Σε κινούμενη άμμο η διαπραγμάτευση με ΠΓΔΜ και Αλβανία

Σε κινούμενη άμμο η διαπραγμάτευση με ΠΓΔΜ και Αλβανία

-Στα Σκόπια ο Νίκος Κοτζιάς, εν αναμονή της απάντησης των Τιράνων

Bαρομετρικό χαμηλό και στα Βαλκάνια, την ίδια στιγμή που τα σύννεφα πυκνώνουν στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία, προμηνύοντας ένα θυελλώδες διάστημα για την εξωτερική πολιτική της χώρας, που συμπίπτει χρονικά με την πολυαναμενόμενη για την κυβέρνηση και τη χώρα τυπική ολοκλήρωση του Μνημονίου.

Η περιπέτεια των οκτώ χρόνων που η χώρα φλερτάριζε με τη χρεοκοπία αφήνει πίσω ένα διαλυμένο πολιτικό σύστημα και σοβαρά διαταραγμένη την κοινωνική συνοχή και μια οικονομία που, παρά την ευημερία των δεικτών, όλοι γνωρίζουν ότι στηρίζεται σε πήλινα πόδια.

Έτσι, η Ελλάδα δείχνει εύκολος αντίπαλος για τον κ. Ερντογάν και ίσως γεννά πειρασμούς και σε μικρότερες χώρες, όπως η Αλβανία και η ΠΓΔΜ, ότι μπορούν να αποσπάσουν όλο και πιο πολλά από τη χώρα μας στις δύο παράλληλες διαπραγματεύσεις που είναι ανοικτές.

Όμως κάθε κακή λύση στο Σκοπιανό ή στα Ελληνοαλβανικά, κάθε βήμα υποχώρησης ουσιαστικά θα σημάνει ακόμη μεγαλύτερη εξασθένηση της Ελλάδας έναντι του μεγάλου και πιο απειλητικού αντιπάλου της, της Τουρκίας. Συνεπώς, αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για τη χώρα η επιδίωξη απολύτως επωφελών για τα εθνικά συμφέροντα λύσεων στις σχέσεις με τους δύο βαλκάνιους γείτονες.

Η συγκυρία για την Ελλάδα είναι αρνητική, αλλά ένα στοιχείο που δεν πρέπει να μας διαφεύγει είναι ότι τη στιγμή αυτή η Αθήνα κρατά στα χέρια της το κλειδί για την πολιτική επιβίωση τόσο του κ. Ράμα όσο και του κ. Ζάεφ.

Και οι δύο καίγονται για τις αποφάσεις της ΕΕ για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τις δύο χώρες και του ΝΑΤΟ για ένταξη της ΠΓΔΜ, καθώς ενδεχόμενη εμπλοκή στις σχέσεις με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ θα τροφοδοτήσει πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό των δύο χωρών, με τις ευθύνες να αποδίδονται στους κ. Ράμα και Ζάεφ.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον εξελίσσεται ο διάλογος της Αθήνας με τις δύο αυτές χώρες για την επίλυση των εκκρεμών ζητημάτων.

Ο Νίκος Κοτζιάς θα μεταβεί αυτήν την εβδομάδα στα Σκόπια (στο Διεθνές Αεροδρόμιο των Σκοπίων, όπως μετονομάσθηκε από Αεροδρόμιο «Μέγας Αλέξανδρος») για να παρουσιάσει την ελληνική πρόταση για συνολική συμφωνία, που θα καλύπτει φυσικά και το όνομα και όλες τις άλλες πτυχές της διαφοράς και θα θέτει ένα νέο πλαίσιο για τις διμερείς σχέσεις.

Στα Σκόπια όμως θα συναντήσει μια κυβέρνηση σε ιδιαίτερα αδύναμη θέση, καθώς η δέσμευση του κ. Ζάεφ να αποδεχθεί τον όρο των αλβανικών κομμάτων για αναγνώριση της αλβανικής ως δεύτερης επίσημης γλώσσας (ήταν ο βασικός όρος για τον σχηματισμό και στήριξη της κυβέρνησής του από τα αλβανικά κόμματα) ερεθίζει και πάλι τον εθνικισμό και ενοχοποιεί εκ των προτέρων οποιαδήποτε κίνηση συμβιβασμού για το θέμα της ονομασίας. Ο κ. Ζάεφ ήδη κατηγορείται από την αξιωματική αντιπολίτευση ότι προβαίνει σε υπερβολικές παραχωρήσεις προς τους Αλβανούς, οι οποίοι αναδεικνύονται λίγο πολύ σε ισότιμη κοινότητα με τους πολυπληθέστερους σλαβόφωνους, ενώ στο τραπέζι μένουν και οι επικρίσεις για κινήσεις που ερμηνεύονται ως μέρος του σχεδίου για τη «Μεγάλη Αλβανία». Με αυτό το κλίμα στα Σκόπια είναι μάλλον δύσκολο για τον κ. Ζάεφ να υποστηρίξει και μια συμφωνία με την Ελλάδα για ένα νέο όνομα, η οποία μάλιστα θα πρέπει να ισχύσει και στο εσωτερικό και φυσικά να περιβληθεί και με συνταγματικό κύρος.

