Ιδιομορφίες…

Του
ΚΩΣΤΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
πρώην βουλευτή, πρ. ευρωβουλευτή και πρ. αντιπροέδρου της Ευρωβουλής


Κάθε ανθρώπινο ον έχει τις ιδιομορφίες του. Ακόμα και τα ζώα –τα κατοικίδια, που τα ζούμε και τα παρακολουθούμε εκ του σύνεγγυς- έχουν τις ιδιοτροπίες τους. Οι απλούστατες αυτές διαπιστώσεις δεν μεταβάλλονται με διαταγές και διατάγματα. Η φύση των ατόμων –όχι οι παρά φύσιν δραστηριότητές τους– δεν αλλάζει. (Στην τετάρτη τάξη του δημοτικού ανακαλύψαμε έναν συμμαθητή μας με αλλόκοτους σπασμούς.)
Η ομοφυλοφιλία σε άνδρες και γυναίκες είναι απεχθές και αποκρουστικό γεγονός. Είναι κατάρα. Είναι βαρύτατο στίγμα για μένα που το διακηρύσσω στεντορεία τη φωνή. Ως αριστερός, εννοείται. (Οι καραδεξιοί τα καταπίνουν όλα, καλή όρεξη!)

Το πολιτικό πρόβλημα που ανακύπτει για την Ελλάδα είναι οι ΓΑΜΟΙ των ομοφυλοφίλων. Τα κόμματα αλλάζουν συνεχώς θέσεις, ανάλογα με τις εκάστοτε συγκυρίες. Όσον αφορά τους κυβερνώντες, πρωτεύον ζήτημα είναι η διατήρηση της εξουσίας. Ουδέν έτερον. (Οι παντρεμένοι Κωλομπαράδες του παρελθόντος έκαναν το κέφι τους, άλλοτε βιαίως και άλλοτε δώριζαν το σπέρμα τους σ’ εκείνους που στερούνταν σχεδόν πέους.) Ελπίζω, χωρίς να το πιστεύω, σ’ εκείνες και εκείνους που συγχω­ρούν τις σημερινές μου βωμολοχίες.

Οι ΓΑΜΟΙ, λοιπόν, των ομοφυλοφίλων ταράζουν τα ύδατα των βαπτίσεων και εξοργίζουν τα μάλα τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. (Τα άνευ ΓΑΜΟΥ ατοπήματα –εξωφρενικός ο αριθμός τους, αν συμπεριλάβουμε σχέσεις ιερωμένων της εκκλησίας με καλογριές– δεν ενοχλούν. Ιδίως όταν ένας σφοδρός –και αποτυχημένος– έρωτας οδηγεί στον εγκλεισμό σε μοναστήρια.)

Η εξουσία έπαψε να είναι ΟΥΣΙΑ. Έχει κατα­ντήσει απλός τρόπος του λέγειν. Οι αλλοδαποί δυνάστες μας είναι ευεπίφοροι, όχι μόνο σε πολιτικές, αλλά και σε θρησκευτικές κα­κουργίες. Θρησκευτικές κακουργίες που αναφέρονται στις τρεις εκδοχές του Χριστιανισμού. Οι ορθόδοξοι, εξυπονοώ πρωτίστως τους Ρώσους. Οι οποίοι λατρεύουν τις θρησκευτικές εικόνες. Δεν υπήρξαν, άλλωστε, ποτέ εικονοκλάστες.

Το Βυζάντιο βρίθει κακουργημάτων, μα και θρησκευτικών εξάρσεων. Και τότε, όπως σήμερα στην Ελλάδα, υφίστανται απολωλότα πρόβατα. Δεν έλειπαν και λιλιπούτειες θεωρίες καρδιναλίων και ελλήνων επισκόπων διά το φαίνεσθαι. Ο θεωρούμενος ως… άγιος, Κωνσταντίνος ο Μέγας, δολοφονούσε παιδιά και αδέρφια προκειμένου να μην του υφαρπάξουν την εξουσία.
Δεν μπορώ να ερμηνεύσω δι’ ολίγων αυτήν τη στιγμή τους λόγους για τους οποίους λάτρεψα τον Ιουλιανό τον Παραβάτη. Αυτοκράτορα δυνατό και αξιοσέβαστο. Επισκεπτόταν συχνά την Αθήνα θαυμάζοντας το αρχαίο κάλλος. Τον καθαίρεσαν, όμως, σύντομα.

