Περί Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και άλλων τινών
Του
ΙΩΑΝΝΗ ΚΟΡΑΝΤΗ
Πρέσβη ε.τ.
Το πρόσφατο μεθοριακό συμβάν με τους δύο έλληνες στρατιωτικούς, που ύστερα από μία ώρα εξελίχθηκε σε ομηρία τους στην Τουρκία, με άδηλο το μέλλον -τουλάχιστον την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές-, επανέφερε στο προσκήνιο τη σκέψη/πρόταση για σύσταση Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (εφεξής ΣΕΑ, χάριν συντομίας). Πολιτικοί, καθηγητές, αναλυτές, δημοσιογράφοι κ.λπ., ο καθένας από τη δική του σκοπιά, ανέσυραν στη δημοσιότητα μία ιδέα που έχει ήδη αρκετά χρόνια ζωής, συνδέοντάς την με την άμεση επικαιρότητα, με αποτέλεσμα ο μέσος πολίτης, με αυτά που βλέπει, ακούει και διαβάζει, να πιστεύει ότι βρέθηκε η πανάκεια – που αν υπήρχε, δεν θα είχε συμβεί ό,τι συνέβη. Έτσι είναι όμως;
Εκκινώ από την πρωτοβουλία του κ. Στ. Θεοδωράκη να υπενθυμίσει πιεστικά και θεσμικά πρόταση νόμου που είχε καταθέσει το 2016 και προέβλεπε τη σύσταση, διά νόμου, ενός ΣΕΑ στο οποίο θα συμμετέχουν οι διατελέσαντες πρωθυπουργοί, οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων, οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας, ο Α/ΓΕΕΘΑ, ο διοικητής της ΕΥΠ, επικουρούμενοι από διπλωμάτες, εμπειρογνώμονες κ.λπ. Στόχος του είναι η διακομματική χάραξη μιας συμπεφωνημένης στρατηγικής στον χώρο της εξωτερικής πολιτικής και της άμυνας. Εκτιμώ ότι είναι μια συμπαθής, ειλικρινής, πολιτική -και όχι πολιτικάντικη- προσπάθεια να επιτευχθεί, διά της τεθλασμένης, και δη διά νόμου, αυτό το οποίο δεν γίνεται μέσω του άτυπου Συμβουλίου Αρχηγών υπό τη Προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας, εάν και όταν ο πρωθυπουργός ζητήσει τη σύγκλησή του. Δηλαδή, να καταβληθεί προσπάθεια συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, όπως εκπροσωπούνται στη Βουλή, επί θεμελιωδών -αν μη τι άλλο- επιλογών, σχεδιασμών και γραμμών στρατηγικής αντιμετώπισης, συνεπώς σε βάθος χρόνου και όχι με αφορμή κάποιο συμβάν σχετιζόμενο με την εξωτερική πολιτική και την άμυνα.
Εκτιμώ ότι η ανωτέρω πρόταση παρουσιάζει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Το μείζον πλεονέκτημα είναι ότι, με το ένδυμα του νόμου, ασκεί εθνική, πολιτική και ηθική πίεση στους ταγούς αυτού του τόπου να συμμετάσχουν σε μια κοινή προσπάθεια διαμόρφωσης του μέλλοντος της Ελλάδος, στους δύο τομείς που προανέφερα, παραμερίζοντας, σ’ αυτούς τουλάχιστον, τις όποιες διαφορές τους. Συνεπώς, και υπό την επιφύλαξη της τελικής διατύπωσης, δεν εξαρτά την ύπαρξη και σύγκλησή του από τη βούληση του πρωθυπουργού. Είναι δε αυτονόητο ότι ενεργεί ως συμβουλευτικό όργανο της κυβέρνησης και όχι ως εκτελεστικό.
Παρουσιάζει όμως δύο, τουλάχιστον, μειονεκτήματα: Πρώτον, δεν αποτελεί Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας που, σε όσες χώρες το διαθέτουν, είναι εκτελεστικό όργανο υπαγόμενο κατά περίπτωση στον αρχηγό κράτους ή κυβέρνησης (π.χ. στον Πρόεδρο όσον αφορά τις ΗΠΑ και τη Γαλλία ή τον/την πρωθυπουργό στο Ηνωμένο Βασίλειο – παραλείπω το ΣΕΑ της Τουρκίας για να αποφύγω τους καγχασμούς των αναγνωστών), στο οποίο δεν συμμετέχουν εκπρόσωποι άλλων πολιτικών φορέων.
