Κίβδηλη αισιοδοξία στο Σκοπιανό υπονομεύει την ελληνική θέση
Διπλή δοκιμασία
-Τα «δόντια» της δείχνει η Άγκυρα
-Μήπως παίζουμε το παιχνίδι των Σκοπίων; Και δεν το έχουμε πάρει χαμπάρι;
Δοκιμασία σε διπλό μέτωπο για την ελληνική εξωτερική πολιτική τις επόμενες εβδομάδες, καθώς μετά την κατάρρευση των προσδοκιών που δημιούργησε η ίδια η κυβέρνηση σε ό,τι αφορά την «αποδοτικότητα» της προκλητικής επίσκεψης Ερντογάν, τώρα θα κριθεί και η αποτελεσματικότητα της πολιτικής εξωραϊσμού της σκοπιανής ηγεσίας και της δημιουργίας ενός ψεύτικου και επικίνδυνα παραπλανητικού κλίματος αισιοδοξίας για το θέμα της ονομασίας.
Είναι τέτοια η… παραζάλη στην Αθήνα που σχεδόν χαιρετίσθηκε ως θετική η δήλωση του σκοπιανού πρωθυπουργού Ζ. Ζάεφ, ο οποίος τόνισε ότι «δεν θεωρεί τη χώρα του αποκλειστικό κληρονόμο του Μ. Αλεξάνδρου», επιτρέποντας με τη… μεγαλοψυχία του αντίστοιχο δικαίωμα στην… Ελλάδα και στη Βουλγαρία!
Στις 19 Ιανουαρίου, όταν ο Αδ. Βασιλάκης και ο Β. Ναουμόφσκι συναντηθούν στη Νέα Υόρκη με τον Μ. Νίμιτς, θα αρχίσει να ξετυλίγεται το κουβάρι, που με ευθύνη και της Αθήνας βρέθηκε τόσο μπλεγμένο, παραπλανώντας τους πάντες για την πραγματική εικόνα στο Σκοπιανό. Η επιλογή της πολιτικής των ΜΟΕ με την ΠΓΔΜ, της ανταλλαγής επισκέψεων και της πολιτικής «business as usual» και η συμβολή στη δημιουργία κλίματος τεχνητής αισιοδοξίας ενισχύουν την διαπραγματευτική θέση των Σκοπίων, καθώς εκμεταλλεύονται το κλίμα αυτό για να δημιουργηθεί σύγχυση επί των λεπτομερειών της διαφοράς στο θέμα της ονομασίας αλλά και για να υποβαθμιστεί το βασικό ελληνικό επιχείρημα περί επικίνδυνου αλυτρωτισμού.
Όλα αυτά βεβαίως ξεκίνησαν από ένα ελληνικό εφεύρημα, βάσει του οποίου όσο πιο κοντά έρθουν οι δύο κυβερνήσεις και οι δύο χώρες τόσο πιο εύκολη θα είναι, με την παρουσία μάλιστα του κ. Ζάεφ στη θέση του πρωθυπουργού, η λύση του προβλήματος.
Όμως, μέχρι στιγμής, κανένα απολύτως πραγματικό στοιχείο δεν έχει προκύψει που να επιβεβαιώνει τον μύθο που δημιουργείται γύρω από το τι θα δεχθεί ο κ. Ζάεφ. Αντιθέτως, διαμορφώνεται ένα διεθνές προφίλ για τον σκοπιανό πρωθυπουργό, αυτό του διαλλακτικού και έτοιμου να προσυπογράψει τη λύση, δυσχεραίνοντας τελικά την ελληνική θέση, καθώς όταν η συζήτηση φθάσει στις κρίσιμες πτυχές της, που δεν είναι μόνο το όνομα, αλλά το εύρος χρήσης, η κατοχύρωση και η εγγύηση εφαρμογής της λύσης, τα παράγωγα κ.λπ., εκεί θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για την ελληνική κυβέρνηση να εξηγήσει ότι η διαλλακτικότητα του κ. Ζάεφ δεν είναι πραγματική.
Όλους τους τελευταίους μήνες, με χαμόγελα και «κλείσιμο του ματιού», η σκοπιανή ηγεσία ανακοίνωνε ότι τη μία επίκειται η απομάκρυνση των αγαλμάτων, την άλλη η μετονομασία του αεροδρομίου, ενώ προσφάτως ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γ. Μπουτάρης, αναλαμβάνοντας ρόλο συνηγόρου των Σκοπίων, δήλωσε ότι ο κ. Ζάεφ του εκμυστηρεύθηκε ότι θα μετονομάσει, εκτός από το αεροδρόμιο, και κάποιους δρόμους…
Φυσικά, ακόμη κι αν προχωρήσει σε τέτοιες κινήσεις, αυτές δεν μπορεί να θεωρηθούν τίποτε περισσότερο πάρα διόρθωση των προκλήσεων στις οποίες είχε προβεί το προηγούμενο καθεστώς του Ν. Γκρούεφσκι, κινήσεις οι οποίες επιβαρύνουν τη διαπραγματευτική θέση της ΠΓΔΜ, καθώς καταγγέλλονται από την Ελλάδα ως πρόσθετες ενδείξεις αλυτρωτισμού. Και φυσικά δεν θα πρέπει να διανοηθεί η ελληνική κυβέρνηση να δεχθεί τη διαπραγμάτευση των θεμάτων αυτών και την αναγνώριση πρόσθετων ανταλλαγμάτων προς τα Σκόπια για τις κινήσεις αυτές.
Το μοναδικό στοιχείο που, προς το παρόν, υπάρχει είναι ότι η σκοπιανή πλευρά δηλώνει ότι είναι έτοιμη να συζητήσει το θέμα της ονομασίας, ωστόσο αποφεύγει συστηματικά να κάνει λόγο για το εύρος χρήσης της ονομασίας και κατηγορηματικά απορρίπτει τη συζήτηση θεμάτων ταυτότητας, στα οποία όμως φαίνεται να περιλαμβάνει το κρίσιμο θέμα των παραγώγων, όπως είναι η εθνικότητα και η γλώσσα.
Και τελικά επιμένει στην έγκριση της όποιας λύσης σε δημοψήφισμα, κάτι που θα οδηγήσει σε σοβαρές περιπλοκές, που αφορούν και την εσωτερική διαδικασία έγκρισης της όποιας συμφωνίας από την Ελληνική Βουλή.
Πάντως, με τραγικό και πάλι τρόπο, το ελληνικό πολιτικό σύστημα αντιμετωπίζει με εσωτερικούς όρους το Σκοπιανό, με τη ΝΔ και τον Κυρ. Μητσοτάκη λανθασμένα να επιχειρούν να θέσουν εκ των προτέρων θέμα δεδηλωμένης λόγω της διαφοροποίησης του Π. Καμμένου, αντί φυσικά να περιμένουν να δουν εάν και σε ποια λύση θα καταλήξει η κυβέρνηση, προκειμένου τότε να ασκήσουν την κριτική τους και να θέσουν την κυβέρνηση προ των ευθυνών της.
Όμως και η κυβέρνηση, με γνωστές τις θέσεις πολλών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που έχουν στηρίξει ακόμη και το συνταγματικό όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας», δεν είναι δυνατόν να διαπραγματευθεί σθεναρά με την ΠΓΔΜ και να αποκρούσει την πίεση του διεθνούς παράγοντα χωρίς να έχει διαμορφώσει και δημόσια διατυπώσει μία ενιαία θέση.
Κωνσταντίνος Τσάκαλος