Πολιτικό το νέφος, πολιτικές
οι πλημμύρες, πολιτικές οι ευθύνες

Του
ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ


-Όταν ακυρώνεται η πολεοδομία

Η πολεοδομία αποτελεί, από την εποχή ακόμη της κλασικής Ελλάδας, τον τρόπο με τον οποίο δομείται ορθολογικά η πόλη, ο φορέας της κοινωνικής και πολιτικής δραστηριότητας. Ο Ιππόδαμος ο Μιλήσιος, στην ακμή της κλασικής εποχής, εκπόνησε σχέδια ελληνικών αποικιών που είχαν τάξη και κανονικότητα, σε αντίθεση με τον συγκεχυμένο τρόπο με τον οποίο αναπτύσσονταν οι πόλεις. Στην αρχή της δεκαετίας του ’80, ο Αντώνης Τρίτσης, προσπαθώντας να κινητοποιήσει κοινωνικές δυνάμεις για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης (νέφος), εκστόμισε την περίφημη φράση: «Το νέφος είναι πολιτικό». Βέβαια, εννοούσε πως η απουσία πολιτικής χωροθέτησης των βιομηχανιών (λιπάσματα κ.λπ.) που ήταν υπεύθυνες για μεγάλες εκπομπές ρύπων, σε συνάρτηση με τη γεωμορφολογία και τις μετεωρολογικές συνθήκες, ήταν η αιτία αυξημένων τιμών ρύπανσης στο λεκανοπέδιο.

Οι πολιτικές αντιπαραθέσεις της εποχής ήταν οξείες, αλλά, με τον καιρό, το κλείσιμο ή η μετεγκατάσταση βιομηχανιών και η εισαγωγή κυκλοφοριακού δακτυλίου για τον περιορισμό των οχημάτων στην Αθήνα βελτίωσε την κατάσταση. Ο κεφαλονίτης πολιτικός προχώρησε στην επιχείρηση πολεοδομικής ανασυγκρότησης (ΕΠΑ) με στόχο την ενίσχυση του σχεδιασμού των πόλεων, τον σταδιακό περιορισμό της αυθαίρετης δόμησης, την οριοθέτηση του δημόσιου χώρου κ.λπ. Το θέμα των μπαζωμένων ρεμάτων αποτελούσε μέρος της πολιτικής του, όπως και το θέμα των αυθαιρέτων, που προσπάθησε να αντιμετωπίσει με συνδυασμό μέτρων σχεδιασμένης οικιστικής επέκτασης, μεταφορά συντελεστή δόμησης κ.λπ. Οι διεπιστημονικές ομάδες που συγκροτήθηκαν για τη σύνταξη πολεοδομικών μελετών περιελάμβαναν και γεωλόγους και δασολόγους και υδραυλικούς μηχανικούς. Προσέκρουσε όμως στο γεγονός πως η πολεοδομία και η χωροταξία δεν εφαρμόζονται χωρίς τη συναίνεση των ισχυρών οικονομικών παραγόντων ή τον έλεγχό τους. Ζητήματα πολιτικής, γης, κερδοσκοπίας και εκκλησιαστικής περιουσίας αποτέλεσαν τις αιτίες για τις οποίες «έθεσε εαυτόν εκτός κινήματος». Είχε όμως κάνει κάτι σημαντικό. Είχε καταστήσει -έστω για λίγο- σαφή στην ελληνική κοινωνία τη σχέση αιτίου-αιτιατού στο δομημένο περιβάλλον.

Πέρασαν πολλά «ανέμελα» χρόνια από τότε και σήμερα, αφού ξορκίσαμε τους «ενοχλητικούς», βρεθήκαμε για πολλοστή φορά αντιμέτωποι με το θέμα των πλημμυρών στις αστικές ζώνες. Ζώνες ανοχύρωτες από την άποψη της αντιπλημμυρικής προστασίας τον χειμώνα και αντιπυρικής προστασίας το καλοκαίρι. Η Μάνδρα είναι μια τέτοια περιοχή και τα τελευταία χρόνια αποψιλώθηκαν τα βουνά της σε μεγάλο βαθμό, χωρίς ανάλογα μέτρα θεραπείας, ενώ το κύριο ρέμα απορροής ομβρίων έχουν φράξει εθνικός δρόμος, εργοστάσια και κατοικίες. Ενδιαφέρον είναι πως η Μάνδρα διαθέτει και πολεοδομικό σχέδιο (στο οποίο εντάχθηκαν τα αυθαίρετα) και Κτηματολόγιο. Επομένως, το ερώτημα είναι πώς η πολεοδομική αρχή -που δεν είναι στη Μάνδρα- δέχθηκε ως ιδιοκτησίες ιδιωτών εκτάσεις που βρίσκονται πάνω στα ρέματα και είναι εξ ορισμού δημόσιες.

