Κριτική-αυτοκριτική…
Του
ΚΩΣΤΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
πρώην βουλευτή, πρ. ευρωβουλευτή και πρ. αντιπροέδρου της Ευρωβουλής
Αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι –αυτονοήτως επίσης εχθρές και εχθροί–, το προηγούμενο άρθρο με τίτλο «28 Οκτωβρίου 1940 (βιωματική αφήγηση)» υπήρξε ό,τι χειρότερο έχει δημοσιευθεί σε αυτήν τη στήλη. Όχι λόγω της προσωπικής και συγγενικής αφήγησης, θεμιτής και ενδιαφέρουσας μάλιστα. Λόγω των χονδροειδέστατων σφαλμάτων ΟΥΣΙΑΣ, που με καταδυνάστευσαν μόλις το διάβασα τυπωμένο, με αίσθημα ακατάσχετης ντροπής.
Έγραψα ότι ο Γιάννης, σύζυγος της αδερφής της γιαγιάς μας, Φωφώς, υπεύθυνος δημοτικής εκπαιδεύσεως με έδρα την Τρίπολη, «δεν ανέβηκε στο όρος Μέναλον, ενώ είχε εκτοπισθεί προηγουμένως, μαζί με τον Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοτίτσα στην Ιταλία»! Έγραψα επίσης ότι τα Δεκεμβριανά έλαβαν χώρα «στις 4 Δεκεμβρίου του 1945, αντί στις 3 Δεκεμβρίου του 1944»! Γεγονός στοιχειωδέστατο. Και πασίγνωστο.
Δεν έγραψα –έγκλημα καθοσιώσεως– ότι ΕΛΑΣίτες είχαν φροντίσει να ισοπεδώσουν το κτίριο του γιατρού Χρήστου Δούκα, Καλλιδρομίου και Μαυρομιχάλη, διαγωνίως απέναντι από το σπίτι μας, δημιουργώντας προγεφύρωμα για τα περαιτέρω. (Αναφέρω παρεμπιπτόντως ότι ο αείμνηστος Χρήστος Δούκας είχε τρεις αδερφές και δεν παντρευόταν όσο ζούσε, πριν τις παντρέψει!)
Θα μπορούσα να είχα προχωρήσει, αφού ενέπλεξα τους γερμανοτσολιάδες, και σε προβοκάτσια των Άγγλων που καραδοκούσαν. (Ο Τσώρτσιλ ήρθε στην Αθήνα αρχές Ιανουαρίου του 1945.)
Για τον Μεταξά ορθώς είχα εκτιμήσει ότι, μολονότι γερμανόφιλος με σπουδές στο Βερολίνο –«οι συμφοιτητές του έλεγαν ουδέν πρόβλημα άλυτον παρά Ιωάννω Μεταξά»– είχε εκτελέσει άφθονο κοινωνικό έργο, φορτώνοντας στη χώρα μας τον Γεώργιο Β’. (Εκείνος, βέβαια, τον είχε καλέσει στην Ελλάδα, ως αντίβαρο προδήλως της γερμανοφιλίας του.)
Η αυτοκριτική οργιάζει τώρα που διατυπώνω –ημέρα Πέμπτη– αυτό το πόνημα. Και καλώς οργιάζει. Αναφέρω την ημέρα, διότι έχω πιθανώς αγνοήσει κρίσιμα γεγονότα που παρενεβλήθηκαν με την «γκεμπελική προπαγάνδα» του ευρώ ένεκεν. (Λεονταρίτης γαρ έφα.)
Η κριτική μου έναντι τρίτων δεν είναι τυπική. Είναι, αντίθετα, λίαν σφοδρή. Πρωτίστως εναντίον των αλλοδαπών εισβολέων. Δευτερευόντως, ωστόσο, εις βάρος των εξουσιομανών Αλέξη Τσίπρα και Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι οποίοι έχουν πάρει διαζύγιο με τη Μεγάλη Ιστορία του Έθνους μας. Οι κύριοι αυτοί αγνοούν πλήρως το Βυζάντιο, τις δεσπόζουσες χρονολογίες και τα καταχθόνια –και προγραμματισμένα– σχέδια. (Εκ νέου Λεονταρίτης έφα.) Ομολογώ ότι τον Λεονταρίτη δεν τον αποστήθισα. Πολλά από όσα έγραψε συγκινούν το υποσυνείδητό μου, δίχως να τα κατανοώ πλήρως. Η αφεντιά μου δεν τους πολεμάει με το σεις και με το σας. Τους κατακεραυνώνει. Τους ειρωνεύεται και τους χλευάζει.
