Το 2017 στη Χώρα των Λωτοφάγων


Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών


-Μία πρώτη ανασκόπηση

Το 2017 ξεκίνησε με φανφάρες για το τέλος της κρίσης και την επιστροφή στην κανονικότητα. Τελειώνει με όξυνση της πολιτικής κρίσης, με πυρήνα αυτήν τη φορά όχι τις ΗΠΑ του Τραμπ αλλά την Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποιος θα το πίστευε ότι το τέλος του 2017 θα έβρισκε τη Γερμανία χωρίς κυβέρνηση και την Καταλονία σε ανοιχτή πορεία απόσχισης από την Ισπανία.

Πέρα από οτιδήποτε άλλο, το 2017 ήταν η χρονιά της ομολογίας της αποτυχίας του πειράματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η τραγική επισήμανση του Hollande στη σύνοδο των τεσσάρων ισχυρών της Ένωσης στις Βερσαλλίες, λίγο πριν αποχωρήσει από την Προεδρία της Γαλλίας, είναι η ομολογία της ήττας: «Η ιδέα μιας διαφοροποιημένης Ευρώπης, με διαφορετικές ταχύτητες και ρυθμούς προόδου, είναι αναγκαία, διαφορετικά η Ευρώπη θα εκραγεί…».

Κοντολογίς, η ιδέα ότι η ανεμπόδιστη λειτουργία της καπιταλιστικής αγοράς θα οδηγούσε σε σύγκλιση τις οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αποδειχτεί για μια ακόμη φορά λανθασμένη. Απόδειξη η δήλωση της Μέρκελ πριν από λίγες μέρες, η οποία τόνισε ότι η συγκρότηση κυβέρνησης στη Γερμανία βασίζεται στην «αναγκαιότητα μιας νέας αρχιτεκτονικής για τη μετανάστευση αλλά και την εκπόνηση μιας στρατηγικής για το μέλλον της ΕΕ». Κοντολογίς, απαιτούν μια Ευρωπαϊκή Ένωση που ο πυρήνας της θα είναι φρούριο απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες και όπου θα επιβληθεί μια οικονομική πολιτική πολλαπλών ταχυτήτων. Η τελευταία θα εξασφαλίζει την ανακατανομή των πόρων εντός του σκληρού πυρήνα με την εφαρμογή κοινής δημοσιονομικής πολιτικής. Με άλλα λόγια: Τέρμα τα ΕΣΠΑ και οι γαλαντομίες.

Η κρίση αλλά κυρίως η αποτυχία των πολιτικών αντιμετώπισής της μέσα από την κοινωνικοποίηση ιδιωτικών ζημιών βρίσκεται πίσω από την πολιτική αναταραχή. Όλο και περισσότεροι φοβούνται ότι η φούσκα των χρηματιστηρίων, η ανακύκλωση συμβολαίων παραγώγων κοντά στα 900 τρισ. και η διόγκωση του δημόσιου χρέους λόγω της κάλυψης τραπεζικών ζημιών εγκυμονούν ένα νέο χρηματοπιστωτικό επεισόδιο, όπως το 2007. Επιπλέον, η κρίση συμπιέζει τα μεσαία στρώματα παγκοσμίως, οδηγώντας τμήματα της εκλογικής βάσης των συντηρητικών κομμάτων προς την άκρα Δεξιά. Η κατάρρευση των γκολικών κομμάτων στη Γαλλία και η απορρόφησή τους από τη Λεπέν αλλά και η μετακίνηση ψηφοφόρων του CDU της κυρίας Μέρκελ προς τη γερμανική Ακροδεξιά είναι η απόδειξη.

Στην Ελλάδα, το αστικό πολιτικό σύστημα αδυνατεί να παρακολουθήσει αυτές τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση πέρασαν το 2017 ροκανίζοντας τον χρόνο, εν αναμονή των αποφάσεων της ΕΕ για την τύχη της χώρας. Σε αυτήν την πορεία, έδωσαν και πήραν όνειρα και σενάρια για τη συντήρηση ενός κλίματος δήθεν αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης για την επιτυχία του τρίτου Μνημονίου. Στην αρχή είχαμε το σενάριο της ρύθμισης και «κουρέματος» του χρέους στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης – πήγε περίπατο. Μετά είχαμε το σενάριο της ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – επίσης πήγε περίπατο. Η αδυναμία εφαρμογής των οικονομικών σεναρίων έκανε την κυβέρνηση να το στρίψει στα γεωπολιτικά. Η φιλελεύθερη «Καθημερινή» αφιέρωσε άφθονο χώρο αναλύοντας τις ευκαιρίες του ταξιδιού του κ. Τσίπρα στην Αμερική. Θα δίναμε τη Σούδα αλλά σε αντάλλαγμα οι Αμερικανοί θα μας έδιναν χρήματα και θα κατεύθυναν επενδύσεις προς τη χώρα. Στο τέλος καταλήξαμε να πληρώσουμε 2,4 δισ. για την αναβάθμιση των F-16 και να χτυπήσει ο κ. Τσακαλώτος το κουδούνι της Wall Street.

