Γερμανία: Λιτότητα και αυταρχισμός
γίνονται μπούμερανγκ

Του
ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ
Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών


Εάν πριν από δύο χρόνια, και συγκεκριμένα τον Ιούλιο του 2015, όταν μέσα από ένα πρωτοφανές πολιτικό και οικονομικό πραξικόπημα επεβλήθη στην Ελλάδα το 3ο επαχθέστατο Μνημόνιο, κάποιος ουδέτερος παρατηρητής προέβλεπε τις σημερινές εξελίξεις στη Γερμανία, στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας θα εθεωρείτο τουλάχιστον αιθεροβάμων, αν όχι φαντασιόπληκτος…
Κι όμως σήμερα το «δίδυμο», που εξέφραζε και σε συμβολικό και σε πραγματικό επίπεδο την απόλυτη κυριαρχία της γερμανικής ελίτ πάνω σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, διαλύθηκε και βρίσκεται στο επίκεντρο μιας πρωτόγνωρης κρίσης, που έχει να γνωρίσει η Γερμανία εδώ και πολλές δεκαετίες.

Μέσα στα δύο αυτά χρόνια, η Ευρώπη αποσυγκροτείται και διασπάται. Το Brexit συνιστά το εναργέστερο παράδειγμα της διάσπασης αυτής, όσο κι εάν το μείζονος, ιστορικής σημασίας αυτό γεγονός για την ίδια την Ευρώπη επιχειρείται να περάσει στα ψιλά και να μετατραπεί σ’ ένα οικονομικολο­γιστικό συμβάν, σε μια ευτελή διαπραγμάτευση που αφορά κάποιες δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ…

Όσο για την Ελλάδα, η χώρα μας πορεύεται, μέσα από πολλές δυσκολίες είναι η αλήθεια, προς την έξοδο από τα Μνημόνια, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση επιβίωσαν, με τη ΝΔ και το όλο σύστημα της διαπλοκής να αποτυγχάνει παταγωδώς στον στόχο της «αριστερής παρένθεσης» και να έχει αυτοεγκλωβισθεί σήμερα σ’ ένα ιστορικό αδιέξοδο…

Νεοφιλελευθερισμός – λιτότητα – αυταρχισμός
Όλες αυτές οι κρίσιμες, οι ιστορικής σημασίας αλλαγές δεν αποτελούν προϊόν κάποιας αρνητικής συγκυρίας, ούτε κάποιων τυχαίων συμπτώσεων.
Αντίθετα, τα θεμέλια, ο πυρήνας που οδήγησε στη σημερινή κρίση στην Ευρώπη ενυπήρχε στο ίδιο το πρότυπο που μετά την ιδρυτική Συνθήκη του Μάαστριχτ εφαρμόσθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη.

Νεοφιλελευθερισμός, λιτότητα, χρηματοπιστωτική ηγεμονία… Και σ’ αυτό το τρίδυμο πολιτικός διαχειριστής ήταν η γερμανική πολιτικοοικονομική ελίτ, που επέβαλε στην Ευρώπη το αυστηρό σύστημα μιας ολιγαρχικής δομής, μιας απόλυτα αυταρχικής εξουσίας.

Γρήγορα όμως το πρότυπο αυτό έχασε την κοινωνική και πολιτική βάση της νομιμοποίησής του. Η οικονομική κρίση, η διάλυση του κοινωνικού κράτους, οι στρατιές των ανέργων, η ένταση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, η υπερχρέωση των κρατών-μελών και η απροκάλυπτη επίδειξη δύναμης και αυταρχισμού από την πλευρά της γερμανικής ελίτ οδήγησαν, νομοτελειακά θα λέγαμε, το πρότυπο αυτό σε κρίση.

Αυτοί που ονειρεύτηκαν και επιδίωξαν να αναβιώσουν ένα 4ο Ράιχ στην Ευρώπη, αυτοί που απομύζησαν τον πλούτο των πλέον ευάλωτων οικονομιών της Ευρώπης, για να σωρεύσουν τεράστια πλεονάσματα, βρίσκονται σήμερα σε αδυναμία να συγκροτήσουν κυβέρνηση στη Γερμανία…

Το δίδυμο Μέρκελ – Σόιμπλε τρομοκρατούσε πριν από λίγους ακόμα μήνες ολόκληρη την Ευρώπη. Όμως σήμερα ο Β. Σόιμπλε (που συγκέντρωσε την απέχθεια και το μίσος πολλών ευρωπαϊκών λαών) υποχρεώθηκε σε «τιμητική αποστρατεία» στην προεδρία του Γερμανικού Κοινοβουλίου. Ενώ ταυτόχρονα η Άνγκελα Μέρκελ, έχοντας απολέσει οριστικά ένα μεγάλο τμήμα του πολιτικού της κεφαλαίου, τελεί υπό την ομηρία της νεοφιλελεύθερης Ακροδεξιάς, εγκαλούμενη μάλιστα από την ίδια τη νεολαία του CDU να παραιτηθεί, προκειμένου να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός για τη συγκρότηση συμμαχικού κυβερνητικού σχήματος.