Προγραμματισμένο οπλοστάσιό τους είναι το καταραμένο ευρώ. Οι τράπεζες και οι τραπεζίτες θησαυρίζουν. Τα όρνεα της παγκοσμιοποίησης εκτοξεύουν το δηλητήριό τους. Όλα βαίνουν καλώς. Με στοχευμένη εξαίρεση την Ελλάδα. (Το «βαίνουν καλώς» ειρωνικά.)
Δανείζομαι από το «Θέατρο του Παραλόγου», όχι τον Ιονέσκο. Τον Μπέκετ. (Beckett, 1906-1989.) Ο Μπέκετ έλαβε το Βραβείο Νόμπελ. Συγκλονιστικό έργο του για τους επαΐοντες είναι το «Περιμένοντας τον Γκοντώ», δηλαδή τον μη ελεύσιμο Θεό. Το αριστούργημα αυτό το έχω απολαύσει σε θέατρα τριών διαφορετικών πόλεων της Δυτικής Γερμανίας. Συγκρατώ επίσης στη μνήμη μου τη ρήση: «Έρχονται και φεύγουν πολλοί –εμείς εδώ– είναι τρομερό».
Εάν κάποια ή κάποιος με ρωτούσε στα εφηβικά μου χρόνια τι επάγγελμα θα προτιμούσα, η απάντησή μου θα ήταν: Σκηνοθέτης θεατρικών παραστάσεων.
Έχω απομακρυνθεί, όμως, πολύ από τον τίτλο ετούτου του άρθρου. Δεν οφείλονται μόνο σε «προσωπικές αμηχανίες και αβλεψίες», όπως δηλοί η κατάληξη του προηγηθέντος. Δεν διαθέτω απαράμιλλη προσωπικότητα, ούτε ακλόνητες στο διάβα του χρόνου γνώσεις. Είμαι ένας κοινός άνθρωπος που λόγω της μεγάλης ηλικίας του έτυχε να βιώσει παράξενες καταστάσεις.
Με πλήττουν συχνά οι ανανεώσιμες πηγές πληροφόρησης και ο ορυμαγδός των έξωθεν διατεταγμένων κρατικών απαιτήσεων. Δεν πουλάω σε καμία και σε κανέναν εξυπνάδες της δεκάρας. Ταυτοχρόνως δεν απογοητεύομαι εύκολα. Είμαι τελικά ένας Μπέκετ, χωρίς κανένα παράσημο διαχρονικής αξίας.
Λατρεύω τα ομαδικά αθλήματα, με προτίμηση στο μπάσκετ και όχι στο ποδόσφαιρο. Σε αμφότερα, όμως, λαμβάνουν χώρα έντονοι διαπληκτισμοί, ακόμα και συρράξεις. Οι αστυνομικές δυνάμεις, αντί να δραστηριοποιούνται σε άλλους χώρους επ’ ωφελεία των πολιτών –σπάνιο και προκλητικό θέαμα και αυτό–, καταναλίσκουν τις δυνάμεις τους στα γήπεδα. Γήπεδα αγώνων δεύτερης ή και τρίτης κατηγορίας. Κάποιος με ρώτησε αν πηγαίνω ακόμα αυτοπροσώπως σε γήπεδο του Παναθηναϊκού, γνωρίζοντας την προτίμησή μου γι’ αυτόν τον σύλλογο. «Όχι», του απάντησα. «Τα βλέπω, όμως, όλα και ειδικά τον Παναθηναϊκό από τηλεοράσεως».
Τα γηπεδικά, ωστόσο, αντιπαλεύουν με το «Ημερολόγιό μου», το οποίο τηρώ επί πολλές δεκαετίες, με χρονικά άλματα κενών, είτε λόγω ασθενειών είτε λόγω άλλων αιτίων.
Επιτέλους ΤΕΛΟΣ.