Σε καθεστώς ομηρίας και κηδεμονίας επιδιώκει να θέσει ο Ερντογάν την Ελλάδα και την Κύπρο
Η ώρα της αλήθειας στις σχέσεις με την Τουρκία
Υπό ομηρία και σε καθεστώς κηδεμονίας επιχειρεί να θέσει η Τουρκία την Ελλάδα και την Κύπρο, θεωρώντας ότι με μικρό ή και ανύπαρκτο κόστος μπορεί να πετύχει πάγιες επιδιώξεις της στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Κυπριακό, τη στιγμή που δοκιμάζεται σκληρά η αξιοπιστία των επιλογών του Ταγίπ Ερντογάν στη Συρία.
Η υπόθεση των δύο ελλήνων στρατιωτικών αλλά και η πολιτική των κανονιοφόρων που ασκεί στη Μεσόγειο και στο Αιγαίο ανέδειξε τις τελευταίες εβδομάδες το πρόβλημα στρατηγικής που έχει και η Αθήνα, καθώς εμφανίσθηκε ανέτοιμη να αντιμετωπίσει στοιχεία υβριδικού πολέμου που ασκεί η Άγκυρα, βασιζόμενη στις κατά φαντασίαν, όπως αποδείχθηκε, προσωπικές επαφές των ηγεσιών των δύο χωρών.
Όσων έχουν ζητήσει πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα και χαρακτηρίζονται συλλήβδην τρομοκράτες δεν εκτιμήθηκε σωστά από την Αθήνα, καθώς τελικά γκρέμισε τους όποιους διαύλους επικοινωνίας υπήρχαν
Πέραν φυσικά των στρατηγικών βλέψεων της Τουρκίας, η υπόθεση των οκτώ τούρκων αξιωματικών αλλά και όλων όσων έχουν ζητήσει πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα και από τον κ. Ερντογάν χαρακτηρίζονται συλλήβδην τρομοκράτες έχει ρίξει μια βαριά σκιά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η οποία, επειδή χτύπησε τις ευαίσθητες χορδές του τούρκου ηγέτη, που το εξέλαβε και ως προσωπική βεντέτα, λαμβάνει ακόμη πιο σοβαρές διαστάσεις.
Αυτό δεν εκτιμήθηκε σωστά από την Αθήνα, καθώς τελικά γκρέμισε τους όποιους διαύλους επικοινωνίας υπήρχαν. Και έτσι βρέθηκαν να προσπαθούν να συνομιλήσουν για τους δύο στρατιωτικούς οι δύο Α/ΓΕΕΘΑ, χωρίς φυσικά κανένα αποτέλεσμα, μιας και οι αποφάσεις για τη δικαστική πορεία της υπόθεσής τους λαμβάνονται όχι φυσικά από έναν απλό δικαστή αλλά από το ίδιο το στενό επιτελείο του κ. Ερντογάν.
Η ασάφεια που δημιουργείται γύρω από τη διαδικασία που ακολουθείται σχετικά με τους δύο στρατιωτικούς μας και η επίγνωση των δυνατοτήτων που προσφέρει στο τουρκικό καθεστώς η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που ισχύει στην Τουρκία δημιουργεί πλέον βάσιμες υποψίες ότι η Άγκυρα θα κρατήσει εν είδει αιχμαλώτων τους δύο άνδρες, προκειμένου να μπορεί κατά βούληση να ασκεί πίεση στην Ελλάδα, όπου το θέμα, όπως είναι φυσικό, έχει πάρει διαστάσεις και ερεθίζει την κοινή γνώμη.
Σε ό,τι αφορά τη διεθνοποίηση της υπόθεσης, η κυβέρνηση βρήκε μάλλον κλειστά αυτιά και στην ΕΕ και φυσικά στο ΝΑΤΟ. Σε ό,τι αφορά την ΕΕ, φαίνεται ότι οι εταίροι θεωρούν ότι έχουν ήδη φορτωθεί πολλά στην ατζέντα των ευρωτουρκικών σχέσεων για να προστεθεί ένα ακόμη και εξαιρετικά ευαίσθητο ζήτημα, μιας και η (ειρωνική) απάντηση του Ταγίπ Ερντογάν θα είναι ότι για το θέμα αποφασίζει η… ανεξάρτητη δικαιοσύνη της Τουρκίας.