Συνεπώς δεν τίθεται θέμα διακομματικής, μέσω αυτού, επίτευξης συμφωνίας επί σχεδιασμού στρατηγικής, ίσως διότι στις χώρες αυτές επικρατεί μια πολιτική κουλτούρα συναίνεσης, σε μεγάλο βαθμό, όσον αφορά τους στόχους εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Το δεύτερο μειονέκτημα είναι ότι το προβλεπόμενο όργανο δεν εγγυάται την επίτευξη των στόχων του, το αντίθετο μάλιστα. Και τούτο διότι βλέπω με δυσκολία πολιτικούς αρχηγούς -και μάλιστα με τη σύμπραξη πρώην πρωθυπουργών, που φέρουν μαζί τους και την κομματική τους ταυτότητα, πέραν της εμπειρίας τους- να συμφωνούν μεταξύ τους. Δεν χρειάζεται, νομίζω, να επεκταθώ.
Ας μου επιτραπεί συνεπώς να πιστεύω ότι η πολιτική κουλτούρα συναίνεσης/συμφωνίας για μία στρατηγική δεν επιτυγχάνεται με νόμους και διατάγματα. Η περαιτέρω ανάπτυξη του θέματος αφορά άλλους, αρμοδιότερους εμού.
Εν πάση περιπτώσει, η Πολιτεία διαθέτει ήδη τα απαραίτητα όργανα για τη χάραξη πολιτικής. Είναι η κοινοβουλευτική Διαρκής Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων και το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΣΕΠ).
Για την πρώτη παραπέμπω στα άρθρα 31 (σύσταση-σύνθεση) και 32 (αρμοδιότητες) του Κανονισμού της Βουλής, ώστε να περιττεύουν περαιτέρω σχόλιά μου ως προς το εύρος των δυνατοτήτων της. Η επίτευξη συναίνεσης είναι καθαρά θέμα πολιτικής βούλησης των κομμάτων. Και σε όποιον παρατηρήσει ότι οι συνεδριάσεις της είναι ανοικτές και προσφέρονται για… τα γνωστά, θα υπενθυμίσω ότι υπάρχει πάντα δυνατότης συνεδριάσεων κεκλεισμένων των θυρών.
Ως προς το δεύτερο: Το ΕΣΕΠ συστάθηκε με τον ν. 3132/9-4-2003 (ΦΕΚ τ.Α’ φ.84/11-4-2003), σε εφαρμογή της πρόνοιας του άρθρου 82 παρ. 4 του Συντάγματος. Είναι ένα όργανο συμβουλευτικό της κυβέρνησης, που επεξεργάζεται θέματα σχετικά με τον στρατηγικό σχεδιασμό της εξωτερικής πολιτικής και οι συζητήσεις του είναι απόρρητες, γεγονός που του προσδίδει μεγάλο πλεονέκτημα. Συγκροτείται από τον ΥΠΕΞ, τον πρόεδρο της Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών, τον υπηρεσιακό γενικό γραμματέα του ΥΠΕΞ, δύο εκπροσώπους από κάθε κόμμα που είναι αναγνωρισμένο σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής και πρόσωπα με ειδικές γνώσεις σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπως πρώην υπουργοί Εξωτερικών, αναπληρωτές υπουργοί, υφυπουργοί, πρέσβεις κ.λπ. Συνεπώς υπάρχει ήδη, και λειτουργεί, σε επίπεδο ΥΠΕΞ, το όργανο που προτείνει ο κ. Θεοδωράκης. Εάν κάποιος παρατηρήσει ότι το ΕΣΕΠ καλύπτει μόνο την εξωτερική πολιτική και όχι την άμυνα, θα αντιτάξω ότι είναι εύκολο να διευρυνθούν οι αρμοδιότητές του με μία απλή τροπολογία σε ένα νομοσχέδιο του ΥΠΕΞ και τις συνακόλουθες διαδικαστικές ρυθμίσεις.
Αυτά όσον αφορά τη διακομματική, το υπογραμμίζω, -ή τουλάχιστον την απόπειρα- χάραξη στρατηγικής. Ως προς τη διαχείριση κρίσεων, είναι ευρέως παραδεκτό ότι η κάθε κυβέρνηση χρειάζεται δύο τινά: Πληροφόρηση πριν από την κρίση και φορέα αντιμετώπισής της όταν αυτή εκδηλωθεί.