Όμως η αναμονή είχε και άλλες οδυνηρές συνέπειες. Η χώρα πήρε μέσα στο 2017 τουλάχιστον 4 δισ. επιπλέον μέτρα λιτότητας, με οδυνηρότερα τη μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου. Της έχει επιβληθεί ένα ιδιαίτερα βαρύ πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, με οδυνηρότερη την παράδοση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και την απόσυρση της ΔΕΣΦΑ από τις επιχειρήσεις φυσικού αερίου εκτός του Νομού Αττικής. Τέλος, υπάρχει ένα σύνολο θεσμικών απελευθερώσεων, που περιλαμβάνει την άρση την απελευθέρωση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, τον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας και το πάγωμα, επ’ αόριστον, των συλλογικών διαπραγματεύσεων, για να θυμηθούμε τα πιο βασικά.

Το βασικότερο όμως είναι ότι το 2017 απέδειξε ότι το πρόγραμμα των Μνημονίων έχει χρεοκοπήσει οριστικά. Η αποτυχία δεν είναι κάποιο μυστήριο. Όπως ξέρουν ακόμα και πρωτοετείς φοιτητές των οικονομικών, προγράμματα λιτότητας και πλεονασμάτων είναι υφεσιακά, ιδιαίτερα σε περιβάλλον καπιταλιστικής κρίσης. Έτσι, ο ρυθμός μεγέθυνσης, αντί για 2,7%, που είχε προβλεφθεί, θα κλείσει, βία, στο 1,1%, και αυτό υπό αίρεση για την ακρίβεια των στοιχείων. Έτσι, τα φορολογικά έσοδα εμφανίζουν υστέρηση, η οποία καλύπτεται από περικοπές στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, επιτείνοντας τα υφεσιακά φαινόμενα. Αυτή η πορεία αντανακλάται πριν απ’ όλα στις τράπεζες, που αναμένεται να χρειασθούν σημαντικά ποσά ανακεφαλαίωσης, αν διεξαχθούν όπως πρέπει τα stress tests τον Μάρτιο του 2018. Με αυτήν τη λογική, οι πολυθρύλητες αγορές που θα μας απαλλάξουν από τα Μνημόνια δεν συγκινήθηκαν καθόλου από τις ενθουσιώδεις δηλώσεις της κυβέρνησης και έδωσαν επιτόκιο στο πενταετές ομόλογο ίσο περίπου με εκείνο που είχαν πάρει οι Σαμαροβενιζέλοι το 2014. Δηλαδή, συνολικά μέτρα της τάξης του 12,8% του ΑΕΠ στο πλαίσιο του τρίτου Μνημονίου δεν είχαν καμιά επίδραση.

Σε αυτό το περιβάλλον, το σενάριο που έχει μείνει επί της οθόνης, εκείνο της καθαρής εξόδου από το Μνημόνιο και της χρηματοδότησης από τις αγορές, δεν μοιάζει και τόσο εφικτό. Το πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι ότι αυτό το έχουν ήδη προεξοφλήσει η ΕΚΤ, όπου ο κ. Ντράγκι μίλησε καθαρά για νέο Μνημόνιο, και ο κ. Στουρνάρας, που έκανε λόγο για ειδική πιστωτική γραμμή μετά τον Αύγουστο του 2018.

Κοντολογίς, η πολιτική του «περίμενε, να δούμε» που εφάρμοσε η κυβέρνηση το 2017 δεν πρόκειται να δώσει ούτε το αντίδωρο του κοινωνικού μερίσματος το 2018. Ήδη τμήματα του συστήματος απεργάζονται σενάρια κυβέρνησης εθνικής ενότητας με άλλο πρωθυπουργό, ενώ στην κυβέρνηση υπάρχουν αρκετά σενάρια προσφυγής στις κάλπες μέσα στο 2018. Το ζήτημα είναι αυτές οι εξελίξεις να είναι αποτέλεσμα λαϊκής κινηματικής δράσης και όχι παιχνίδια κορυφής.


Σχολιάστε εδώ