Αριστερή κοινωνική πολιτική
Υπό
JOHN GALT
Ας αρχίσουμε με μια απλή ευχή. Κάθε καλό σε όλους για το 2018, περιμένοντας ότι φέτος όλοι θα βρούμε τον προσωπικό κίνδυνο του πεπρωμένου μας.
Είχα πάντοτε την εντύπωση ότι η κοινωνική πολιτική αποβλέπει στην προστασία των αδυνάμων. Με τον τρόπο αυτό προσθέτει αξία στην κοινωνία και βελτιώνει αξιόπιστα την προστασία τους, όχι μόνο με λόγια αλλά και με έργα. Νόμιζα ότι η κοινωνική πολιτική δεν έχει πολιτική απόχρωση, στον βαθμό που καλύπτει τους δύο αυτούς στόχους.
Έπρεπε να περάσουν τρία χρόνια αριστερής διακυβέρνησης για να αντιληφθούμε πως η αριστερή κοινωνική πολιτική, αν και αξιόπιστη, δεν δημιουργεί κοινωνική αξία, αφού δεν προστατεύει τους αδύναμους. Είναι ειλικρινά αξιοπερίεργο πώς η αριστερή μας κυβέρνηση κατόρθωσε το πολιτικά ακατόρθωτο. Θεσμοθέτησε κανόνες που είχαν ως στόχο τη βελτίωση της κοινωνικής ανισορροπίας που προέκυψε μετά την κρίση, αυξάνοντας την εκμετάλλευση των αδυνάμων. Εκεί που ακόμη και οι πλέον αυταρχικές κυβερνήσεις προσπαθούν να δικαιολογηθούν με κάποια μορφή κοινωνικής προστασίας, η δική μας πέτυχε να άρει την προστασία των αδυνάμων όσο καλύτερα μπορούσε.
Η οικονομική κρίση που εδώ και χρόνια μαστίζει τη χώρα μας δημιούργησε τρεις μεγάλες κατηγορίες κοινωνικά αδυνάμων: Τους ανέργους, τους φορολογούμενους, και τους αφερέγγυους. Οι άνεργοι, καθώς η ύφεση έστειλε τη μείωση της απασχόλησης στα ύψη και όντας στην εξάρτηση του εργοδότη, έχασαν την εργασία τους χωρίς κοινωνική προστασία. Οι φορολογούμενοι γιατί τα μεγάλα δημόσια ελλείμματα και η δημοσιονομική πειθαρχία που μας επέβαλε η Συνθήκη του Μάαστριχτ, και όχι μόνο, οδήγησαν στην υπέρμετρη αύξηση των φορολογικών εσόδων σε σχέση με τα ατομικά εισοδήματα. Οι αδύναμοι πολίτες ήρθαν να καλύψουν την ανικανότητα του κράτους να περιορίσει δαπάνες και να συλλέξει έσοδα από τους ισχυρούς. Και οι αφερέγγυοι διότι η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας κατά 30% εξαφάνισε εισοδήματα, περιουσίες και οδήγησε σε οικονομική αφερεγγυότητα. Καμιά εγγυοδοτική αξία δεν κρατήθηκε στα προ της κρίσης επίπεδα.
Ποια θα ήταν μια φορολογική πολιτική με κοινωνικό πρόσωπο; Πώς η αξιόπιστη φορολογική πολιτική θα μείωνε την εξάρτηση των αδυνάμων από τον εξουσιαστή; Πώς μια δίκαιη φορολογική πολιτική θα δημιουργούσε, μεσούσης της κρίσης, μείωση της κοινωνικής αδικίας;
Πολύ απλά, αν άλλαζε δραστικά την κατανομή των φορολογικών βαρών μεταξύ των μετά την κρίση φορολογουμένων. Με τον φόβο των Ιουδαίων έγινε το αντίθετο. Ως αφέντης, το Δημόσιο δεν περιόρισε τις δαπάνες. Δεν περιόρισε τα κίνητρα για φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή. Επέβαλε τοκογλυφικά πρόστιμα και πανωτόκια, συνεχίζοντας να τα κεφαλαιοποιεί, τιμωρώντας τους νόμιμα αδύναμους ασφαλισμένους και φορολογούμενους. Έφερε αντίδραση στη μείωση του αφορολόγητου, όταν κάλλιστα ο συντελεστής θα μπορούσε να είναι μηδενικός. Αντί να μειώνει φορολογικούς συντελεστές για να δημιουργήσει ισοπολιτεία μεταξύ των αδυνάμων με φορολογική ιστορία και των ισχυρών με ανύπαρκτο φορολογικό παρελθόν, αντί να καθαρίσει άμεσα και εξωδικαστικά τις απαιτήσεις του από τους φορολογούμενους που βρίσκονται σε καθυστέρηση, βούλιαξε τους αδύναμους στις δόσεις. Όμως, όσο κι αν αυξάνει τις δόσεις, τόσο λιγότεροι έρχονται σε συμβιβασμό, γιατί απλά δεν έχουν να πληρώσουν.
Η πολιτική αυτή που όλοι ζήσαμε τα χρόνια της κρίσης και ζούμε ακόμη και σήμερα είναι αριστερή. Διαφορετικά η κυβέρνηση θα είχε βρει τρόπους να την αλλάξει. Όταν είσαι ιδεολογικά αριστερός, δεν βολεύεσαι, ούτε κρύβεσαι πίσω από τη λογική του «θέλω πλεονάσματα». Επιδιώκεις να έχεις πλεονάσματα (αν τα έχεις), χωρίς να αυξάνεις την κοινωνική αδικία με πρόστιμα σε όσους δεν μπορούν να φοραποφύγουν. Στη σχέση κράτος-φορολογούμενος η εξουσία ανήκει στο κράτος. Η αριστερή κοινωνική πολιτική πέτυχε να υπερασπίζεται τα δικαιώματα του αφέντη.
