Τ’ απομνημονεύματά μου

Συγγραφέας:
ΔΙΟΝΣΙΟΣ ΛΑΥΡΑΓΚΑΣ


«Εγεννήθην ως Άγγλος, έζησα ως Έλλην και τώρα πεθαίνω ως Ιταλός…» Με αυτές τις λέξεις ο Διονύσιος Λαυράγκας (1864-1941), ο πρωτεργάτης της ελληνικής μελοδραματικής τέχνης που τόλμησε να παντρέψει τη δυτική μουσική με τη δημοτική μας παράδοση, συνόψισε τους τρεις «σταθμούς» του βίου του.

To τελευταίο έργο του κοσμοπολίτη Κεφαλλονίτη μουσουργού δεν ήταν γραμμένο με νότες αλλά με λέξεις, ήταν το χρονικό της ίδιας του της ζωής. Στα Απομνημονεύματά μου ο Διoνύσιος Λαυράγκας καταθέτει μία εξαιρετικά σημαντική μαρτυρία για την ιστορία της εγχώριας λόγιας μουσικής. Ακολουθώντας τη διαδρομή του από την Κεφαλλονιά στη Νάπολη και το Παρίσι, και από την Αθήνα στην Αλεξάνδρεια, τη Σμύρνη, το Βουκουρέστι και τη Βράιλα, αναβιώνει παράλληλα μία ολόκληρη εποχή.

Σχεδόν εβδομήντα χρόνια μετά από την πρώτη και μοναδική του έκδοση (1939), το βιβλίο επανεκδίδεται από τον εκδοτικό οίκο στον οποίο ο ίδιος ο μουσουργός εμπιστεύτηκε εξαρχής τα χειρόγραφά του, τις Εκδόσεις Γκοβόστη. Η νέα έκδοση θα κυκλοφορήσει το Μάιο, σε επιμέλεια της Νίκης Μολφέτα, ενώ τον πρόλογο υπογράφει ο Διευθυντής-Αρχιμουσικός Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών Βύρωνας Φιδετζής.

Στην επανέκδοση Τ’ απομνημονεύματά μου, προκειμένου το κείμενο να γίνει πιο προσιτό στον σημερινό αναγνώστη, εφαρμόστηκε το μονοτονικό σύστημα και απλοποιήθηκαν ορισμένοι γραμματικοί τύποι, διατηρώντας όμως ορισμένους Κεφαλλονίτικους ιδιωματισμούς και εκφράσεις, ενώ για τη διευκόλυνση τού αναγνώστη έχει προστεθεί γλωσσάρι. Οι φωτογραφίες που εμπλουτίζουν την έκδοση προέρχονται από το αρχείο της οικογένειας.


Ο Διονύσιος Λαυράγκας γεννήθηκε στο Αργοστόλι το 1860 και πέθανε στα Ραζάτα Κεφαλλονιάς το 1941. Σπούδασε μουσική (βιολί, πιάνο και θεωρητικά) στη γενέτειρα του με δάσκαλο τον Ν. Μεταξά-Τζανή και αργότερα στο Ωδείο της Νάπολης, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον Ναπολέοντα Λαμπελέτ. Στο Παρίσι, όπου συνέχισε τις σπουδές του, φοίτησε στην τάξη του Λεό Ντελίμπ και κατόπιν του Μασνέ. Εκεί γνωρίστηκε και με τον Σπ. Σαμάρα. Μετά το τέλος των σπουδών του εργάστηκε ως αρχιμουσικός διευθύνοντας παραστάσεις όπερας σε γαλλικές και ιταλικές πόλεις.

Το 1894 εγκαθίσταται στην Αθήνα και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της «Φιλαρμονικής Εταιρείας», θεωρείται από τους εκπροσώπους της Εθνικής Μουσικής Σχολής και διακρίνεται ως ένας από τους συνθέτες που συνειδητά ενσωμάτωσαν στοιχεία δημοτικής μουσικής στο έργο τους. Το 1898 ιδρύει το «Ελληνικό Μελόδραμα» (πρώτη εμφάνιση με Μποέμ του Πουτσίνι στις 14 Απριλίου 1900, υπό τη διεύθυνση του ιδίου και του στενού συνεργάτη του Λουδοβίκου Σπινέλλη). Με το μουσικό αυτό θίασο περιόδευσε, εκτός από την Ελλάδα, στην Κωνσταντινούπολη, την Οδησσό, τη Σμύρνη, καθώς και σε αιγυπτιακές και σε ρουμανικές πόλεις. Επί 40 χρόνια αφιέρωσε τη ζωή του στην Όπερα, μεταφράζοντας και διδάσκοντας έργα, εκπαιδεύοντας και αναδεικνύοντας νέους καλλιτέχνες, καταρτίζοντας θιάσους, διευθύνοντας δοκιμές και παραστάσεις. Επίσης, έγραψε και μουσική για δύο κινηματογραφικές ταινίες: για τη βωβή Το δαχτυλίδι του Πιερότου, το 1918, και για την πρώτη ελληνική ομιλούσα Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας, το 1932. Ήταν, με δυο λόγια, «η προσωποποίηση της Όπερας» στην Ελλάδα, στο πρώτο ήμισυ τού 20ού αιώνα. Ο αγώνας του για τη θεμελίωση του «Ελληνικού Μελοδράματος», που συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, δικαιώθηκε με την ίδρυση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, δύο χρόνια πριν από το θάνατο του. Τιμήθηκε με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α’ (Μάρτιος 1919).

Ως συνθέτης ο Λαυράγκας ήταν πολυγραφότατος. Δυστυχώς, ορισμένα από τα έργα του χάθηκαν όταν το πατρικό του σπίτι στο Αργοστόλι καταστράφηκε από πυρκαγιά στους σεισμούς του 1953. Προς το τέλος της ζωής του, π δηκτική δήλωση: «Εγεννήθην ως Άγγλος, έζησα ως Έλλην και τώρα πεθαίνω ως Ιταλός…» συνοψίζει όχι μόνον την πολυτάραχη ιστορία της Επτανήσου στα χρόνια κατά τα οποία έζησε εκείνος, αλλά και όλη την οξύνοια, το χιούμορ, τη στωικότητα, το ταλέντο και τον πατριωτισμό του «Μαέστρου».

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΚΟΒΟΣΤΗ


Σχολιάστε εδώ