Συνάντηση Κορυφής ΕΕ – Τουρκίας, στη Βάρνα, στις 26 Μαρτίου
Το ερώτημα είναι εάν ο κ. Τσίπρας θα επιλέξει να επιβάλει το θέμα στην ατζέντα της άτυπης Συνόδου Κορυφής, η οποία και θα αποφασίσει για το τι θα συζητηθεί στη Συνάντηση Κορυφής ΕΕ – Τουρκίας, στη Βάρνα, στις 26 Μαρτίου. Θα είναι πάντως σοβαρό πλήγμα και για την Ελλάδα και για την Κύπρο αν η συνάντηση αυτή γίνει κανονικά, ενώ στις τουρκικές φυλακές θα παραμένουν δύο έλληνες στρατιωτικοί και στην κυπριακή ΑΟΖ θα επιβάλλονται τετελεσμένα από το Τουρκικό Ναυτικό εις βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων ενός κράτους-μέλους.
Σε ό,τι αφορά την επίκληση του θέματος στην πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο κ. Τσίπρας με τον ΓΓ του ΟΗΕ Αντ. Γκουτιέρες, είναι προφανές ότι ο ΟΗΕ δεν έχει και δεν μπορεί να παίξει κανέναν ρόλο διαμεσολαβητή, ειδικά μάλιστα μεταξύ δύο γειτονικών χωρών που έχουν φιλικές σχέσεις και συμμετέχουν από κοινού στο ΝΑΤΟ.
Όμως το κομβικό σημείο για την πορεία και των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι οι εξελίξεις στην κυπριακή ΑΟΖ. Αν και εκτιμάται ότι η Τουρκία δεν θα εμποδίσει τα δύο ερευνητικά σκάφη της EXXON MOBIL να κάνουν τις έρευνές τους, που σκοπό έχουν την προετοιμασία των γεωτρήσεων που θα γίνουν το β’ εξάμηνο του 2018, η πολεμική ρητορική που έχει υιοθετήσει η Άγκυρα δημιουργεί σοβαρό προβληματισμό.
Κάθε επεισόδιο στην κυπριακή ΑΟΖ που θα μπορούσε να κλιμακωθεί στρατιωτικά αφορά άμεσα την Ελλάδα, καθώς η αμφισβήτηση της κυπριακής ΑΟΖ συνδέεται και με την αμφισβήτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Η Τουρκία πάντως φαίνεται ότι θα επιμείνει στην τακτική της παρενόχλησης ή ακόμη και παρεμπόδισης των δραστηριοτήτων των ξένων πετρελαϊκών εταιρειών, προβάλλοντας συγχρόνως το επιχείρημα ότι πρέπει να έχει λόγο και η τουρκοκυπριακή κοινότητα (άλλοτε την παρουσιάζουν ως κοινότητα, άλλοτε ως «κρατική οντότητα») τόσο στον σχεδιασμό όσο και στις αποφάσεις για το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Βεβαίως, είναι εντελώς διαφορετικό το αίτημά τους να έχουν δικαίωμα οι Τουρκοκύπριοι να απολαύσουν και οι ίδιοι το μερίδιο που τους αναλογεί από τους φυσικούς πόρους του νησιού, κάτι που μπορεί να διασφαλισθεί με την ίδρυση του Ταμείου Υδρογονανθράκων, και εντελώς διαφορετικό να απαιτείται από την Κυπριακή Δημοκρατία να εκχωρήσει κρίσιμα κυριαρχικά δικαιώματα στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, η οποία μάλιστα είναι συγχρόνως οχυρωμένη πίσω από το καθεστώς του ψευδοκράτους. Δηλαδή, οι Τουρκοκύπριοι, μέσω του ψευδοκράτους, υποστηρίζουν ότι ασκούν εξουσία και κυριαρχία στα εδάφη και τις θαλάσσιες ζώνες που ελέγχουν, με την παρουσία και του κατοχικού στρατού, και συγχρόνως απαιτούν να έχουν λόγο ισότιμο, και μάλιστα πριν από τη λύση του Κυπριακού, στα θέματα που αφορούν την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όμως, όπως έχει ήδη διαφανεί, προκειμένου να αποφευχθεί μία κρίση, στην οποία φαίνεται να θέλει να οδηγήσει τα πράγματα η Τουρκία, η πίεση θα στραφεί στον Ν. Αναστασιάδη για επανέναρξη των συνομιλιών. Κάτι που είναι πρόθυμη να πράξει η κυπριακή ηγεσία, με μια όμως σημαντική διαφορά: Δεν μπορεί να αποδεχθεί το πάγωμα των ερευνών, όπως απαιτεί η Τουρκία…
Κωνσταντίνος Τσάκαλος