Η Τουρκική επιθετικότητα δεν είναι για εσωτερική κατανάλωση
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
-Έχει ως στόχους την επέκταση και τον ενεργειακό πλούτο της Ελλάδος και της Κύπρου
Για μεγάλο διάστημα, οι συνήγοροι μιας κατευναστικής πολιτικής απέναντι στην Άγκυρα ερμήνευαν τις εκδηλώσεις της Τουρκικής προκλητικότητας και επιθετικότητας ως πολιτικό παιχνίδι για εσωτερική κατανάλωση. Ήταν ένας τρόπος να υποβαθμίζεται το πρόβλημα και να δικαιολογείται η συνέχιση μιας ανεδαφικής πολιτικής, που δεν ανταποκρίνεται στους κινδύνους που δημιουργεί για την Ελληνική πλευρά και στην ανάγκη να αντιμετωπισθεί εγκαίρως και αποτελεσματικά η Τουρκική επιθετικότητα.
Προφανώς, δεν λείπουν ποτέ από τη ζωντανή πολιτική πραγματικότητα κάθε χώρας στοιχεία δημαγωγίας, εντυπωσιασμού και διπλοπροσωπίας. Αυτά όμως δεν πρέπει να προκαλούν σύγχυση και να συγκαλύπτουν στρατηγικούς στόχους που επιδιώκει συστηματικά η πολιτική μιας χώρας, η οποία, άλλωστε, δεν περιορίζεται μόνο στο κυβερνών κόμμα αλλά υποστηρίζεται και από όλα τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Τουρκική πολιτική, όπως έχει διαμορφωθεί και αποκρυσταλλωθεί από τον σημερινό Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν και το κόμμα του κατά την τελευταία δεκαπενταετία, επιδιώκει σαφώς δύο μεγάλους στρατηγικούς στόχους που μας αφορούν. Ο πρώτος είναι η εδαφική επέκταση της Τουρκίας. Ο στόχος αυτός εμπνέεται από την ιδεολογία της παλινορθώσεως, όσο το δυνατόν, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της μετατροπής της σημερινής Τουρκίας σε μεγάλη πάλι δύναμη. Ο ιδεολογικός κινητήρας της υπερφίαλης αυτής φιλοδοξίας είναι, όπως και άλλοτε, το Ισλάμ και ακριβέστερα μια Ισλαμο-εθνικιστική πολιτική. Όταν ο Τούρκος Πρόεδρος και τα φερέφωνά του επαναλαμβάνουν συνεχώς ότι η Τουρκία είχε έκταση 18 εκατ. τετρ. χλμ. και ότι έμεινε με 700.000 τετρ. χλμ, υπονοούν σαφώς ότι η κατάσταση αυτή είναι απαράδεκτη και ότι πρέπει να αλλάξει.
Πρόκειται για μια εκδοχή της θεωρίας του ζωτικού χώρου. Υπεισέρχεται μάλιστα στο σημείο αυτό η σκιαμαχία του Ταγίπ Ερντογάν με τον Κεμάλ Ατατούρκ, στον οποίο χρεώνεται η αποδοχή της συρρικνώσεως της Τουρκίας στα 700.000 τετρ. χλμ. Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει ανάγκη επομένως από νίκες που θα υπερφαλαγγίσουν τον Κεμάλ Ατατούρκ και θα φέρουν τον ίδιο στην πρώτη θέση, ταυτόχρονα με την Ισλαμιστική μετεξέλιξη του Τουρκικού καθεστώτος.
Ο δεύτερος στρατηγικός στόχος της Άγκυρας είναι η λεγόμενη «συμμετοχή» στον ενεργειακό πλούτο της Ανατολικής Μεσογείου. Εάν κοιτάξει κανείς τον χάρτη, η Τουρκία δεν έχει υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο, στην οποία εντοπίζονται τα ενεργειακά αποθέματα. Προφανώς, η Άγκυρα θέλει να συμμετάσχει, διά της ισχύος, σε βάρος της ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου. Την πρόθεσή της αυτή η Άγκυρα δεν την αποκρύπτει. Τη διακηρύσσει. Επιδιώκει με την προβολή και την προπαγάνδα αυτή να στοιχειοθετήσει «δικαιώματα». Δηλώνει μάλιστα ότι το θέμα αυτό είναι τόσο μεγάλο και σημαντικό για την ίδια ώστε αξίζει να κάνει και πόλεμο ακόμη γι’ αυτό.
Όσο οι έρευνες στην Κυπριακή και Ελλαδική ΑΟΖ επιβεβαιώνουν την ύπαρξη πολύ σημαντικών κοιτασμάτων τόσο μεγαλώνει και εντείνεται το ενδιαφέρον της Άγκυρας και οι διεκδικήσεις της. Ενδεικτική από την άποψη αυτή είναι η πειρατική επέμβαση του Τουρκικού στόλου στο τεμάχιο 3 της Κυπριακής ΑΟΖ, αμέσως μετά την ανακάλυψη του πολύ σημαντικού κοιτάσματος «Καλυψώ» στο τεμάχιο 6.
