όπου ανάλογα με τη διαμόρφωση ενός κεντροδεξιού ή ενός κεντροαριστερού ρεύματος αναδεικνυόταν κάθε φορά το αντίστοιχο κυβερνητικό κόμμα.

Σήμερα δεν υπάρχει καμιά ενδιάμεση κοινωνικοπολιτική βάση αλλά ένα βαθύτατο κατακόρυφο ρήγμα που διαμόρφωσαν τα νεοφιλελεύθερα-μνημονιακά προγράμματα. Ού δυνασαι δυσίν κυρίοις δουλεύειν…
Δεν υπάρχουν ίσες αποστάσεις, δεν μπορεί να διεξαχθεί ένας διμέτωπος αγώνας κατά της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, όπως με υπερχειλίζουσα κενότητα και αμετροέπεια ισχυρίζονται οι ηγέτες και ηγετίσκοι του νέου φορέα. Δεν μπορούν να υπάρξουν ίσες αποστάσεις, μέσοι όροι μεταξύ αφενός μιας νεοφιλελεύθερης – ακροδεξιάς στρατηγικής που οδηγεί στη διάλυση της κοινωνικής και παραγωγικής δομής, στην καταπάτηση των δημοκρατικών θεσμών και στην ενσωμάτωση στη διαπλοκή και αφετέρου μιας προοδευτικής – δημοκρατικής στρατηγικής που έχει ως θεμελιώδη πυρήνα τις κοινωνικές αξίες και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας από τα ερείπια των μνημονιακών πολιτικών.

Πρόκειται για δύο αντίπαλες, αντιδιαμετρικές στρατηγικές, για δύο ασύμμετρα παραδείγματα που αντιπαρατίθενται και συ­γκρούονται εφ’ όλης της ύλης…

Γι’ αυτό ακριβώς επιμένουμε ότι η επίκληση της πολιτικής των ίσων αποστάσεων δεν αποτελεί παρά ένα πρόσχημα, μια μάσκα πίσω από την οποία επιχειρείται να αποκρύβουν οι πραγματικές προθέσεις της ηγετικής ομάδας του αποκαλούμενου «Κινήματος Αλλαγής».

Αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και διαπλοκή
Η πολιτικοϊδεολογική ταυτότητα αλλά και η ίδια η προοπτική του νέου φορέα όχι μόνο είναι ετεροκαθορισμένη αλλά και σε μεγάλο βαθμό προδεσμευμένη.

Όλες σχεδόν οι τοποθετήσεις των ηγετικών στελεχών στο ιδρυτικό Συνέδριο θεμελιώνονταν και εξαντλούνταν επί της ουσίας σε μια ακραία πολεμική κατά της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Όρος ύπαρξης και επιβίωσης του νέου φορέα είναι η απαξίωση και η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, μια διαδικασία η οποία θα επαναφέρει -όπως η εναλλακτική κίνηση παλίρροιας και αμπώτιδας- τους απομακρυνθέντες και μετανιωμένους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ στο Κίνημα Αλλαγής.

Η δεύτερη, στρατηγικής σημασίας, δουλειά, η ιστορική δέσμευση του νέου φορέα είναι η συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – ΝΔ την περίοδο 2012-2014, μια σύμπραξη που οδήγησε ανεπιστρεπτί το ΠΑΣΟΚ στην ενσωμάτωσή του στις νεοφιλελεύθερες – μνημονιακές πολιτικές. Θα πρέπει μάλιστα να επισημάνουμε ότι την ιδιοκτησία και την επιτυχή διαχείρισή τους -από το Καστελλόριζο μέχρι τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015- προασπίζονται μέχρι σήμερα, με ιδιαίτερο φανατισμό και πάθος, τόσο η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ όσο και τα επιφανή στελέχη του.

Η τρίτη δέσμευση του νέου φορέα -που συνδέεται άμεσα με τη δεύτερη- είναι η εξάρτησή του από τα συμφέροντα της διαπλοκής, από τους ολιγάρχες των ΜΜΕ, από τα οικονομικά συμφέροντα που «ώλεσαν και δήωσαν», υπό τις ευλογίες του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ιδιαίτερα τα τελευταία επτά χρόνια.
ΠΑΣΟΚ και ΝΔ όχι μόνο υπετάγησαν στα συμφέροντα της διαπλοκής αλλά, όπως φαίνεται από τα επάλληλα θηριώδη σκάνδαλα που έρχονται στη δημοσιότητα, με πλέον πρόσφατο το διεθνούς εμβέλειας σκάνδαλο της Novartis, διαδραμάτισαν όχι απλώς διαμεσολαβητικό αλλά και επιτελικό πολιτικό ρόλο στην προώθηση των ασύδοτων κερδοσκοπικών σχεδίων της εταιρείας αυτής.

Σήμερα, με τη θεωρία της συνομωσίας, η ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ δεν αποβλέπουν μόνο στην αυτοπροστασία των κομμάτων τους και των στελεχών τους. Ταυτόχρονα επιδιώκουν να ακυρώσουν ή να υποβαθμίσουν κάθε είδους διερεύνηση του σκανδάλου προκειμένου να μη θιγεί, να μην αποδυναμωθεί το πολυεπίπεδο κύκλωμα της διαπλοκής. Γιατί αν αχρηστευθεί ο μηχανισμός της διαπλοκής τότε χάνεται το κύριο στήριγμά τους, η βασική δομή της αναπαραγωγής και επιβίωσής τους.

Η ΝΔ χρησιμεύει στη διαπλοκή όχι μόνο για να την καλύπτει κομματικά από τα σκάνδαλα αλλά γιατί θεωρεί την ηγεσία της ΝΔ αλλά και το ίδιο το κόμμα ως εργαλεία, ως μέσα προκειμένου να επιτευχθεί η μεγάλη παλινόρθωση και να ξαναγυρίσει το ρολόι της Ιστορίας στην προτεραία του 2015 θέση του…
Το ΠΑΣΟΚ -και οι εκάστοτε μεταμφιέσεις του- αποτελεί τη βακτήρια, το βοηθητικό εργαλείο για την επάνοδο στην «κανονικότητα».

Σε αντίθετη περίπτωση, σε μια ενδεχόμενη συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ, το σύστημα της διαπλοκής θα εξαπέλυε συ­ντονισμένη επίθεση, εφ’ όλης της ύλης, κατά του ΠΑΣΟΚ, ώστε να ακυρώσει στην πράξη κάθε τέτοιου είδους συνεργασία…

Το Κίνημα Αλλαγής δεν είναι η «πολύφερνος νύφη», όπως διατείνονται τα στελέχη του, ούτε αποτελεί τον κεντρικό πόλο που θα επηρεάσει ή και θα καθορίσει τις εξελίξεις. Η ταυτότητα και οι πολιτικές του επιλογές έχουν ήδη προκαθορισθεί από τις δεσμεύσεις και τις πράξεις του. Όσο για το μέλλον και την ίδια του την προοπτική, αυτά εμφανίζονται μάλλον δυσοίωνα. Όταν η ίδια η κοινωνία απουσιάζει και αδιαφορεί για το εμφανιζόμενο ως νέο εγχείρημα και όταν η στρατηγική αντιπαράθεση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ θα προσλάβει αναπόφευκτα ακραία πολιτικές διαστάσεις στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, τότε θα επέλθει το τέλος των ψευδαισθήσεων, της αμετροέπειας και της μικρομέγαλης συμπεριφοράς που εκπέμπονται σήμερα με θράσος από τις ηγεσίες και τα στελέχη του.


Σχολιάστε εδώ