Το σκάνδαλο Novartis ενσωματώνει τα κόμματα της διαπλοκής
Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών
Είναι κοινώς παραδεκτό ότι η υπόθεση Novartis αποτελεί ένα διεθνές σκάνδαλο, το οποίο περιλαμβάνεται και η χώρα μας. Ένα σκάνδαλο που, ανεξαρτήτως της ενοχής ή μη των πολιτικών προσώπων που αναφέρονται στη δικογραφία, θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στις πολιτικές και κομματικές εξελίξεις. Οι επιπτώσεις αυτές, λόγω του δομικού χαρακτήρα του σκανδάλου, δεν αφορούν μόνο το επόμενο χρονικό διάστημα αλλά πιθανόν να επεκταθούν σε μεγάλο χρονικό βάθος.
Κι αυτό γιατί το σκάνδαλο Novartis αποκαλύπτει -και θα πλήξει πιθανότατα- τα θεμέλια αναπαραγωγής των κομμάτων που διαχειρίζονται το σύστημα εδώ και δεκαετίες.
Η αντιμετώπιση και η διαχείριση του σκανδάλου Novartis από την πλευρά της ΝΔ -αλλά στη πράξη και από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ- συνιστά ένα εξίσου σοβαρό πολιτικό σκάνδαλο. Κι αυτό γιατί οι μέθοδοι και η πολιτική επιχειρηματολογία που ακολουθούν οι ηγεσίες αλλά και στελέχη των κομμάτων αυτών δεν αποτελούν παρά μια ολομέτωπη, αντιθεσμική και αντιδημοκρατική επίθεση (με συχνά χυδαίες εκδοχές) κατά λειτουργών της Δικαιοσύνης και κατά θεσμικών-νομικών κανόνων και λειτουργιών που θεσπίσθηκαν από το ίδιο το Κοινοβούλιο.
Η μέθοδος αντιστροφής της πραγματικότητας
Στη δικαστική-δικονομική διαδικασία η μέθοδος αυτή είναι γνωστή και αναγνωρίσιμη: Όταν ο εγκαλούμενος δεν μπορεί να αντιτάξει γεγονότα ή αποδεικτικά στοιχεία ή νομικά επιχειρήματα προκειμένου να καταρρίψει το κατηγορητήριο, τότε αμφισβητεί το δικαστήριο, τους ίδιους τους δικαστές (αίτημα εξαίρεσης) αλλά και τα ίδια τα καταγεγραμμένα γεγονότα… Όταν δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα, τότε την αλλάζεις, την προσαρμόζεις στα μέτρα σου…
Αυτήν την τακτική, που de facto υιοθετείται από πολλούς πραγματικούς ενόχους, επέλεξε η ΝΔ και σε μεγάλο βαθμό και το ΠΑΣΟΚ. Αντιστρέφουν κυριολεκτικώς την πραγματικότητα:
«Δεν υπάρχει σκάνδαλο Novartis αλλά ‘‘συνήθεις επιχειρηματικές πρακτικές’’ που οριοθετούνται αυστηρά στο ‘‘τιμ’’ των χιλιάδων γιατρών που συνταγογραφούσαν αδιαλείπτως… Πρόκειται αντίθετα (Αντ. Σαμαράς – Άδ. Γεωργιάδης – Κυρ. Μητσοτάκης – Ευ. Βενιζέλος – Ανδρ. Λοβέρδος) για μια συνομωσία που εξεπόνησε ο πρωθυπουργός σε συνεργία και σε αγαστή συνεργασία με λειτουργούς της Δικαιοσύνης… Αυτοί εφηύραν τους μάρτυρες-κουκουλοφόρους, που ψευδομαρτυρούν κατά παραγγελίαν προκειμένου να πλήξουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους…».
Αυτή η πολιτική επιχειρηματολογία συνεπάγεται αυτόματα την απαξίωση και καταγγελία -μέσω μηνύσεων- των προστατευόμενων μαρτύρων αλλά και των δικαστικών λειτουργών που «συμμετέχουν στην οργανωμένη κυβερνητική συνωμοσία».
Ακόμα και οι ελεγχόμενοι από το σύστημα θύλακες στο εσωτερικό της Δικαιοσύνης ενεργοποιήθηκαν -μέσω της συλλογής υπογραφών- προκειμένου να αφαιρέσουν από την εντεταλμένη, σύμφωνα με τον νόμο, ειδική εισαγγελική αρχή την υπόθεση και να τη διαχειρισθούν καταλλήλως… Όπως συνέβη με τόσα και τόσα σκάνδαλα, που είτε παρέμειναν στα συρτάρια μέχρι την παραγραφή τους είτε το κατηγορητήριο εξαχνώθηκε σε πλημμελήματα και μικροπαραβάσεις… Ώστε το σύστημα της διαπλοκής και οι κομματικοί του εκπρόσωποι να ξεπλένονται κάθε φορά και να συνεχίζουν, απτόητοι και αποκαθαρμένοι, να επιτελούν τον ιστορικό τους προορισμό.
