Ανώμαλη προσγείωση του Μαξίμου
Ψυχρολουσία η νέα νύχτα των Ιμίων
-Περίμεναν ότι μετά την επίσκεψή του στην Αθήνα θα άλλαζε στάση ο Ερντογάν
-Υπερτιμήθηκαν οι προσδοκίες ότι ο αμερικανικός παράγοντας θα ήταν στο πλευρό μας…
Μεγάλη ανησυχία και έντονος προβληματισμός επικρατεί στην Αθήνα και σε όλα τα επίπεδα της κυβέρνησης, από το Μέγαρο Μαξίμου και τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας μέχρι και την τελευταία γραμματεία, καθώς τους έχουν «ζώσει τα φίδια» με την Τουρκία και τη μεγάλη ένταση που υπάρχει και πάλι στα Ίμια. Όπως μάλιστα λένε χαρακτηριστικά κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, «κανείς δεν ξέρει πλέον τι θα ξημερώσει με την Τουρκία και τον Ερντογάν», ενώ δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο ακόμα και για περιορισμένη ή ευρείας έκταση σύρραξη με την Τουρκία.
Ειδικά στο Μέγαρο Μαξίμου η ανησυχία είναι έντονη. Υπάρχουν συνεχείς συσκέψεις του Αλέξη Τσίπρα για τη διαχείριση της κρίσης αλλά και συνεχής επικοινωνία με Ευρωπαίους, ΝΑΤΟ, ΗΠΑ κ.ά., ώστε να βρεθούν ισορροπίες και να αποτραπούν τα χειρότερα. Τις κρίσιμες ώρες που εξελισσόταν το επεισόδιο στα Ίμια δεν υπήρχε επαφή του υπουργείου Άμυνας και του υπουργού Άμυνας με το Μαξίμου, ούτε η αναγκαία συνεννόηση και ενημέρωση με το υπουργείο Εξωτερικών, ώστε να σχεδιαστεί σωστά μια διπλωματική κατ’ αρχήν αντίδραση. Για τα πάντα ενημέρωσε το Λιμενικό και μάλιστα με όρους περιγραφικά επιχειρησιακούς, με αποτέλεσμα για ώρες να υπάρχει κενό και… άγνοια.
Ήταν ψυχρολουσία…
«Ήταν ψυχρολουσία, ήταν απρόσμενα όσα έγιναν στα Ίμια και όσα ακολούθησαν την επίσκεψη
Ερντογάν», παραδεχόταν κυβερνητικό στέλεχος και σημείωνε: «Αν δεν υπήρχε τουλάχιστον αυτή η προσωρινή έστω απεμπλοκή και γίνονταν κάτι δραματικότερο, δεν θα ξέραμε από πού να φύγουμε». Έτσι, ύστερα απ’ όλα αυτά ο Αλέξης Τσίπρας προσγειώθηκε στη σκληρή πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών και είδε ποια είναι πραγματικά είναι η πάγια πολιτική της Τουρκίας στο Αιγαίο.
Στο Μέγαρο Μαξίμου ανησυχούν έντονα για δυσάρεστες εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά για μια σειρά από λόγους που, όπως λένε, μέχρι τώρα είχαν υποτιμήσει. Το μεγαλύτερο σοκ δεν ήταν ακριβώς ο εμβολισμός του σκάφους του Λιμενικού από την τουρκική ακταιωρό αργά το βράδυ της Δευτέρας… αλλά το ότι ώρες αργότερα το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών δήλωνε γραπτώς πως τα Ίμια είναι τουρκικό έδαφος. Αυτό συνειδητοποιήθηκε αρκετά καθυστερημένα από το κυβερνητικό επιτελείο, μιας και από την αρχή προσπαθούσε να υποβαθμίσει το επεισόδιο. Ο συναγερμός ήχησε για τα καλά όταν έγινε απολύτως κατανοητό πως για πρώτη φορά γραπτώς και με επίσημο τρόπο (ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών) η Τουρκία ανακοίνωνε πως τα Ίμια είναι τουρκικό έδαφος.
Ποιοτική η αναβάθμιση της τουρκικής απειλής
Το σοκ έγινε ακόμα μεγαλύτερο όταν συνειδητοποιήθηκε ότι στην κρίση του 1996 τα τουρκικά διαβήματα, η NOTAM αλλά και οι επίσημες, τότε, δηλώσεις των Τούρκων ανέφεραν ότι υπάρχει αδιευκρίνιστη κυριαρχία στα Ίμια, δηλαδή ήταν γκρίζα ζώνη.
Πρόκειται, όπως επισημαίνουν κυβερνητικά στελέχη, για μια ποιοτική αναβάθμιση της τουρκικής απειλής. Από το σημείο εκείνο και έπειτα ο Αλέξης Τσίπρας επιδόθηκε σε μια προσπάθεια αναζήτησης υποστήριξης στον διεθνή παράγοντα, ώστε μην απλωθεί η τουρκική πρόκληση.
