Οι δηλώσεις του Ντράγκι και η τρίτη αξιολόγηση
Του
ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΒΕΛΑΚΗ
Οικονομολόγου του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
-Προς πρωθυπουργό: «Κάλλιο έναν χρόνο κόκορας, παρά σαράντα κότα»
(Translation «Better one year as a Rooster than forty years as a Chicken»)
Στις 26 Οκτωβρίου, στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου της ΕΚΤ, ο κ. Μάριο Ντράγκι επιβεβαίωσε την τραγική κατάσταση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Παρά τις διαβεβαιώσεις της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών ότι η ΕΕ έχει βγει από την κρίση, ανακοίνωσε την παράταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης για έναν χρόνο ακόμη και για ένα συνολικό ποσό μισό τρισ. ευρώ περίπου. Παράλληλα δήλωσε ότι τα παρεμβατικά επιτόκια θα παραμείνουν πρακτικά στο μηδέν για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Είναι σαφές ότι τόσο η καπιταλιστική κρίση του 2007 όσο και η ευρωπαϊκή της εκδοχή είναι και θα είναι μαζί μας για αρκετό καιρό ακόμη. Αν ήταν αλλιώς, δεν θα υπήρχε λόγος να επωμισθούν οι λαοί της Ευρώπης επιπλέον χρέη 0,5 τρισ. ευρώ, τα οποία αντιπροσωπεύουν ζημιές τραπεζών και επιχειρήσεων.
Βέβαια, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ κ. Κοστάντσο, που παρακάθησε στη συνέντευξη, έσπευσε να προσθέσει ότι από 1/1/2018 θα απαιτήσει 100% διαγραφή για τα «κόκκινα» δάνεια εντός πενταετίας και αυστηρή εφαρμογή του ορίου της επταετούς διάρκειας για τα ενήμερα επιχειρηματικά δάνεια. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του IFRS 9 από 1/1/2018, αυτό θα σημάνει επιπλέον ζημίες για τις τράπεζες χωρών σε βαθιά κρίση, όπως η Ελλάδα. Για τον λόγο αυτό η Goldman Sachs σε έκθεση αποτίμησης για τις ελληνικές τράπεζες με ημερομηνία 25/10/2017 περικόπτει τις τιμές-στόχο κατά 20% περίπου.
Η ελληνική αστική τάξη παραμένει απολύτως εγκλωβισμένη κάτω από το φως αυτών των εξελίξεων. Από τη μια η χώρα έχει εξαιρεθεί από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης λόγω αρνητικής έκθεσης του ΔΝΤ ως προς το αξιόχρεο, κάτι που παραδέχθηκε εμμέσως και ο πρωθυπουργός, όταν δήλωσε πριν από μια εβδομάδα στις ΗΠΑ ότι τα λόγια της κ. Λαγκάρντ για ρύθμιση του χρέους ήταν «μουσική στα αφτιά του». Βέβαια, ο κ. Τσίπρας έκανε αυτήν τη δήλωση προσβλέποντας σε περιορισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος και αποφυγή λήψης μέτρων 2,3 δισ. περίπου το 2018. Όμως έτσι έπεσε στην παγίδα. Στη μνημονιακή λογική, αν δεχθούμε ότι δεν υπάρχει αξιόχρεο, τότε δεν υπάρχει πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, όμως συζητιέται ρύθμιση χρέους και χαμηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα. Αντίθετα, αν υπάρχει αξιόχρεο, τότε δεν υπάρχει ζήτημα ρύθμισης του χρέους και ενδεχομένως η χώρα να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης στα μέσα του 2018. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, οι τράπεζες ενδεχομένως να αποκτήσουν ρευστότητα, αλλά θα πρέπει να εξασφαλιστούν τουλάχιστον 7 δισ. τον χρόνο πρωτογενές πλεόνασμα για πληρωμές των τόκων του δημόσιου χρέους. Δεδομένου του χρηματοδοτικού κενού του 2018 και ίσως και του 2017, αυτό σημαίνει την επίσπευση των μέτρων για τις συντάξεις και το αφορολόγητο.
Αλλά ας δούμε τι σημαίνει το περιβόητο δημοσιονομικό κενό. Παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης, τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού δείχνουν να παγιώνεται η υστέρηση εσόδων τόσο σε ταμειακή όσο και σε δημοσιονομική βάση. Σε δημοσιονομική βάση το ποσό ανέρχεται σε 2,4 δισ. ευρώ για το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2017. Για να καλυφθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα έχουν γίνει περικοπές 722 εκατ. από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και 1,5 δισ. περικοπές στις δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού. Το ταμειακό αποτέλεσμα είναι χειρότερο λόγω της επίπτωσης των επιστροφών φόρου. Αυτό σημαίνει ότι, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ, ίσα που καλύπτεται το 1,7% πρωτογενές πλεόνασμα για το 2017 και δεν περισσεύει για το πολυπόθητο πουρμπουάρ του κ. Τσίπρα στους συνταξιούχους, ενώ για το 2018 το πρόβλημα είναι πολύ μεγαλύτερο.
Κοντολογίς, η όλη εικόνα, με δεδομένες τις επιδόσεις της ελληνικής κυβέρνησης στη διαπραγματευτική διαδικασία, παραπέμπει σε μια κατάσταση όπου και τα μέτρα λιτότητας θα επισπευστούν και οι τράπεζες θα εξαιρεθούν από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Από τη μια οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, από την άλλη η φορολογική κόπωση του πληθυσμού και, το κυριότερο, οι αναιμικοί ρυθμοί μεγέθυνσης οδηγούν το τρίτο Μνημόνιο σε αποτυχία, όπως και τα δύο προηγούμενα. Ο κ. Τσίπρας νομίζει ότι άμα κάνει τον καλό οι ξένοι θα τον στηρίξουν με ευεργετικά και γενναιόδωρα μέτρα, ώστε να παραμείνει στα πράγματα μέχρι το 2019. Στην εξάντληση της τετραετίας προσπαθεί να προσδώσει χαρακτήρα φετίχ, ώστε να συσπειρώσει, έστω, τον κομματικό του μηχανισμό. Είναι μια πολιτική που κάνει τεράστια ζημιά στην Αριστερά και την κοινωνία. Δεν έχει ακούσει, φαίνεται, αυτό που λέει ο λαός, «Κάλλιο έναν χρόνο κόκορας, παρά σαράντα κότα», και δυστυχώς αποδείχθηκε το δεύτερο.