Οι κάτοικοι των παραδοσιακών χωριών και πόλεων της Ελλάδος ήταν μάστορες στη χωροθέτηση των οικισμών τους, ώστε να εξασφαλίζουν τη μέγιστη προστασία από τα καιρικά φαινόμενα. Είναι η νεότερη οικιστική ανάπτυξη της οικονομικής υπερεκμετάλλευσης ή της βίαιας μετακίνησης πληθυσμών που δημιούργησε τα προβλήματα. Μετά τον εμφύλιο, οι αναζητούντες ανωνυμία Έλληνες της επαρχίας και όλοι οι ντόπιοι οικονομικοί μετανάστες πολλαπλασίασαν άναρχα τον πληθυσμό των αστικών κέντρων. Οι λεκάνες απορροής βιάστηκαν, τα ρέματα μπαζώθηκαν, καθώς φτωχοί έποικοι αναζητούσαν ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Δημιουργήθηκαν έτσι οι ευρωπαϊκές «φαβέλες» ελληνικού τύπου. Οι πολιτικοί, αναζητώντας εκλογική πελατεία, αδιαφόρησαν.

Έτσι, και η οδός Φιλελλήνων έμεινε λειψή, ακολουθώντας το παράδειγμα της 3ης Σεπτεμβρίου. Η Αττική, το Ηράκλειο, η Βέροια είναι εξόφθαλμα παραδείγματα του εγκλήματος που συντελέστηκε στο σώμα της Ελλάδος. Η διαχρονική αυτή εξέλιξη δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με τίποτε, γι’ αυτό και ο Κυρ. Μητσοτάκης αποφεύγει ευφυώς να αναζητήσει ευθύνες τώρα, προσπαθώντας να στερήσει από τον κ. Τσίπρα νέο επιχείρημα αντιπαράθεσης. Όμως, σχετικά με την τραγωδία στη Μάνδρα, απαράδεκτα είναι δύο πράγματα:

α. Η μεγιστοποίηση της ατομικής ευθύνης των φτωχών, καθώς η κύρια ευθύνη ανήκει στους πολιτικούς, αφού υπήρχε νομοθεσία, αλλά απουσίαζαν ή δεν ενεργοποιήθηκαν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και -το κυριότερο- απουσίαζε η πολιτική κατοικίας.

β. Η επίκληση, από τους αδαείς και τους μηρυκάζοντες, της κλιματικής αλλαγής προς αιτιολόγηση της εγκληματικής αμέλειας, ενώ οι πλημμύρες είναι σύνηθες φαινόμενο, με θύματα από την αρχή της δεκαετίας του ’60, που εντάθηκε η εσωτερική μετανάστευση.

Οι απουσιάζουσες εφαρμοσμένες δράσεις είναι η πολεοδομική πολιτική και η υλοποίηση αντιπλημμυρικών έργων και αναδάσωσης. Αν το πένθος είναι βαρύ, το αυτό ισχύει και για την απουσία υπεύθυνης πολιτικής. Η κηδεία δημοσία δαπάνη φαντάζει ως επιβεβαίωση της ευθύνης της Πολιτείας (κυβερνήσεων, πελατειακής γραφειοκρατίας και τεχνοδομής). Ας μην ξεχνάμε πως συνεχίζεται η νομιμοποίηση αυθαιρέτων, ανεξάρτητα από τη θέση τους (π.χ. σε ρέμα) ή τη στατική τους επάρκεια. Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια έχει καταργηθεί μεγάλος αριθμός πολεοδομικών εργαλείων, όπως, π.χ., η Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομίας, Οικισμού και Στέγασης (ΔΕΠΟΣ), που σκοπό είχε την οικιστική πολιτική και -μεταξύ άλλων- μετεγκατάσταση των ιδιοκτητών αυθαιρέτων. Καταργήθηκε επίσης ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας και οι αντίστοιχοι Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων, που διέθεταν εργαλεία συνολικότερης παρέμβασης και συσσωρευμένη γνώση. Έτσι, ο σχεδιασμός και η εποπτεία του μητροπολιτικού χώρου της Αθήνας, που εμφανίζει μεγάλη πολυπλοκότητα θεμάτων και ανάγκη παρεμβάσεων ευρύτερης κλίμακας, αποδυναμώθηκε. Με την αποδυνάμωση όμως του πολεοδομικού σχεδιασμού μέσα στη δίνη της κρίσης, «κάθε πολίτης μένει μόνος, με τον Θεό εναντίον όλων». Αυτό θα συνεχιστεί, όσο οι εκλεγμένοι πολιτικοί χαϊδεύουν αφτιά, αντί να διαπαιδαγωγούν.


Σχολιάστε εδώ