Επανέρχομαι στους δικούς μας πολιτικούς, αλλά και τους δεσποτάδες, φασκελοκουκούλωστα. Όταν πρωτοεκλέγονται οι δεύτεροι, το πόπολο ουρλιάζει: «Άξιος», «άξιος», «άξιος»! Υπάρχουν ασφαλώς και άξιοι που προσφέ­ρουν τροφή και άλλα χρειώδη στους αναξιοπαθούντες. Αποτελούν, όμως, μειονό­τητα. Οι υπόλοιποι έχουν τον νου τους στο παγκάρι. Τα κεριά τα σβήνουν γρήγορα οι προσ­φερόμενες προς τούτο θεούσες, ώστε να ανασκευασθούν και να ξαναπροσφερ­θούν προς πώληση.
Στις Συνόδους των αρχιερέων ορισμένοι μαλλιοτραβιούνται και άλλοι προσβάλλουν με ακατονόμαστες ύβρεις, ανάμεσα σε θρησκευτικούς ύμνους με δυνατές φωνές, τους άλλοτε όρθιους και άλλοτε συγκαθήμενους συναδέλ­φους τους.

Ο κοσμάκης αποφεύγει τους ναούς και σταυροκοπιέται, όταν τα βήματα, οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητά του περνάνε απ’ έξω. Μόνοι τακτικοί επισκέπτες τους είναι πλείστοι πολιτικοί για το θεαθήναι. Συμπερασματικά: Όλα καλά και… άθλια!
Θα τελειώσω βιωματικά: Πλην του πατέρα μου που πήγαινε μία φορά τον χρόνο στην εκκλησία, το Μεγάλο Σάββατο, για να ακούσει, σύμφωνα με το έθιμο, το «Χριστός Ανέστη» αρκετές φορές και να συνοδεύσει με την μπάσα φωνή του το παπαδαριό, τους μητροπολίτες και τους υπόλοιπους πιστούς –δεν ήθελε δίπλα του αλλά σε απόσταση την αρεσκόμενη στα θεία οικογένειά του– έσπευδε ύστερα αμέσως στο σπίτι μας πρώτος και καλύτερος, για να απολαύσει τη νοστιμότατη μαγειρίτσα και να τσουγκρίσει τα περισσότερα κόκκινα αυγά, αδιαφορώντας για τις επιτυχίες ή αποτυχίες του. Το Πάσχα μοίραζε χρήματα στα παιδιά των φίλων του και παιχνίδια στα μικρότερα που είχε φροντίσει να τα προμηθευτεί νωρίτερα.

Όσο για την αφεντιά μου, έψελνα, καλλίφωνος γαρ, στον απέχοντα επτά στενά απ’ το σπίτι μας Άγιο Νικόλαο Πευκακίων. Συχνά έλεγα με εντυπωσιακές φιοριτούρες τον Απόστολο κοιτάζοντας κρυφά τα κορίτσια. Στους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου έψελνα ορισμένες φορές το «Άσπιλε, αμόλυντε…» –όλα σε στυλ ευρωπαϊκό (δεν έμαθα ποτέ βυζαντινή μουσική που με αηδίαζε)–, και τα καλοκαίρια βουρ για κολύμπι στη θάλασσα, γιοκ εκκλησίες, και τα βράδια καντάδες μαζί με δύο-τρεις άλλους καλλίφωνους. Ζωή χαρισάμενη. Μέχρι που με έστειλε ο πατέρας μου για σπουδές στο Μόναχο της τότε Δυτικής Γερμανίας, όπου υπήρχε εκκλησία ορθόδοξη που την επισκέπτονταν ελάχιστοι Έλληνες. Τον γυναικωνίτη τον χρησιμοποιούσαμε ως τετράφωνη χορωδία. Το όλον διήρκεσε για μένα περίπου έναν μήνα.

ΥΓ.: Πού να φανταστώ εκείνη τη θεσπέσια εποχή τους ΓΑΜΟΥΣ των ομοφυλοφίλων, ανδρών και γυναικών. Αδύνατον. Κι ας διαθέτω καλπάζουσα προβλεπτικότητα, ερήμην αρκετών βιβλίων.


Σχολιάστε εδώ