H Σαρία της Θράκης και η άγνοια των Αθηνών

H Σαρία της Θράκης και η άγνοια των Αθηνών

Του Δρος
ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΣΤ. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗ
επ. Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου,
πρώην Υπουργού, τ. Βουλευτή Ροδόπης


Το καθεστώς σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας στη Θράκη εδράζεται στη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, στη μακροβιότερη δηλαδή διεθνή Συνθήκη, την οποία σεβάστηκε απόλυτα τόσο ο Ελευθέριος Βενιζέλος όσο και ο Κεμάλ Ατατούρκ, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.

Η έξυπνη ιδιαιτερότητα αυτής της Συνθήκης έγκειται στο γεγονός, ότι υιοθετεί ένα ιδιότυπο μοντέλο της Σαρίας, που δεν έχει όμως καμία σχέση με το ακραίο πρότυπο άλλων ισλαμικών χωρών. Επί της ουσίας, αποδέχεται στη Θράκη τον ρόλο του μουφτή όχι μόνο ως θρησκευτικού αρχηγού αλλά και ως καδή, δηλαδή, δικαστή οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου, άρα και ως δημόσια αρχή, που σύμφωνα με το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο διορίζεται από το κράτος.

Οι αποφάσεις ωστόσο του μουφτή ως δικαστή δεν πρέπει να έρχονται σε αντίθεση με το Ελληνικό Σύνταγμα και τους νόμους, ούτε με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Αυτός ο συνδυασμός μέχρι σήμερα, παρά κάποιες περιορισμένες εξαιρέσεις, συνέβαλε, πρώτον, στο να εμπεδώνεται το αίσθημα θρησκευτικής ελευθερίας των μουσουλμάνων εντός μιας δυτικής χώρας που έμπρακτα σέβεται τη θρησκευτική τους παράδοση.

Δεύτερον, λειτούργησε παιδευτικά προς τους ίδιους, προσαρμόζοντάς τους στα σύγχρονα ευρωπαϊκά πρότυπα, μιας που καμιά απόφαση του μουφτή δεν μπορεί να πάει κόντρα σε αυτά. Έτσι, οι φιλήσυχοι μουσουλμάνοι της Θράκης μετεξελίχθηκαν σε σύγχρονους ευρωπαίοι πολίτες, που για κανέναν ακραίο ισλαμισμό ή θρησκευτικό φανατισμό δεν θα ήθελαν να διαταράξουν την ποιότητα της ζωής τους, εντασσόμενοι σε εξτρεμιστικά κινήματα τύπου ISIS, παρότι ίσως αποτέλεσε στόχος η στρατολόγησή τους σε αυτά. Την ίδια στιγμή, το σύστημα αυτό έδωσε στους έλληνες μουσουλμάνους πολίτες της μειονότητας την ελευθερία μόνοι τους να επιλέγουν αν θα ακολουθήσουν στη ζωή τους το αστικό δυτικό πρότυπο οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου ή την προσαρμοσμένη στα ευρωπαϊκά standards ισλαμική θρησκευτική τους παράδοση.

Μετά την περίεργη και μουγκή συνάντηση του, δυτικοθρακιώτη στην καταγωγή, αντιπροέδρου της τουρκικής κυβέρνησης Χακάν Τσαβούσογλου (αρμόδιου για ζητήματα Τούρκων του εξωτερικού) με τον έλληνα υπουργό Παιδείας κ. Γαβρόγλου, κάτι που για πρώτη φορά γίνεται, αναθάρρησε η φήμη για κατάργηση του υφιστάμενου καθεστώτος της Σαρίας στη Θράκη.
Σύγχυση, παρά αποσαφήνιση, προκάλεσαν οι δηλώσεις του πρωθυπουργού στη Θράκη, όπου ανακοίνωσε ότι θα θεσμοθετήσει κάτι που ήδη ισχύει, δηλαδή την ελεύθερη επιλογή των μουσουλμάνων για το δίκαιο που θα τους διέπει.