Ύστερα από μακρόχρονη σχοινοβασία το Μαξίμου συνειδητοποίησε ότι η Ελλάδα είναι μόνη απέναντι στην Τουρκία του Ερντογάν. Και γιατί υπερτιμήθηκε όλο αυτό το διάστημα της διακυβέρνησης Τσίπρα και ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ ο αμερικανικός παράγοντας και ο ρόλος που μπορεί να παίξει. Υπερτιμήθηκε, όπως λένε και κυβερνητικοί παράγοντες, «και για τον ρόλο που μπορούσε να παίξει στην οικονομική κρίση και το χρέος», αλλά κυρίως υπερτιμήθηκε ως προς τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην περιοχή, στο δύσκολο γεωπολιτικό παιχνίδι και στην επιρροή που πλέον μπορεί να ασκήσει στην Τουρκία. Στην κρίση στα Ίμια, το 1996, ο αμερικανικός παράγοντας έπαιξε ρόλο στην απεμπλοκή και επεδίωξε μια επιδιαιτησία ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία στο κρίσιμο αυτό θέμα, ώστε να μετριαστεί η ένταση που θα έθετε σε δοκιμασία τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Οι ΗΠΑ όμως απέφυγαν ανοιχτά να στηρίξουν την Ελλάδα και κράτησαν ίσες αποστάσεις και από τις δύο πλευρές.
Η στάση των Αμερικάνων, παρά τις προσδοκίες και τις ελπίδες του Τσίπρα και της κυβέρνησης, δεν άλλαξε ούτε τώρα, ούτε μετά το νέο επεισόδιο στα Ίμια, ενώ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην ανακοίνωσή του κράτησε και πάλι ίσες αποστάσεις από Ελλάδα και Τουρκία και δεν έκανε την παραμικρή νύξη για την τουρκική απειλή, αφού επισήμως και εγγράφως οι Τούρκοι αποκάλεσαν τα Ίμια τουρκικό έδαφος. Περίπου ίδια ήταν και η στάση των Ευρωπαίων και του ΝΑΤΟ, με το δεύτερο να κάνει για μια ακόμα φορά τον «Πόντιο Πιλάτο».
Όπως τονίζουν κυβερνητικοί παράγοντες, άπαντες πλέον «έχουμε συνειδητοποιήσει πως απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα και αμφισβήτηση η Ελλάδα είναι μόνη και δεν υπάρχει σοβαρή ομπρέλα προστασίας». Το μόνο που μπορεί να ελπίζει η Αθήνα είναι να μην κλιμακωθεί κι άλλο η ένταση. Όμως το Μέγαρο Μαξίμου έχει ακόμα έναν λόγο να ανησυχεί βαθιά για τις εξελίξεις. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές και για πρώτη φορά σε τόσο μεγάλη έκταση ανθελληνικό κλίμα που έχει καλλιεργηθεί στην κοινή γνώμη της Τουρκίας.
Η δήλωση του Γιγίτ Μπουλούτ, συμβούλου του Ερντογάν, που είπε πως οι Αμερικάνοι βάζουν τους Έλληνες να συγκρουστούν με την Τουρκία, δεν είναι παρά μια ακόμα σταγόνα σε ένα ποτήρι που έχει ήδη ξεχειλίσει. Όπως επισημαίνουν διπλωματικοί και πολιτικοί κύκλοι, η κοινή γνώμη στην Τουρκία έχει δηλητηριαστεί εδώ και καιρό και πνέει τα μένεα κατά της Ελλάδας.
Και αυτό γιατί συστηματικά εδώ και πολλούς μήνες τόσο ο Τύπος όσο και η πολιτική ελίτ της χώρας και πρωτίστως ο Ερντογάν, που βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, έχουν καλλιεργήσει μια ανθελληνική υστερία που βασίζεται πάνω στην απλούστευση ότι «οι Αμερικάνοι, που ήμασταν το χαϊδεμένο τους παιδί, μας πουλάνε, στρέφονται προς την Ελλάδα και την ενθαρρύνουν να μας επιτεθεί».
Αργά το κατάλαβαν
Στο επιτελείο του Μαξίμου πλέον γίνεται ανοικτή αυτοκριτική για το θέμα της πρόσφατης επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα και όσα συνέβησαν. «Δυστυχώς ήταν λάθος.
Δεν εκτιμήθηκαν σωστά κάποιοι παράμετροι και τώρα τα απόνερα είναι πολύ δυνατά», παραδέχονται κυβερνητικά στελέχη και τονίζουν πως «ο Ερντογάν βρήκε βήμα, έθεσε όλες τις μονομερείς του διεκδικήσεις, αφού δεν βάλαμε ατζέντα, και με τη δημόσια αντιπαράθεση μπήκαν όλα τα θέματα στο τραπέζι».