Πλατεία Αγίων Θεοδώρων
Του
ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ
Υπήρχε κάποτε στο κέντρο η πιο γλυκιά πλατεία της Αθήνας. Ήταν η μικρούλα πλατεία Αγίων Θεοδώρων, που περιστοιχίζοντας τη βυζαντινή εκκλησία του 11ου αιώνος σε προσκαλούσε, θαρρείς, να πιεις παρέα της έναν καφέ και να τα πείτε. Και συ, που ποτέ δεν γύρισες να δεις τι υπάρχει στα γύρω σου, αρνήθηκες, μη βλέποντας τον πλούτο της. Μπορεί ο ναός να είναι σε ελαφρά χαμηλότερο επίπεδο από τη γη, όμως ποτέ αυτός δεν στάθηκε λόγος ικανός για να περιφρονηθεί από τους διερχομένους. Η πλατειούλα κάποτε είχε το άνοιγμα που της ταιριάζει, κι όσοι γειτόνευαν μαζί της ήσαν όπως αυτή, χαμηλών τόνων.
Ύστερα τα γύρω οικοδομήματα κτίστηκαν σαν πανύψηλα και απάτητα κάστρα, αφαιρώντας τον λιγοστό αέρα από την περιοχή. Μόλις κτίσθηκαν αυτά τα μοντέρνα οικοδομήματα, έσπευσαν να τα ενοικιάσουν καταστήματα ηλεκτρικών ειδών, με πρώτο το «Ράδιο Αθήναι». Έτσι, όσο ο ηλεκτρισμός έμπαινε στα ελληνικά σπίτια τόσο φούντωνε ο ανταγωνισμός και η οδός Δραγατσανίου έγινε ο υπ’ αριθμόν 1 δρόμος με καταστήματα, που όλα τους πουλούσαν με ευκολίες πληρωμής τον ηλεκτρισμό.
Επειδή την πλατεία πάντα την ένιωθα οικεία κι επειδή ο χώρος δεν μου είναι τελείως άγνωστος, θα αποπειραθώ έναν περίπατο στα πέριξ, θα πιώ καφέ βαρύ γλυκό, καθισμένος στο μεταλλικό τραπεζάκι κάτω από το πανύψηλο δέντρο της πλατείας. Και θα αγοράσω μια άσπρη γομολάστιχα από το παρέκει βιβλιοχαρτοπωλείο «Αλευρά», νευριάζοντας τον μακαρίτη Αλευρά με τα ατέλειωτα παζάρια για τη γόμα. Η οδός Δραγατσανίου, στην οποία κατέληγε, προπολεμικά φάνταζε σαν ένας εξοχικός δρόμος, που το μονώροφο κτίριο της βρετανικής πρεσβείας, η οποία τότε στεγαζόταν εκεί, έδινε αυτήν την εντύπωση, μαζί με τις ξύλινες σκοπιές, όπου ξημεροβραδιάζονταν επί του πεζοδρομίου οι φρουροί χωροφύλακες. Γενικά, η πλατεία 25ης Μαρτίου, ή άλλως Κλαυθμώνος, χρησιμοποιείτο σαν αφετηρία λεωφορειακών γραμμών μετά των γύρω συνοικισμών.
Η πλατεία Κλαυθμώνος ήταν η καρδιά της επίσημης Αθήνας. Με τρία καίρια υπουργεία πολύ κοντινά μεταξύ τους, όπως το υπουργείο Ναυτικών, το υπουργείο Οικονομικών, απ’ το οποίο η πλατεία πήρε το παρατσούκλι Κλαυθμώνος, και το Εσωτερικών, στη γωνία με τη Σταδίου. Εκεί ήσαν δύο τράπεζες, η Αθηνών και η Πειραιώς, πλάι πλάι, ένα τσούρμο κινηματογράφων και μια πλειάδα αριστοκρατικών μαγαζιών, όπως, π.χ., του «Constantara» και η «Alkα». Η πλατεία δημιουργούσε από μόνη της τον προσήκοντα σεβασμό. Όταν όμως συνέχιζες την οδό Δραγατσανίου και κατηφόριζες προς τους Αγίους Θεόδωρους είχες την αίσθηση πως βρέθηκες σε μιαν άλλη, εξωτική χώρα. Εκεί αριστοκρατικά μαγαζιά δεν υπήρχαν. Εκεί μοναχά κάτι τρύπες συνάνταγες, όπου κάποιος μάστορας κάτι επισκεύαζε, ρολόγια, φωτιστικά ή άλλα. Καθένας από δαύτους είχε την προσωπική του πελατεία και η βλάβη ενός αντικειμένου εξασφάλιζε του μάστορα το ψωμάκι.
Στη γωνία Ευριπίδου – πλατεία Αγίων Θεοδώρων – Αριστείδου υπήρχε για πολλά χρόνια ένα μαγαζί ανωτάτης ποιότητος που κατασκεύαζε αμπαζούρ, δηλαδή ποιοτικά χάρτινα ή υφασμάτινα ντύματα για φωτιστικά σώματα. Επί πολλά χρόνια ξεχώριζε το καλό γούστο ενός επαγγελματία χειροτέχνη σ’ εκείνη τη γωνιά, ανάμεσα στα καταστήματα που έφτιαχναν σφραγίδες και πινακίδες οδών, όπου η οδός Ευριπίδου σε εκείνο το τμήμα της είχε την αποκλειστικότητά τους. Και μια ο λόγος για την οδό Αριστείδου, όπου οι πρώτοι δοσατζήδες έπιασαν το παρθενικό τους παραδάκι, υπήρχε και ένα μεγάλο κατάστημα με ηλεκτρικά είδη, ο «Κωτσόβολος», που λανσάρισε και καθιέρωσε το διαφημιστικό σλόγκαν «χωρίς λεφτά». Έτσι το σλόγκαν αυτό έπιασε, καθιερώθηκε, βγήκε στον δρόμο και την καθημερινότητα και αν και πέρασαν τόσες δεκάδες χρόνια από τότε με τη φράση «θα δουλέψει Κωτσόβολος…» εννοούμε ότι θα κάνουμε κάτι χωρίς λεφτά και είναι στο στόμα όλων σε καθημερινή χρήση.
Εκεί, πίσω από την εκκλησία, ήταν το πιο σκοτεινό κομμάτι της Αθήνας, λες και ήλιος δεν το έβλεπε ποτέ. Δεν ήταν κανένα στενάκι που δεν χωρούσε να περάσει άνθρωπος, ούτε καμιά παραξενιά της Πολεοδομίας σε λειψό και στραβό οικόπεδο. Αντίθετα, ήταν δρόμος πολυσύχναστος. Η οδός Σκουλενίου. Ένας δρόμος στον οποίον κατέληγε η οδός Παλαιών Πατρών Γερμανού, που περνούσε στο πλάι του υπουργείου Ναυτικών και στο κατάστημα ηλεκτρικών ψυγείων «Άλπεις». Πρέπει να τονίσουμε ότι ακόμα και πριν από τον πόλεμο στη Σκουλενίου οι χαρτέμποροι της Αθήνας είχαν στήσει τις αντιπροσωπείες τους και τα μαγαζιά που εκεί διατηρούσαν, τη χονδρική πώληση κάθε είδος χαρτιού.
Σήμερα η πιο γλυκιά πλατεία της Αθήνας είναι ολίγον… Παρίσι!