Η αδυναμία αντιμετώπισης, η άρνηση της πραγματικότητας, που οδηγεί στην απαξίωση, τον ευτελισμό ή και στην ανοικτή καταγγελία κορυφαίων θεσμικών λειτουργιών, δεν αποτελεί ένα συγκυριακό γεγονός, μια λανθασμένη επιλογή της ηγεσίας της ΝΔ, αλλά την έκφραση μιας ιστορικά συντελεσθείσας ήδη ακροδεξιάς μεταλλαγής.
ΝΔ: Η ιδεολογικοπολιτική «ηγεμονία» του Αντ. Σαμαρά
Το μανιφέστο-μήνυση του Αντ. Σαμαρά αποκαλύπτει τη μεταλλαγή αυτή και τα δομικά προβλήματα της ΝΔ σε πολιτικοϊδεολογικό επίπεδο αλλά και τους συσχετισμούς δυνάμεων που έχουν διαμορφωθεί στο εσωτερικό του κόμματος αυτού.
Ο Αντ. Σαμαράς δεν επιδιώκει απλώς την προσωπική του δικαίωση, δεν επιθυμεί απλώς μια θριαμβευτική επάνοδο. Αποβλέπει παράλληλα να νομιμοποιήσει τη νεοφιλελεύθερη-ακροδεξιά πολιτική που εφάρμοσε ο ίδιος ως αρχηγός της ΝΔ, να τονίσει ότι η σημερινή πολιτικοϊδεολογική ταυτότητα της ΝΔ είναι δικό του δημιούργημα και να υπομνήσει παράλληλα στους μετριοπαθείς κεντροδεξιούς ότι δεν έχουν κανένα περιθώριο κινήσεων, πλην της πλήρους υποταγής τους στον κυρίαρχο ακροδεξιό-νεοφιλελεύθερο-εθνικιστικό λόγο, τον οποίο εκφράζει αυθεντικά ο ίδιος.
Γι’ αυτό και το μανιφέστο του ο Αντ. Σαμαράς το δημοσιοποίησε τηλεοπτικά στα γραφεία της ΝΔ.
Η ΝΔ: Τμήμα του σκανδάλου Novartis
Ο Κυρ. Μητσοτάκης, ο οποίος εδώ και αρκετό καιρό έχει απολέσει ουσιαστικά τον κυρίαρχο ρόλο του, δηλαδή τη δυνατότητά του να καθορίζει ο ίδιος τις πολιτικές της ΝΔ, περνά σε έναν δεύτερο ρόλο, συρόμενος στις επιλογές του Αντ. Σαμαρά και του Άδ. Γεωργιάδη.
Ποιο είναι το αποτέλεσμα της αναδιάταξης αυτής;
Ο Κυρ. Μητσοτάκης ταύτισε πρακτικά τις τύχες του κόμματός του αλλά και του προσώπου του με την τύχη του Αντ. Σαμαρά, του Άδ. Γεωργιάδη και των ενεχόμενων στη δικογραφία του σκανδάλου.
Δεν φρόντισε να διασφαλίσει μια σχετική αυτονομία κινήσεων στη ΝΔ, να διαμορφώσει μια θεσμική προστασία στο κόμμα του, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει τυχόν δυσμενείς εξελίξεις.
Με τον τρόπο αυτό η ΝΔ και τα στελέχη της ενσωματώθηκαν στο σκάνδαλο Novartis, μετατράπηκαν σε τμήμα του σκανδάλου και αναπόφευκτα νομιμοποιούν πολιτικά, έστω και έμμεσα, τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν.
Ο κίνδυνος που προκύπτει είναι προφανής: Στην περίπτωση που η έρευνα αποδείξει την ενοχή πολιτικών προσώπων για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, τότε η ΝΔ είτε βυθίζεται αύτανδρη στον βούρκο του σκανδάλου είτε οδηγείται σε διάσπαση.