Δεν πρέπει ασφαλώς να καλλιεργούνται επικίνδυνες αυταπάτες. Η Γερμανία παραμένει κυρίαρχη οικονομικά δύναμη στην Ευρώπη και μπορεί να ασκεί πιέσεις και εκβιασμούς. Όμως από εδώ και πέρα η ακώλυτη επιβολή των επιλογών της θα δώσει αναπόφευκτα τη θέση της σε συμβιβαστικές λύσεις και σε διαπραγματεύσεις. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η γερμανική ελίτ και τα συμφέροντα που αυτή εκπροσωπεί έχουν πρόθεση για σοβαρές αλλαγές και ριζικές μεταρρυθμίσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ποτέ άλλωστε στη σύγχρονη ιστορία οι γερμανικές κυρίαρχες τάξεις δεν διέθεταν ούτε την πολιτική διορατικότητα ούτε το ευρύτερο πολιτικό και πνευματικό κεφάλαιο για να αντιληφθούν τις μελλοντικές επιπτώσεις των επιλογών τους. Η Ευρώπη καταστράφηκε δύο φορές στη διάρκεια του 20ού αιώνα από την τυφλή άσκηση δύναμης και βίας από τη Γερμανία. Η Ιστορία, συνεπώς, και η συνέχεια του «γερμανικού πνεύματος» θα πρέπει να μας καθιστούν ιδιαίτερα ανήσυχους και επιφυλακτικούς για το άμεσο και το απώτερο μέλλον.

Β. Σόιμπλε: Άτυπος κυβερνήτης
Το χαρακτηριστικό της γερμανικής απολυταρχικής εξουσίας, ιδιαίτερα κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, ήταν η αποδυνάμωση, υποβάθμιση ή και περιφρόνηση των δημοκρατικών θεσμών για τη λήψη αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη. Το χρηματιστικό-τραπεζικό κεφάλαιο και τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα καθόριζαν όχι μόνο οικονομικές επιλογές αλλά και κυβερνήσεις, διορίζοντας ακόμα και πρωθυπουργούς, όπως στην περίπτωση της Ιταλίας και της Ελλάδας. Η Commission υποβαθμίσθηκε, ενώ η τελευταία version του σχεδίου Σόιμπλε προβλέπει την πλήρη υπαγωγή της στον οικονομικό μηχανισμό του ESM, ο οποίος θα ελέγχεται απευθείας από το Βερολίνο… Όσο για το παραμάγαζο του Β. Σόιμπλε, το Eurogroup, αυτό ζει και βασιλεύει, αναμένοντας από τη νέα του ηγεσία να συνεχίσει το «δημιουργικό έργο» του πρώην γερμανού υπουργού Οικονομικών…

Κι όμως, αυτό είναι το ιστορικά τραγικό, ο Β. Σόιμπλε για μια μακρά περίοδο αποτέλεσε τον άτυπο αλλά ουσιαστικό πόλο κυριαρχίας, τον άτυπο κυβερνήτη της Ευρωζώνης και της ΕΕ, αφού οι βουλήσεις και οι αποφάσεις του δεν καθόριζαν μόνο την οικονομική πολιτική των κρατών-μελών αλλά επηρέαζαν πολλές φορές καίρια και τις ίδιες τις πολιτικές εξελίξεις… Αυτή είναι η πιο τρανή απόδειξη του καταντήματος της Ευρώπης.

Ασφαλώς, όταν η εξουσία συγκεντρώνεται σ’ ένα σημείο, όπως συνέβη με τη Γερμανία, κάθε κλονισμός του πυρήνα της εξουσίας δημιουργεί ένα ευρύτερο κλίμα αστάθειας, προβληματισμού και ανησυχίας. Σε μια περίοδο μάλιστα όπου η Ευρώπη δοκιμάζεται δεινώς από το Brexit, την απροσδιοριστία των σχέσεων με τις ΗΠΑ, το Προσφυγικό, την άνοδο και ραγδαία επέκταση της Ακροδεξιάς, τη διαμόρφωση εσωτερικών τειχών, τη διεύρυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων.

Δημοκρατία – ανάπτυξη – κοινωνική δικαιοσύνη
Για να αντιμετωπισθούν όλα αυτά τα κρίσιμα προβλήματα, απαιτείται να διαμορφωθεί ένα νέο βασικό πλαίσιο με τρεις κεντρικούς πυρήνες: Τη δημοκρατική λειτουργία στη λήψη των κρίσιμων αποφάσεων, την προώθηση της ανάπτυξης με την εγκατάλειψη των αυστηρών πλαισίων της λιτότητας και τη δίκαιη αναδιανομή, μέσω πολιτικών που θα εδράζονται στην κοινωνική δικαιοσύνη και στην αντιμετώπιση της ανεργίας.