Ωστόσο, εδώ και καιρό, κάποιοι ετερόκλητοι κύκλοι υποστηρίζουν την κατάργηση και τον διαχωρισμό των θρησκευτικών και δικαστικών αρμοδιοτήτων του μουφτή. Μπορεί να φαίνεται εκσυγχρονιστική μια τέτοια προσέγγιση για όσους δεν γνωρίζουν σε βάθος τον θεσμό, κρύβει όμως παγίδες και κάποιες επικίνδυνες εθνικά διαστάσεις. Ειδικότερα:

• Καταστρέφεται ένα μοντέλο ανοιχτής δημοκρατικής κοινωνίας που απέτρεψε τη στρατολόγηση φονταμενταλιστών και τρομοκρατών με ευρωπαϊκό διαβατήριο, εμπέδωσε την ευρωπαϊκή συνείδηση σε μουσουλμάνους, σεβάστηκε απόλυτα τα μειονοτικά δικαιώματα, προωθώντας την ειρηνική και δημιουργική συμβίωση χριστιανών και μουσουλμάνων, και μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.

• Η διά νόμου παρέμβαση στην κατάργηση της Σαρίας έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 42 παράγραφος 2 της Συνθήκης της Λωζάννης και επιτρέπει στην τουρκική πλευρά να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα δεν σέβεται τη Συνθήκη, ούτε τη θρησκευτική ελευθερία και λειτουργεί παρεμβατικά και όχι φιλελεύθερα ως προς τις μειονότητες.

• Η τουρκική εξωτερική πολιτική διευκολύνεται, ισχυριζόμενη ότι προασπίζεται τη θιγόμενη θρησκευτική συνείδηση, να επιτύχει τον πάγιο στόχο της, που δεν είναι άλλος από την τουρκοποίηση των δύο άλλων μειονοτικών ομάδων, των Πομάκων και των Ρομά (διαχρονική επιδίωξή τους στην περιοχή).

• Η σταδιακή τουρκοποίηση της μειονότητας θα έχει ως σταθερή επιδίωξη της γείτονος τη μετεξέλιξη της μειονότητας από θρησκευτική σε εθνική, κάτι που θα ενθαρρύνει τις απαιτήσεις της γείτονος για συνδιοίκηση στη Θράκη, μέσω της χρήσης και ευρωπαϊκών πλέον νομικών εργαλείων.

• Τέλος, ο διαχωρισμός δικαστικών και θρησκευτικών αρμοδιοτήτων του μουφτή διευκολύνει την απαίτηση της τουρκικής πλευράς για εκλεγμένους μουφτήδες (κάτι που δεν ισχύει, βέβαια, στα άλλα μουσουλμανικά κράτη), με το επιχείρημα ότι δεν είναι πλέον δικαστής, άρα δημόσια αρχή που πρέπει να διορίζεται.

Έτσι, ευκολότερα μπορεί να αναδειχθεί σε έναν πολιτικοθρησκευτικό ηγέτη της μειονότητας, που θα παίζει τον ρόλο της τουρκικής πολιτικής σε όλα τα επίπεδα της περιοχής.

Το συμπέρασμα και σ’ αυτήν την περίπτωση είναι το ίδιο. Η τουρκική εξωτερική πολιτική, με στρατηγική που τη διέπει ξεκάθαρη στοχοθέτηση, συνέπεια, συνέχεια και συστηματικότητα, επιμένει κερδίζοντας συνεχώς χώρο. Αντίθετα, η ελληνική πλευρά αντιδρά αποσπασματικά, πρόχειρα, βιαστικά και συνήθως υποταγμένη στα προσωπικά πάθη και τα μικροκομματικά συμφέροντα, με αποτέλεσμα συνεχώς να χάνει έδαφος, ακόμα κι όταν έχει όλο το δίκιο με το μέρος της.

Αυτός είναι και ο λόγος που επιμένω πεισματικά στη σύσταση διακομματικής επιτροπής για τη Θράκη. Είναι πλέον αναγκαιότητα η χάραξη μια ενιαίας και διαχρονικής, διακομματικής και συνεπούς εθνικής στρατηγικής, αν θέλουμε να προλάβουμε τις εξελίξεις και να μην τις ακολουθήσουμε ως ουραγοί.


Σχολιάστε εδώ