Όσον αφορά την πληροφόρηση: Ο ν. 3649/2008, περί Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και άλλων διατάξεων (που είχε παρουσιάσει στη Βουλή ο τότε υπουργός Εσωτερικών και πρώτος τη τάξει της κυβέρνησης Καραμανλή κ. Προκόπης Παυλόπουλος, που ήταν αρμόδιος για ΕΥΠ και ΕΛΑΣ), προβλέπει στο άρθρο 7 τη σύσταση Συντονιστικού Συμβουλίου Διαχείρισης Πληροφοριών, προεδρευόμενο από τον υπουργό Εσωτερικών, με συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών, Άμυνας, Οικονομίας, Οικονομικών, Εμπορικής Ναυτιλίας ως και άλλων κατά περίπτωση υπουργών, με αρμοδιότητα «εκτιμήσεις διαχείρισης πληροφοριών επί σοβαρών εγκληματικών ενεργειών, απειλών ή συμβάντων που πλήττουν ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ασφάλεια της χώρας ή τις διμερείς ή διεθνείς σχέσεις της με άλλες χώρες, παρέχοντας τις κατευθυντήριες οδηγίες προς τα συναρμόδια υπουργεία και τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες».
Το επόμενο άρθρο 8 προβλέπει τη σύσταση, στην ΕΥΠ, Συμβουλίου Πληροφοριών, υπό την προεδρία του διοικητού της, με συμμετοχή των γενικών γραμματέων των υπουργείων Εσωτερικών και Εξωτερικών, του διευθυντού της Διακλαδικής Διεύθυνσης Στρατιωτικών Πληροφοριών, του διευθυντού της Κρατικής Ασφάλειας (ΕΛΑΣ), του διευθυντού της ΔΑΕΕΒ (ΕΛΑΣ), του διευθυντού Ασφάλειας του ΥΕΝ, ειδικών εμπειρογνωμόνων κ.λπ. Το Συμβούλιο είναι αρμόδιο να συντονίζει όλες τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας του κράτους στον τομέα της συλλογής πληροφοριών, να διατυπώνει νέες πληροφοριακές απαιτήσεις και να υποβάλλει προτάσεις στους αρμόδιους υπουργούς, στα πλαίσια των αποφάσεων του ΚΥΣΕΑ.
Συνεπώς, ό,τι χρειάζεται οιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση, από το 2008, όσον αφορά την πληροφοριακή κάλυψή της, μπορεί να το αναζητήσει στα ως άνω δύο όργανα. Ερώτηση: Λειτούργησαν αυτά ποτέ; Απάντηση: Όχι, απ’ ό,τι τουλάχιστον ο γράφων γνωρίζει. Δεκτή κάθε διάψευση. Άρα υποθέτω ότι η κυβέρνηση διέθετε, πριν από το συμβάν με τους δύο στρατιωτικούς, πληροφόρηση από διαφορετικές πηγές (ΓΕΕΘΑ, ΕΥΠ κ.λπ.), χωρίς όμως αυτές να είναι συντονισμένες και συγκροτημένες σε ένα ενιαίο και αξιοποιήσιμο σύνολο. Παρέλκει ίσως εδώ να υπενθυμίσω ότι εάν είχε λειτουργήσει το Γεωγραφικό Σύστημα Δορυφορικού Ελέγχου των Συνόρων, που ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Μ. Χρυσοχοΐδης είχε αποφασίσει να απεντάξει από την ΕΥΠ το 2010 και έκτοτε σαπίζει αχρησιμοποίητο στα υπόγεια της Κατεχάκη, τα πράγματα θα ήσαν σήμερα διαφορετικά.
Ως προς τον φορέα αξιοποίησης των πληροφοριών και διαχείρισης της κρίσης δεν χρειάζεται να δημιουργήσουμε ένα ΣΕΑ. Υπάρχει ήδη, εδώ και δεκαετίες, το ΚΥΣΕΑ (Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας). Το γεγονός ότι αυτό συνέρχεται όταν το συγκαλεί ο πρωθυπουργός, μόνο για να αποφασισθούν μεταβολές στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων ή για να εγκριθούν προμήθειες εξοπλισμών (ενίοτε χωρίς καν την παρουσία υπουργών αλλά με απλή περιφορά του σχετικού φακέλου προς υπογραφή…), ουδόλως σημαίνει ότι δεν μπορεί να διευρυνθεί η ημερησία διάταξή του με οτιδήποτε απαραίτητο κρίνει ο πρωθυπουργός για να εκπληρώσει η κυβέρνηση την αποστολή της.
Ας αποφεύγουμε, συνεπώς, να πετάμε την μπάλα στην εξέδρα και να ξαναανακαλύπτουμε τη ρόδα κάθε μέρα. Η χώρα διαθέτει το απαραίτητο νομικό πλαίσιο και ανθρώπους, ένστολους και μη, που ξέρουν να αντιμετωπίσουν επιτυχώς κρίσεις και να χαράξουν στρατηγική. Άλλο της λείπει …