Αυτό είναι το μόνο πλαίσιο προκειμένου να υπάρξει αφενός μεν υπέρβαση της οικονομικής κρίσης και της καθήλωσης, αφετέρου δε να διαμορφωθεί ένα νέο περιβάλλον κοινωνικής και πολιτικής νομιμοποίησης, ώστε να αντιμετωπισθούν τόσο στην κοινωνική όσο και στην πολιτικοϊδεολογική τους ρίζα τα φαινόμενα της Ακροδεξιάς, των παντοειδών ρατσισμών, των εσωτερικών αντιθέσεων και χωρισμών.

Δεν πρόκειται για μια παράθεση επιθυμιών, για ένα ευχολόγιο που στηρίζεται σε αφηρημένες αρχές. Πρόκειται για μια απόλυτα ρεαλιστική στρατηγική, που είναι η μόνη δυνατή να αντιμετωπίσει την πολύπλευρη κρίση και να ξαναδώσει ελπίδα και οράματα στις χειμαζόμενες ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Ασφαλώς, μέχρις ότου συγκροτηθεί η νέα γερμανική κυβέρνηση, η οποία θα προκύψει είτε μέσω συμβιβασμών και διαπραγματεύσεων είτε μέσα από μια νέα εκλογική αναμέτρηση, δεν μπορούν να υπάρξουν σημαντικές αποφάσεις για πολλά κρίσιμα προβλήματα.

Η εκκρεμότητα αυτή αφορά όπως είναι επακόλουθο και τη χώρα μας. Ασφαλώς, οι διαδικασίες για την τρέχουσα αξιολόγηση έχουν ήδη δρομολογηθεί και δεν αναμένονται εκπλήξεις.
Όμως, όσον αφορά το μείζον ζήτημα της ρύθμισης του χρέους, το διάστημα που ξεκινά από τον καινούργιο χρόνο είναι ιδιαίτερα κρίσιμο.

Μια ευνοϊκή διευθέτηση του χρέους δεν αφορά μόνο την ομαλή αποδέσμευση από τα Μνημόνια και μια διεύρυνση της βάσης εμπιστοσύνης για την έξοδο στις αγορές. Γιατί, πέραν αυτού, είναι δυνατόν να επηρεάσει -μέσω επαναδιαπραγμάτευσης- και το ύψος των πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια καθώς και το εύρος χαλάρωσης της δημοσιονομικής πολιτικής. Και, ασφαλώς, η πολιτικοϊδεολογική ταυτότητα και η στρατηγική της νέας γερμανικής κυβέρνησης αποκτά κρίσιμη σημασία για το ζήτημα αυτό.

Ένα σημαντικό πλεονέκτημα, πάντως, της χώρας μας είναι το γεγονός ότι τόσο οι δανειστές όσο και η ίδια η γερμανική ελίτ δεν επιθυμούν νέες κρίσεις και αναταραχές στην Ευρωζώνη. Αυτό το γεγονός διαμορφώνει ένα ευνοϊκό πλαίσιο στις όποιες διαπραγματεύσεις αλλά και στο κλίμα της σταθερότητας που πρέπει να εμπεδωθεί για την ομαλή πορεία της χώρας.
Αυτή ακριβώς η εξέλιξη έχει προκαλέσει την αγανάκτηση και την οργή της ΝΔ και των κομματικών παρακολουθημάτων της, που στρέφονται κατά των ευρωπαίων θεσμικών εκπροσώπων και της γερμανικής ελίτ.

Το εγχώριο, συστημικό, νεοφιλελεύθερο-ακροδεξιό στρατόπεδο, το οικονομικοκομματικό τόξο της διαπλοκής, επετέλεσε και διεκπεραίωσε καθ’ όλη τη μνημονιακή εποχή τον ρόλο του υπεργολάβου και διεκπεραιωτή των δανειστών, του διδύμου Σόιμπλε – ΔΝΤ και της γερμανικής ελίτ. Σήμερα, όλοι αυτοί νιώθουν εγκαταλελειμμένοι από τα αφεντικά τους και αντιδρούν ως απατημένες σύζυγοι, με γνησιότερο και αυθεντικότερο εκφραστή τον αντιπρόεδρο της ΝΔ. Ο ίδιος δεν δρα ως άτομο αλλά διατυπώνει τις απόψεις του Κυρ. Μητσοτάκη και της ακροδεξιάς ηγετικής ομάδας της παράταξής του, αποδεικνύοντας όχι μόνο το ηθικοπολιτικό κατάντημα αλλά και το ιστορικό αδιέξοδο όλων εκείνων που επένδυσαν στην καταστροφή της χώρας για να επανακάμψουν στην εξουσία.


Σχολιάστε εδώ