Οι Τουρκικοί στρατηγικοί στόχοι δεν θα λαμβάνονταν υπ’ όψιν πολύ σοβαρά, εάν δεν συνοδεύονταν από τεράστιους εξοπλισμούς σε όλους τους τομείς, στους οποίους επιδίδεται συστηματικά η Άγκυρα. Οι εξοπλισμοί αυτοί έχουν ως στόχο να ανατρέψουν κάθε υπάρχουσα ισορροπία με την Ελλάδα και να αποτελέσουν εργαλείο για την προβολή των φιλοδοξιών μεγάλης δυνάμεως της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ως ειδικότερο στόχο έχουν την αμφισβήτηση της Κυπριακής και της Ελλαδικής ΑΟΖ και την εξυπηρέτηση των Τουρκικών επεκτατικών βλέψεων σε όλη τη γραμμή της Ελληνο-Τουρκικής αντιπαραθέσεως.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις καθιστούν σαφές ότι η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται ενώπιον ενός κινδύνου, ο οποίος δεν έχει συγκυριακό αλλά δομικό χαρακτήρα. Ο Τουρκικός κίνδυνος συμπληρώνεται άλλωστε με ασύμμετρες πολιτικές, που έχουν ως στόχο να αποδυναμώσουν τη συνοχή και το φρόνημα της Ελληνικής πλευράς και να μειώσουν τις αντιστάσεις της. Η πιο επικίνδυνη από τις πολιτικές αυτές είναι η εκπορευόμενη από την Τουρκία παράνομη μετανάστευση. Η πολιτική αυτή δεν έχει ως στόχο μόνο την Ελλάδα. Επιδιώκει γενικότερα την ενίσχυση της Μουσουλμανικής επιρροής στην Ευρώπη και την απόσπαση από την τελευταία οικονομικών και διπλωματικών ανταλλαγμάτων.
Ειδικά όμως σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η παράνομη μετανάστευση έχει καταστεί στα χέρια της Τουρκικής πολιτικής ένα πολύ επικίνδυνο γεωπολιτικό όπλο. Προάγει, μέσα από αυτήν, τη μετάλλαξη του δημογραφικού status quo στο Ανατολικό Αιγαίο και υπονομεύει την εθνική ασφάλεια, με τη δημιουργία Μουσουλμανικών προγεφυρωμάτων στα ακριτικά νησιά του Αιγαίου. Η συνεχής διοχέτευση στην Ελλάδα παρανόμων μεταναστών, υπό το πρόσχημα των προσφύγων, δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα, γιατί διασπά την αναγκαία συνοχή ενός εθνικού κράτους και μιας εθνικής κοινωνίας η οποία αντιμετωπίζει επιπλέον εξωτερικό κίνδυνο.
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται μάλιστα ως αποτέλεσμα της αλλαγής που έχει σημειωθεί στη μεταναστευτική πολιτική των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Ακόμη και η Γερμανία, που πρωτοστάτησε στο άνοιγμα των συνόρων για μια περίοδο, ακολουθεί τώρα αυστηρή πολιτική περιορισμού της μεταναστεύσεως. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ομολογεί επισήμως την εγκατάλειψη της πολιτικής, που είχε εξαγγείλει προηγουμένως, για μετεγκατάσταση παρανόμων μεταναστών και προσφύγων από την Ελλάδα και Ιταλία σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Αντιθέτως, εξαγγέλλει πολιτικές, όπως το πρόγραμμα «HELIOS» και το πρόγραμμα «EΣΤΙΑ», για μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, των εισερχομένων παρανόμων μεταναστών.
Η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται ενώπιον ενός απροκάλυπτου κινδύνου. Η κατάσταση αυτή πρέπει να συνειδητοποιηθεί και να μεταφρασθεί σε συγκεκριμένες πολιτικές:
• όχι στην επανάπαυση, στον κατευνασμό και στον ενδοτισμό
• όχι στις ασύμμετρες Τουρκικές πολιτικές, μία από τις οποίες είναι και η υφαρπαγή των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στη Θράκη
• άμεση ενίσχυση της άμυνας της χώρας και του εθνικού φρονήματος
• αλλαγή πολιτικής στο θέμα των σχέσεων της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή ένωση. Θα δώσει η Ελλάδα τη συγκατάθεσή της για την προγραμματιζόμενη Σύνοδο Κορυφής Ευρώπης – Τουρκίας στη Βάρνα, στις 26 Μαρτίου, ενώ συνεχίζεται η ίδια προκλητική Τουρκική πολιτική;
• Καμιά επιστροφή σε ψευτοδιακοινοτικές συνομιλίες στην Κύπρο, υπό τον εκβιασμό του «Αττίλα ΙΙΙ» στην Κυπριακή ΑΟΖ.