Ο Γκράμσι, οι 45 ούγγροι ιππείς
και η Ελλάδα του μνημονιακού ζόφου
Του
ΛΟΥΚΑ ΑΞΕΛΟΥ
«Όποιος δεν καταλαβαίνει ποτέ τις ήττες του
δεν παίρνει τίποτε μαζί του στο μέλλον»
Άξελ Σαντεμόζε
Αναπολώντας τα 80 χρόνια που πέρασαν από τον θάνατο του μεγάλου δασκάλου για ορισμένους από εμάς, του Αντόνιο Γκράμσι, κατέφυγα σε ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία, το «Παρελθόν και Παρόν», και στάθηκα σε ένα κείμενό του που μου φάνηκε ιδιαίτερα εύστοχο και χαρακτηριστικό, αφού σε αυτό διέκρινα ένα πλήθος αναλογίες από τα συμβαίνοντα σήμερα στον τόπο μας, στα χρόνια του μνημονιακού ζόφου, του ΔΝΤ, της «τρόικας» και των κυβερνήσεων των προθύμων.
Γράφει, λοιπόν, ο Αντόνιο Γκράμσι ότι στη διάρκεια του τριακονταετούς πολέμου 45 ούγγροι ιππείς είχαν στρατοπεδεύσει στη Φλάνδρα και επειδή ο πληθυσμός ήταν άοπλος και διεφθαρμένος, κατάφεραν να διοικούν τη χώρα τυραννικά για άλλους έξι μήνες.
Συνέβη, άραγε, αυτό μόνο στη Φλάνδρα;
Εγώ νομίζω ότι είναι δυνατόν σε κάθε στιγμή να παρουσιαστούν 45 ούγγροι ιππείς (φυσικά μπορεί, κάλλιστα, να είναι 53+ ή κάτι άλλο), εκεί που οι πολίτες μετατρέπονται σε μάζα απολίτικων πληθυσμών, που διασκορπισμένοι και κλεισμένοι στο καβούκι τους περιορίζονται στην εργασία για την επιβίωση, στα παρακάλια, την παραίτηση και τον εκμαυλισμό, μη έχοντας έτσι τη δυνατότητα να αντισταθούν και να αναχαιτίσουν τους διάφορους επιδρομείς-καταληψίες του κράτους. Κι όμως, αν και αυτό αποτελεί μια πραγματικότητα, εντούτοις στους περισσότερους φαίνεται ότι είναι αδύνατον μια κατάσταση σαν αυτή των 45 ούγγρων ιππέων να επαναληφθεί ιστορικά. Πίσω από αυτήν τη δυσπιστία θα πρέπει να διακρίνουμε έναν εφησυχασμό, προϊόν του κυρίαρχου στη Μεταπολίτευση συβαριτισμού-ωχαδελφισμού, που έχει οδηγήσει στον μαζικό εκμαυλισμό, αλλά και μια παραίτηση που ζευγαρώνει με μια δόση «λαϊκού δόλου» και παίρνει τα χαρακτηριστικά της επιτηδευμένης πολιτικής αφέλειας, από τον «αγνό και άδολο λαό», που αρέσκεται στον ρόλο της Κοκκινοσκουφίτσας.
Επιτέλους, ας κοιταχθούμε, έστω και μια φορά χωρίς τερτίπια, στον καθρέφτη. Η δειλία, ναι, η δειλία, περισσεύει. Ακόμα και η αποδεκατισμένη, εναπομείνασα, μάχιμη πατριωτική Αριστερά δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα αυτή. Για τα σκουπίδια της κυβερνώσας, ούτε λόγος.
Κι αυτό γιατί όλοι, και προπάντων οι αριστεροί, θέλουμε να φανταζόμαστε ότι ο λαός πάντα αντιδρά και πάντα αντιστέκεται ενάντια στους τυράννους και καταπιεστές του. Κι όμως, πόσο μισή αλήθεια είναι αυτό. Δεν αποτελεί μια στυφή διαπίστωση η προσγείωση στην πραγματικότητα, που μας δείχνει ότι σχεδόν πάντα μια ενεργητική και καλά οργανωμένη μειοψηφία κονιορτοποιεί αυτό που ονομάζουν ορισμένοι μάζα σε χιλιάδες ή και εκατομμύρια άτομα χωρίς θέληση και προσανατολισμό; Ότι οι πλειοψηφίες παρακολουθούν και υποτάσσονται παθητικά σε εκείνη τη μειοψηφία που μπορεί να επιδείξει αποφασιστικότητα, δύναμη, αποτελεσματικότητα, αναλγησία και αναισθησία;
Τι άλλο, λοιπόν, από μια τέτοια ιστορία 45 ούγγρων ιππέων είναι η σημερινή άλωσή μας από τους κουστουμαρισμένους (γραβατωμένους και αγραβάτωτους) κονκισταδόρες; Και τι άλλο από την κονιορτοποιημένη μάζα, που περιορίζεται στη βαθμιαία συρρίκνωση, είναι ένας κόσμος ολόκληρος, που κατ’ εξακολούθηση αρνείται να έρθει σε επαφή με την πραγματικότητά του, εναποθέτοντας εξ αντικειμένου τη μοίρα του σε μιαν ανάλγητη κυβέρνηση μειωμένης κυριαρχίας;
Μήπως, τελικά, ήρθε η ώρα να δούμε τα πράγματα διαφορετικά; Μήπως μια ρεαλιστική οπτική, που γνωρίζει τις δυσκολίες που παρουσιάζει η οργάνωση μιας συλλογικής θέλησης και δράσης, θα πρέπει να πείσει (με το προσωπικό της παράδειγμα, πριν απ’ όλα) τον μουδιασμένο και σε κατάσταση παραλυσίας ελληνικό λαό ότι τα κάστανα δεν βγαίνουν μόνα τους από τη φωτιά;