Αφερέγγυοι πολίτες και σχέση τράπεζας και οφειλέτη. Εκεί η αριστερή πολιτική διέπρεψε. Χάρισε δισ. των έντιμων φορολογούμενων σε άνευ αξίας κεφαλαιοποιήσεις. Επέτρεψε να συσσωρευτούν οι απαιτήσεις σε λίγους και ισχυρούς τραπεζικούς ομίλους δήθεν για να εξασφαλίσει το τραπεζικό σύστημα, χωρίς να δεχτεί την ισόρροπη ελάφρυνση των απαιτήσεων. Και τώρα, αντί να διαγράφει χρέη, κλείνει επιχειρήσεις όπως λιπάσματα, ζάχαρη, κλωστήρια κ.ά. Στήριξε, με δικαιολογία την προστασία των μικροοφειλετών, τη δυνατότητα των τραπεζών να αγοράζουν οι ίδιες τις εξασφαλίσεις για να μην αναγκαστούν να γράψουν ζημίες. Επέβαλε έμμεσα τη λογική «κάθε σπίτι στα χέρια τραπεζίτη».
Τους φώναξε στο Μαξίμου για να ακούσει τις προτάσεις τους σχετικά με την προστασία του μικροκαταθέτη. Λες και έχουμε καταθέσεις ρώσων ολιγαρχών. Οι μεγάλες καταθέσεις φύγανε επί Βαρουφάκη κι όσες έχουν μείνει τις προστατεύει ο Draghi. Ως προς τα «κόκκινα» δάνεια, η αριστερή πολιτική λέει ότι κρύβουν μεγιστάνες του πλούτου. Τι εμποδίζει το τραπεζικό σύστημα και τους προστάτες του να τους βρουν και να τους αποκαλύψουν; Ποιος φοβάται την εξωδικαστική διαδικασία; Μα, βέβαια, οι τράπεζες και η αριστερή κυβέρνηση, που δεν την αξιοποιεί.
«Η σιωπή είναι κατάφαση», λέει η Magna Carta. «Η απραξία είναι αποδοχή», λέμε εμείς. Ναι, αλλά σε λίγες ημέρες έρχεται και η βασική ρύθμιση για την αγορά εργασίας. Έρχεται η τρίτη και φαρμακερή θεσμοθέτηση κανόνων υπέρ των ισχυρών, κατά των αδυνάτων, που δεν είναι άλλοι από τους ανέργους. Η αριστερή μας κυβέρνηση θα προτείνει μέτρα που είναι όλα υπέρ των ισχυρών, των εργαζομένων και των επιχειρήσεων που τους απασχολούν και όχι υπέρ των ανέργων.
Πώς προστατεύεται ο αδύναμος, ο άνεργος; Όταν οι εργοδότες που απολύουν αναλαμβάνουν το κοινωνικό κόστος της απόλυσης και δεν το μεταφέρουν στον φορολογούμενο. Όταν το κόστος της ανεργίας δεν είναι η ποινή που αναλαμβάνει ο εργοδότης, όταν απασχολεί έναν συγκεκριμένο, μη παραγωγικό εργαζόμενο. Ο εργοδότης γνωρίζει ότι πρέπει να πληρώσει το κόστος της ανεργίας και οφείλει να το αναλάβει. Δεν πρέπει όμως ο φόβος της καταβολής της αποζημίωσης να πληρώνεται από τους καταναλωτές με υψηλές τιμές μη αποτελεσματικών επιχειρήσεων. Ένα δίκαιο σύστημα προστασίας των εν δυνάμει εργαζομένων αλλά και των ανέργων προέχει να εξασφαλίζει την ίδια αρχή που ισχύει και για τη μόλυνση του περιβάλλοντος. Το κοινωνικό κόστος από την ανεργία το πληρώνει ο δυνατός, ο εργοδότης, συμβάλλοντας στο ταμείο ανεργίας και όχι στην τσέπη του απολυόμενου. Ναι στις αποζημιώσεις, αλλά σε ταμείο υπέρ της κοινωνικής αποκατάστασης των ανέργων.
Σήμερα οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να πληρώνουν αποζημιώσεις στους απολυμένους και όχι στο ταμείο ανεργίας. Επίσης, πληρώνουν για κάθε εργαζόμενο ειδική εισφορά στο ταμείο ανεργίας. Με τον τρόπο αυτό το σύστημα προστατεύει τον εργαζόμενο, καθώς το κόστος της απόλυσης είναι μεγάλο, αφήνοντας στο έλεος του Θεού τον άνεργο… Έτσι, για να αποφευχθούν οι δικαιολογημένες μειώσεις του προσωπικού, το Δημόσιο έρχεται και πληρώνει την εργασία σε νεκρές επιχειρήσεις, καταστρέφοντας πόρους που χρειάζονται για τους αδύναμους ανέργους. Το τρελό θα γίνει όταν με την ισχύ των ατομικών συμβάσεων καταργηθεί στο σύνολό της η αποζημίωση. Αρχίσαμε με την ευχή να βρούμε τον κίνδυνο του πεπρωμένου μας. Τώρα ξέρουμε ότι αυτός ο κίνδυνος είναι η αριστερή κοινωνική πολιτική.