ΒΟΥΛΗ ΚΑΙ ΟΙ ΛΥΚΟΙ
ΤΟ ΦΑΙΔΡΟ ΝΤΑΪΛΙΚΙ
Του
Μιχάλη Φιοράντε
Η μέρα ήταν βροχερή
καί είπαν δυό «ρεμπέτες»:
Δέν πάμε φίλε στήν Βουλή
εμείς οι δυό ηγέτες.
•••
Καί έτσι συμφωνήσανε
νά παίξουν τούς νταήδες
καί ήτανε πανόραμα
άν άκουσες καί είδες.
•••
Ούτω τό νέο πρόγραμμα
πλημμύριζε από λέξεις
έτσι νά σέ μπερδέψουνε
τόν ποίον νά διαλέξεις.
•••
Χάβρα ανεπανάληπτη
βοούσαν οι ειδήσεις
καί μας μάς εμπερδέψανε
νά βήξεις ή νά φτύσεις.
•••
Χαβούζα ο περίγυρος
καί κάπου κάπου γέλια
λές κι ήταν νυχτοφύλακες
σέ άφραχτα αμπέλια.
•••
Οι δυό τενόροι συνεχώς
στό πρίμο καί σιγόντο
οι, δέ, κραυγές ακούγονταν
στόν Εύξεινο τόν Πόντο.
•••
Τοιούτον παραλήρημα
δέν είχα ξαναζήσει
σέ τούτη τήν κακόμοιρη
κι αδικημένη ζήση.
•••
Ο ένας φάλτσαρε σφοδρά
κι ο άλλος, φεύ, τά ίδια
καί τού Λαού τό σύνολο
έξυνε, ναί, τ’ αρχίδια.
•••
Τό τέλος δέν ερχότανε
τό θέατρο βροντούσε
μιά όπερα πού φάλτσαρε
καί γέλια προξενούσε.
•••
Δυστυχισμένε Έλληνα
ποιόν απ’ τούς δυό διαλέγεις;
Όταν κι οι δυό σέ στρίμωξαν
τό χάος νά πιστεύεις.
•••
Στό τέλος τά μεγάφωνα
κουράστηκαν κι εκείνα
χωρίς γιά αποτέλεσμα
ποιός εξορμά γιά Κίνα.
•••
Ο ένας εταξίδεψε
χάριν φροντιστηρίου
στά άκρα τής Ανατολής
στήν μήτρα μυστηρίου.
•••
Ζηλεύοντας ο έτερος
θέλει κι αυτός νά πάει
νά μάθει πώς διακονούν
οι Τσιν καί Τσον Παπάει.
•••
Μετά τήν ολοκλήρωση
τών γκρίζων τενορίσκων
πληρώθηκαν οι θεατές
μέ άρωμα ιβίσκων.
•••
Εγώ στήν απομόνωση
ο συνεχώς αλάνης
τόν Ριγολέτο τραγουδώ
τήν ώρα τής πλεκτάνης.
•••
Ω!!! Χώρα μου κακότυχη
πότε θά έρθει η ώρα
η σιωπή νά τραγουδά
καί νά χτυπά η μπόρα.
…………………………..
Η εξουσία έχει πολλούς
υποτελείς ,
έτσι περηφανεύεται
καί τούς δίνει
τό δικαίωμα
νά ουρλιάζουν πρός
χάριν της. Λαέ, λαβέ.