Για την Αθήνα, αν και ο πρωταρχικός στόχος ήταν η επίλυση της διαφοράς, τώρα οι χειρισμοί μαρτυρούν περισσότερο μια διαδικασία διαχείρισης του διαφαινόμενου αδιεξόδου, ώστε να μην επιρριφθούν οι ευθύνες στην Ελλάδα.

Όμως θα έχει χαθεί μια αρκετά καλή ευκαιρία για την επίτευξη μιας καλής και βιώσιμης λύσης στο πρόβλημα της ονομασίας, με ό,τι αυτό σημαίνει για την εμπέδωση ενός αρνητικού στάτους και χωρίς βεβαίως να γνωρίζει κανείς εάν θα δοθεί σύντομα και πάλι μια τέτοια ευκαιρία, που είχε να κάνει κυρίως με την ύπαρξη μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας στην ΠΓΔΜ, όπου ο κάθε συ­ντελεστής της, για διαφορετικούς λόγους, ήθελε τη λύση της διαφοράς με την Ελλάδα ως εισιτηρίου για το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.

Στην Αλβανία, οι προσδοκίες για γρήγορη συμφωνία επί όλων των πακέτων που είχαν ετοιμάσει οι κ. Κοτζιάς και Μπουσάτι δεν επιβεβαιώνονται, καθώς ο Πρόεδρος της χώρας Ιλίρ Μέτα έχει «κολλήσει» τη διαδικασία για την διαπραγμάτευση της οριοθέτησης θαλασσίων συνόρων, μη έχοντας ακόμη δώσει την εξουσιοδότηση που απαιτείται ώστε να μπορεί και τυπικά να διαπραγματευθεί ο κ. Μπουσάτι. Έτσι, ο πανηγυρικός χαρακτήρας που ήθελε να προσδώσει στην πρόοδο στις ελληνοαλβανικές σχέσεις ο κ. Ράμα με την πρόσκληση του κ. Τσίπρα στην Κορυτσά για τον εορτασμό του Πάσχα μάλλον θα μείνει στα χαρτιά.

Η διαπραγμάτευση για τα θαλάσσια σύνορα, παρά τις παραχωρήσεις που κάνει η Ελλάδα προκειμένου να υπάρξει συμφωνία, φαίνεται όμως ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση καθώς οι Αλβανοί θέτουν ως «κόκκινη γραμμή» την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου τους (που είχε κηρύξει άκυρη την προηγουμένη συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών), η όποια όμως ουσιαστικά υιοθετεί όλη την επιχειρηματολογία και ερμηνεία που δίνει μονομερώς η Τουρκία στο διεθνές δίκαιο.

Στις συνομιλίες με τα Τίρανα ακόμη πιο προβληματικός αποδεικνύεται ο χειρισμός ορισμένων σημαντικών ζητημάτων. Μια παλιά υποχρέωση της Αλβανίας, η οποία θα έπρεπε να είχε τεθεί και σε συμμαχικό επίπεδο, καθώς αφορά στρατιώτες που έπεσαν μαχόμενοι εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, η εύρεση των νεκρών ελλήνων στρατιωτών, μπήκε στο παζάρι και μάλιστα, όπως όλα δείχνουν, υπήρξαν ανταλλάγματα προς την αλβανική πλευρά προκειμένου να αφήσει να προχωρήσει η διαδικασία.

Και έτσι αυτό που διαφημίζεται επικοινωνιακά ως κίνηση καλής θέλησης της αλβανικής πλευράς έγινε αφού η Ελλάδα μονομερώς αποφάσισε να αποδεχθεί την ειδική σφραγίδα με την οποία αναγνωρίζει όλα τα αλβανικά έγγραφα και πιστοποιητικά. Μία κίνηση η οποία, όπως ο ίδιος ο κ. Μπουσάτι κόμπασε, απάλλαξε τους αλβανούς πολίτες που ζουν στην Ελλάδα από ένα κόστος σχεδόν 7 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Ποσό που εισέπρατταν οι αρμόδιες ελληνικές αρχές για την επικύρωση των εγγράφων.

Πάντως τα χρονικά περιθώρια που είχαν τεθεί τόσο με την ΠΓΔΜ όσο και με την Αλβανία ως ορόσημο για την επίτευξη συμφωνίας, η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ τον Ιούνιο και του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο, είναι πλέον δύσκολο να τηρηθούν. Και το ερώτημα πλέον είναι εάν η Ελλάδα, που προέβη άλλοτε σε ουσιαστικές και άλλοτε σε διαδικαστικές κινήσεις καλής θέλησης προκειμένου να κρατήσει ζωντανή αυτήν τη διπλή διαδικασία για έναν σχεδόν χρόνο, τελικά βρίσκεται σε δυσμενέστερη διαπραγματευτική θέση, με την Αλβανία και την ΠΓΔΜ να έχουν αποσπάσει νέα διαπραγματευτικά κεκτημένα…

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