Β. Κορκίδης: «Μικρομεσαία Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα – Παρόν και προοπτικές»
Για πολλά χρόνια διατυπώνονταν από πολλές πλευρές απόψεις περί μιας δήθεν προβληματικής κατάστασης στην ελληνική αγορά, λόγω της λειτουργίας πολλών Μμε επιχειρήσεων. Η άποψη αυτή αγνοεί τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα της χώρας. Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης οι μικρομεσαίες και ιδίως οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομία, στην απασχόληση, αλλά και στην εν γένει αναπτυξιακή πορεία κάθε Κράτους – Μέλους. Και φυσικά στην Ελλάδα της κρίσης οι Μμε επιχειρήσεις λειτούργησαν προς μια κατεύθυνση άμβλυνσης των επώδυνων οικονομικών και κοινωνικών της επιπτώσεων.
Το ειδικό βάρος των ελληνικών Μμε επιχειρήσεων είναι μεγαλύτερο σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του τελευταίου διαθέσιμου SBA Fact Sheet for Greece της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι ελληνικές πολύ μικρές (micro) και μικρές επιχειρήσεις, ανέρχονται σε 701.763 μονάδες και αντιστοιχούν στο 99,6% του συνόλου των επιχειρήσεων, απασχολούν πάνω από τα 3/4 (76% ή 1.626.135 άτομα) των εργαζομένων στις επιχειρήσεις – ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος εκτιμάται στο 49,7%, παράγουν το 56,2% της προστιθέμενης αξίας, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο: 39,2%.
Οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) ανέρχονται σε 704.339 μονάδες και αντιστοιχούν στο 99,9% του συνόλου των επιχειρήσεων, απασχολούν πάνω από τα το 87% (87,3% ή 1.867.240 άτομα) των εργαζομένων στις επιχειρήσεις – ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος εκτιμάται στο 66,8%, παράγουν το 75,1% της προστιθέμενης αξίας, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο: 57,4%.
Ποια είναι η σημασία των πολύ μικρών (micro) και μικρών επιχειρήσεων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο; Οι πολύ μικρές (micro) και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα εξακολουθούν να προσφέρουν το 76% των θέσεων εργασίας στον επιχειρηματικό /ιδιωτικό τομέα, με το μερίδιο των απασχολουμένων σε «micro» επιχειρήσεις στην Ελλάδα να καταγράφει διπλάσιες επιδόσεις από το αντίστοιχο μερίδιο στην Ευρώπη (59,1% έναντι 29,5%). Παράλληλα, η συμμετοχή τους στη συνολικά παραγόμενη προστιθέμενη αξία του επιχειρηματικού/ιδιωτικού τομέα παραμένει σε υψηλά επίπεδα (πολύ μικρές & μικρές: 56,2% και 75,1% για το σύνολο των μικρομεσαίων), ενώ είναι κατά πολύ μεγαλύτερη της αντίστοιχης συμμετοχής στην Ευρώπη σε όλη τη διάρκεια της ύφεσης.
Είναι γεγονός ότι η οικονομική ύφεση έπληξε σημαντικά την αγορά εργασίας. Από την εμφάνιση της κρίσης έως σήμερα έχουν απολεσθεί περίπου 443.605 θέσεις απασχόλησης στον επιχειρηματικό/ιδιωτικό τομέα στο σύνολο των ΜμΕ, ενώ σε επίπεδο πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων οι καθαρές απώλειες υπολογίζονται στις 372.280 θέσεις. Τα παραπάνω στοιχεία είναι απόρροια της καθαρής συρρίκνωσης του αριθμού των επιχειρήσεων (πολύ μικρές και μικρές) την περίοδο της κρίσης κατά 144.060 μονάδες. Εντούτοις, από το 2014 μέχρι και σήμερα παρατηρείται μικρή άνοδος του αριθμού των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα (περίπου +29.050 επιχειρήσεις).
Κατά τη γνώμη μας, οι προαναφερθείσες επισημάνσεις επιβεβαιώνουν την ιδιαίτερη σημασία των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων για την ελληνική οικονομία, καθώς έχει πλέον καταστεί σαφές πως η ανάκαμψη, επομένως και η έξοδος από την κρίση, περνούν μέσα από τη στήριξη των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Ποιες είναι, επομένως, οι μελλοντικές προοπτικές των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων; Προκειμένου η εγχώρια επιχειρηματικότητα να μετατραπεί σε έναν ουσιαστικό πυλώνα ανάπτυξης και προώθησης της καινοτομίας, πρέπει να ικανοποιηθούν πάγια αιτήματα των εκπροσώπων της, για τη διαμόρφωση ενός περισσότερο φιλικού περιβάλλοντος. Τα σημαντικότερα εξ’ αυτών συνοψίζονται:
• Στην ανάγκη θέσπισης ενός απλοποιημένου και σταθερού φορολογικού συστήματος, με βασικό χαρακτηριστικό την υιοθέτηση χαμηλότερων φορολογικών συντελεστών. Ειδική πρόβλεψη πρέπει να υπάρχει για εκείνες τις επιχειρήσεις που καθόλη τη διάρκεια της ύφεσης επέδειξαν αξιοσημείωτη συνέπεια, όσον αφορά στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους (θεσμοθέτηση της εντός της κρίσης μικρομεσαίας επιχείρησης).
