Χάνει η χώρα λεφτά και από τις εξαγωγές και από τις εισαγωγές, που ξεπέρασαν τα 50 δισ. ευρώ!
Πρόσφατα είδαν το φως της δημοσιότητας τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ με τις εισαγωγές, τις εξαγωγές και το εμπορικό ισοζύγιο για το 2017. Και τα τρία βασικά αυτά μεγέθη παρουσίασαν αύξηση, με τη διαφορά ότι οι εισαγωγές ξεπέρασαν για πρώτη φορά τα 50 δισ. και το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου έφτασε και αυτό στα 21,4 δισ. ευρώ, που αποτελεί ρεκόρ, οι δε εξαγωγές, καίτοι παρουσίασαν αύξηση, δεν ήταν σε επίπεδο τέτοιο που θα μείωναν το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Τα ελληνικά προϊόντα τα επεξεργάζονται οι ξένοι και κερδίζουν από την προστιθέμενη αξία
Αν και τα αριθμητικά μεγέθη μιλούν από μόνα τους, το στοιχείο που εντυπωσιάζει είναι η σύνθεση των προϊόντων των εισαγωγών – εξαγωγών που κρύβεται κάτω από τις επικεφαλίδες. Σε γενικές γραμμές, οι εξαγωγές της χώρας έχουν για χρόνια την ίδια εικόνα. Κυριαρχούνται από προϊόντα σε πρωτογενή μορφή με ανύπαρκτη έως ελάχιστη προστιθέμενη αξία. Τα προϊόντα αυτά αξιοποιούνται στη συνέχεια με επεξεργασία τους από τους ξένους εισαγωγείς και τελικά καταλήγουν στις ξένες αγορές σε πολλαπλάσιες τιμές από τις εισαγόμενες. Το φαινόμενο αυτό διογκώθηκε τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της κρίσης που έπληξε με σφοδρότητα τη μικρομεσαία μεταποιητική επιχείρηση, με αποτέλεσμα να χαθεί η δυνατότητα επεξεργασίας των ελληνικών πρώτων υλών και αγροτικών προϊόντων με στόχο την αύξηση της προστιθέμενης αξίας. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις το ελαιόλαδο και σειρά άλλων πρωτογενών προϊόντων.
Πρόσφατα παρατηρείται μια προσπάθεια νέων ανθρώπων να προσφέρουν ολοκληρωμένες λύσεις και προϊόντα με τυποποιήσεις, βιολογικές καλλιέργειες, ηλεκτρονικές εφαρμογές, κ.λπ., και είναι το μόνο ουσιαστικό και αισιόδοξο μήνυμα, αν βέβαια η γραφειοκρατία και η τραπεζική μικρόνοια το αφήσουν να ευδοκιμήσει.
Το μεγάλο όμως ερώτημα, αν και ακούγεται παράλογο, είναι: Θέλει πραγματικά η Πολιτεία νέες και υγιείς επιχειρήσεις; Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η εξοντωτική, αν όχι εκδικητική, φορολογία στην επιχειρηματικότητα; Το θέμα είναι τεράστιο και δεν εξαντλείται σε ένα σημείωμα.
Αναφορικά με τις εξαγωγές, μια παρατήρηση, με ό,τι σημαίνει και με την επικαιρότητα που αποκτά με τα τελευταία γεγονότα, είναι ότι μέχρι προ δύο-τριών ετών η Τουρκία αποτελούσε τον μεγαλύτερο εισαγωγέα ελληνικών προϊόντων και σήμερα εξακολουθεί να είναι από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς μετά την Ιταλία, τη Γερμανία και την Κύπρο.
Το άλλο μεγάλο κεφάλαιο που επηρεάζει την οικονομία, αλλά κυρίως την καθημερινότητα του απλού πολίτη, είναι οι εισαγωγές, που το μέγεθός τους των 50 δισ. ευρώ προκαλεί δέος αλλά και απογοήτευση για τα προϊόντα που εισάγονται.
Στο παρελθόν, όταν υπήρχε ακόμη βιομηχανία και βιοτεχνία, βασικά προϊόντα εισαγωγής ήταν μηχανολογικός εξοπλισμός, βιομηχανικές πρώτες ύλες, πετρελαιοειδή, φάρμακα, αυτοκίνητα κ.λπ. Πέρα από τα πετρελαιοειδή και τα φάρμακα, που είναι σήμερα στο κέντρο της επικαιρότητας, η αύξηση του τουρισμού, αλλά κυρίως η κρίση και η απουσία μικρομεσαίας παραγωγής, είτε γιατί σταμάτησε είτε γιατί μεταφέρθηκε σε άλλες χώρες, διαμόρφωσε μια διαφορετική εικόνα εισαγωγής προϊόντων. Έτσι, στη λίστα φιγουράρουν προϊόντα που δεν υπήρχαν στο παρελθόν στη λίστα των εισαγωγών ή που θα μπορούσαν να ολοκληρωθούν στη χώρα με μεγάλο ποσοστό προστιθέμενης αξίας, όπως, π.χ., τα ηλεκτρονικά.