ΠΑΣΟΚ: Μικρές διαφοροποιήσεις αλλά σύμπλευση με ΝΔ
Ο έτερος συστημικός εταίρος, το ΠΑΣΟΚ, ακολουθεί μια παράλληλη τροχιά, με κάποιες, δευτερεύουσας φύσης, διαφοροποιήσεις. Την πολιτική ηγεμονία της αντιμετώπισης του σκανδάλου Novartis ασκεί το δίδυμο Ευ. Βενιζέλου – Ανδρ. Λοβέρδου, οι θέσεις των οποίων περί συνωμοσίας ταυτίζονται πλήρως με τα επιχειρήματα της ΝΔ. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ επιχειρεί -ανεπιτυχώς- να κρατήσει κάποιες αποστάσεις, όμως ουσιαστικά σύρεται στις επιλογές του διδύμου των πρωταγωνιστών… Ασφαλώς το ΠΑΣΟΚ έχει πληγεί καίρια από υποθέσεις σκανδάλων… Δεν ισχύει όμως καν το γνωμικό «ο βρεμένος τη βροχή δεν τη φοβάται», γιατί, πέραν των ενδεχομένων, βαρυτάτων επιπτώσεων του σκανδάλου Novartis, που θα οδηγούσαν το ΠΑΣΟΚ στον αφανισμό, υπάρχει ένας ακόμα σοβαρός λόγος που συνδέεται με τη συγκυρία.
Γιατί την περίοδο αυτή προωθείται το εγχείρημα της ανασυγκρότησης της αποκαλούμενης «Κεντροαριστεράς», το ιδρυτικό συνέδριο της οποίας προγραμματίσθηκε να διενεργηθεί στα τέλη Μαρτίου… Είναι προφανές ότι το σκάνδαλο Novartis δεν θα πλανάται απλώς ως φάντασμα πάνω από το συνέδριο αλλά θα αναζωπυρώσει έντονες αντιθέσεις μεταξύ κομματικών φορέων και προσώπων, υπομιμνήσκοντας παράλληλα ότι κανενός είδους Κεντροαριστερά δεν μπορεί να προκύψει όσο αυτή είναι εγκλωβισμένη στο δίπολο νεοφιλελευθερισμός-διαπλοκή και όσο η αντι-ΣΥΡΙΖΑ στρατηγική την οδηγεί νομοτελειακά σε πλήρη σύμπλευση με τη ΝΔ.
Η πολιτική διαχείριση του σκανδάλου
Το σκάνδαλο Novartis μπορεί να ενισχύσει, θεωρητικώς, το πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Το σκάνδαλο αυτό αποτελεί κορυφαίο υπόδειγμα της δομής και της λειτουργίας του πολιτικοκοινωνικού συστήματος της διαπλοκής (σε διεθνές μάλιστα επίπεδο), σε άμεση σύνδεση μάλιστα με τη νεοφιλελεύθερη, αντικοινωνική στρατηγική που στρέφεται κατά του κορυφαίου κοινωνικού θεσμού, αυτού της Υγείας, επαληθεύοντας τις στρατηγικές στοχεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως η ίδια η αντιμετώπιση και διαχείριση του σκανδάλου από κυβερνητικής πλευράς αποτελεί μια εξίσου κρίσιμη πολιτική πράξη και στάση όσον αφορά την αποκάλυψη όλων των πτυχών του σκανδάλου αλλά και την καταξίωση της θεσμικής λειτουργίας της αντικειμενικότητας και της αποτελεσματικότητας υψίστων θεσμικών ερεισμάτων της δημοκρατικής πολιτείας, όπως το Κοινοβούλιο και η Δικαιοσύνη.
Η διαπλοκή και τα πολιτικοοικονομικά της στηρίγματα δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά παρά μόνο από τους ίδιους τους δημοκρατικούς θεσμούς και κανόνες. Με τη διαρκή βεβαίως υπόμνηση ότι οι ίδιοι οι λειτουργοί τους θα στέκονται στο ύψος τους και θα προασπίζουν την αξιοπρέπεια και την αξιοπιστία των δημοκρατικών αυτών θεσμών.
Μέχρι σήμερα συγκρούονται δύο συστήματα, δύο κόσμοι: Ο κόσμος της διαπλοκής, που θέλει να επιβάλει τον «νόμο της Ανομίας», και οι ύπατοι θεσμοί της Πολιτείας, που προασπίζονται τους νόμους της Δημοκρατίας, το περιεχόμενο και τις επιταγές του Συντάγματος, πέρα από συσχετισμούς, σκοπιμότητες και συμφέροντα.
Κι αυτή η μείζων, η ιστορική αναμέτρηση θα πρέπει, επιτέλους, να λήξει υπέρ της Δημοκρατίας.