• Στην εφαρμογή μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και διασφαλίζουν όρους ισότιμης μεταχείρισης, όπως: την εφαρμογή του επαγγελματικού/επιχειρηματικού λογαριασμού με παράλληλη ισχύ του αφορολόγητου ορίου και του «κτισίματός» του – μέσω ηλεκτρονικών αποδείξεων – και για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
• Στην καθολική χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, με εξορθολογισμό των χρεώσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα και τον εναρμονισμό τους με τις προβλεπόμενες Κοινοτικές Οδηγίες.
• Στη διοχέτευση πόρων στην πραγματική οικονομία, με έμφαση στις μικρότερου μεγέθους επιχειρήσεις, αρκετές εκ των οποίων έχουν ή τηρούν τις προϋποθέσεις για να αποκτήσουν εξαγωγικό προσανατολισμό. Η υφιστάμενη χορήγηση δανείων δεν επαρκεί για την αναγκαία τόνωση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, με συνέπεια η στροφή σε εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης όπως οι μικροπιστώσεις, οι εγγυήσεις, τα Venture capital και το Crowdfunding να συνιστά επιτακτική ανάγκη.
Η επιχειρηματικότητα βρίσκεται στη βάση, είναι το θεμέλιο του τρόπου ζωής μας. Η δράση στον ιδιωτικό τομέα εμπερικλείει τη δημιουργικότητα ενός ατόμου, το πνεύμα του υγιούς ανταγωνισμού, το εύλογο ρίσκο που λειτουργεί προωθητικά, την ικανοποίηση ότι έχεις δημιουργήσει κάτι από το μηδέν. Πολλοί νομίζουν ότι τα πάντα έχουν μια χρηματική διάσταση. Προφανώς και μία οικονομική δραστηριότητα κρίνεται από το πόσο προσοδοφόρα είναι, αλλά γύρω από μία επιχείρηση αναπτύσσονται κοινωνικές σχέσεις και μια προστιθέμενη αξία που έχει μεταξύ άλλων και πολιτισμικές απολήξεις. Θυμηθείτε πόσο ξένα έμοιαζαν τα κέντρα των πόλεων μετά τον ορυμαγδό των λουκέτων; Το πόσο επιχειρηματίες και καταναλωτές αλληλεπιδρούσαν με βάση μια πολύ αρνητική οικονομική κατάσταση; Το άσχημο κλίμα σε όλες τις συναλλαγές και το κυριότερο την απαισιοδοξία που εδραιωνόταν σε κάθε επιχείρηση, σε κάθε νοικοκυριό. Όλα αυτά είναι επιπτώσεις της κρίσης που υπερβαίνουν κάποιους δυσμενείς οικονομικούς δείκτες. Και η ανάταξη της επιχειρηματικότητας είναι η απάντηση σε όλα αυτά.
Έχω στην τιμή να εκπροσωπώ το εμπόριο και τη Μμε επιχείρηση τόσο στον Πειραιά όσο και σε εθνικό επίπεδο. Όλα αυτά τα χρόνια είχαμε να διαχειριστούμε το άβολο έργο του να προωθήσουμε τα συμφέροντα των συναδέλφων σε ένα δυσμενέστατο, εχθρικό περιβάλλον. Από το 2010 και έπειτα τα προβλήματα αυξάνονταν με γεωμετρική πρόοδο. Φορο-επιδρομή, αλλεπάλληλες μειώσεις μισθών, προβλήματα ρευστότητας, πτωχεύσεις, κατάρρευση εισοδημάτων, καταρράκωση της καταναλωτικής ψυχολογίας. Είναι αδύνατον να μην επηρεάζεσαι από αυτή τη ζοφερή κατάσταση.
Ωστόσο, η ελπίδα που κανοναρχούσε τις πράξεις μας προερχόταν από τους ίδιους τους συναδέλφους. Από τους εμπόρους που έδιναν την καθημερινή μάχη διαχειριζόμενοι τις δυσκολίες. Από τη συλλογική εμπειρία των ελλήνων επιχειρηματιών που προσαρμόστηκαν σε αντίξοες συνθήκες και μεγαλούργησαν. Από την ευρηματικότητα που έδινε λύσεις εκεί που φαίνονται αδιέξοδα.
Αυτή είναι η μεγάλη παρακαταθήκη της κρίσης στις μέλλουσες γενιές· ότι η απάντηση στα προβλήματα και η υπέρβασή τους θα ‘ρθει από τον ιδιωτικό τομέα, θα ‘ρθει από την αγορά, θα ‘ρθει από το μικρομεσαίο επιχειρείν.