Η επανάσταση της παραβατικότητας

Υπό John Galt

Γιατί πρέπει να είμαστε νομοταγείς; Γιατί πρέπει να καταβάλλουμε τις υποχρεώσεις μας προς το Ελληνικό Δημόσιο, όταν αυτό δεν συμπεριφέρεται προς εμάς με τον ίδιο τρόπο; Ποια θα ήταν η ισορροπία του οικονομικού συστήματος αν ομαδικά οι Έλληνες και οι ελληνικές επιχειρήσεις αποφάσιζαν, όπως η συλλογικότητα «Ρουβίκωνας», να ενταχθούν στη δράση υπέρ μιας «συλλογικής, στρατηγικής παραβατικότητας»; Προσοχή, δεν αναφερόμαστε στις μάζες των κολασμένων που τρέχουν στα ειρηνοδικεία για να προστατεύσουν την περιουσία των πλουσίων από τους πλειστηριασμούς. Μας ενδιαφέρουν όσοι δανείζονται για να πληρώσουν φόρους, ΕΝΦΙΑ σε υπερτιμημένες αξίες, τέλη και προσαυξήσεις για την ΕΡΤ, τρέχουν να αποδώσουν εισφορές, να πληρώσουν μισθούς και προμηθευτές, να περιμένουν πότε το ΚΑΣ κι ο κ. Σπίρτζης θα περάσουν νόμο για να τους καταργήσει. Αυτοί οι λίγοι, που ακόμη πιστεύουν στη νομιμότητα, όταν γνωρίζουν ότι η πολιτική εξουσία που τους επιβλέπει διαχειρίζεται τα κοινά ως μια παραβατική οικονομική οντότητα. Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα.

Γιατί
Καταβάλλουμε, έστω και σε δόσεις, τις φορολογικές μας υποχρεώσεις και δεν επιλέγουμε σε αντιδιαστολή να εξυπηρετήσουμε τις ιδιωτικές μας συναλλαγές; Έχουμε αντιληφθεί ότι στην ουσία δεσμεύουμε όλο το πιστωτικό μας υπόλοιπο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου; Θα μπορούσε κάποιος να αντιπροτείνει τον συμψηφισμό υποχρεώσεων και απαιτήσεων με ευθύνη του φορολογουμένου. Η απάντηση του Δημοσίου όμως είναι αρνητική. Γιατί; Μήπως γιατί τα υπόλοιπα του Δημοσίου δεν έχουν προσαυξήσεις υπέρ του πιστωτή, ενώ, αντίθετα, οι απαιτήσεις του Δημοσίου έχουν προσαυξήσεις;

Γιατί
Μία μεγάλη επιχείρηση να επιλέξει να καταβάλει τους οφειλόμενους φόρους, καθυστερώντας τράπεζες και προμηθευτές της; Η επιλογή έχει σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό. Πληρώνοντας φόρους, ανεξάρτητα αν θα τους εισπράξει στο μέλλον ως επιστροφή, επιτρέπει στο Δημόσιο να πληρώνει, όσο μπορεί, τους υπαλλήλους του. Αντιθέτως, εξοφλώντας τα δάνεια δίνει τη δυνατότητα στις τράπεζες να εξασφαλίζουν τους μετόχους τους και κυρίως τους καταθέτες. Δίνει δικαίωμα στο Δημόσιο να είναι εκείνο συνεπές προς τους πιστωτές του, ενώ η επιχείρηση ζητά διευκολύνσεις. Όσο όμως το Δημόσιο είναι συνεπές τόσο οι προμηθευτές του θα προτιμούν εκείνο κι όχι την εντός ορίων συνεπή επιχείρηση. Μήπως λοιπόν είναι καλύτερα, όσο ακόμη είναι καιρός, να αξιοποιηθούν τα συγκριτικά πλεονέκτημα και στην επιλογή αποπληρωμή Δημοσίου ή ιδιώτη να επιλέγουν τον ιδιώτη; Ας αναλογιστούμε, για παράδειγμα, ένα ιδιωτικό και ένα δημόσιο νοσοκομείο, όπου το πρώτο πληρώνει τη φαρμακοβιομηχανία και το δημόσιο καθυστερεί.

Γιατί
Να καταβάλλουμε φορολογικές και ασφαλιστικές εισφορές για να παρέχο­νται στους εργαζομένους της επιχείρησης δημόσια αγαθά, όταν κάποιοι άλλοι πολίτες τα απολαμβάνουν σε καλύτερη ποιότητα, μη πληρώνοντας φόρους; Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκμεταλλευόμενοι την αδιαφορία του Δημοσίου για τη διάχυτη παραβατικότητα απολαμβάνουν καλύτερη παιδεία, καθώς αυτή παρέχεται ανταγωνιστικά σε ελεύθερες συναλλαγές; Είναι λάθος τους που προτιμούν να είναι παραβατικοί και να απολαμβάνουν ιδιωτική παιδεία παρά να είναι νόμιμοι και να απολαμβάνουν τη δημόσια; Μήπως είναι καλύτερα αντί προεισπράξεων φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών να πληρώνονται οι δαπάνες ιδιωτικής παιδείας και ασφάλισης; Σε τι ωφελεί να είμαστε ρομαντικοί, περιμένοντας τη μείωση των φορολογικών συντελεστών;

Γιατί
Μια επιχείρηση να καταβάλλει εμπρόθεσμα τον ΦΠΑ που έχει εισπράξει από τους πελάτες της στο Δημόσιο; Αν δεν το κάνει, στην καλύτερη περίπτωση θα της επιβληθούν πρόστιμα, θα της δημευθεί η περιουσία, θα κλείσουν οι λογαριασμοί και δεν θα έχει ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα. Κανένα πρόβλημα. Θα προσφύγει στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, θα λειτουργεί σίγουρα με καλύτερη ρευστότητα και χωρίς δανεισμό, που στοιχίζει. Στην ουσία δεν θα έχει πτωχεύσει γιατί θα έχει ρευστότητα, ενώ ταυτόχρονα θα συμβάλει ώστε το Δημόσιο να πτωχεύσει μια ώρα αρχύτερα.

Γιατί
Να προσπαθούμε να διερευνήσουμε την πιθανότητα του συμβιβασμού μετά από έναν φορολογικό έλεγχο; Έρχεται ό έφορος, κάνει έλεγχο, επιβάλλει ένα πρόστιμο και μετά πάμε στα φορολογικά δικαστήρια. Ώσπου να τελεσιδικήσει η υπόθεση θα έχει αλλάξει φορολογικό μητρώο η επιχείρηση και θα συνεχίζει απρόσκοπτη την παραβατικότητα. Κάτι αντίστοιχο άλλωστε δεν ακολουθεί το Δημόσιο με τις συντάξεις; Ώσπου να βγει η σύνταξη ή ώσπου να βγουν οι κανονιστικές διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου, ο συνταξιούχος έχει περάσει εις τας αιωνίους μονάς.

Γιατί
Να διατηρήσουμε παραγωγική και επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα; Παράγουμε στο εξωτερικό. Επιλέγουμε χώρες με χαμηλότερους φόρους και με ασθενές νόμισμα ώστε, κατ’ αρχάς, να κερδίζουμε τις συναλλαγματικές διαφορές. Με όφελος, συναλλαγματικό και εργατικό, μπορούμε και χρηματοδοτούμε την αγορά των προϊόντων μας από τους πελάτες μας. Ιδιαίτερα μάλιστα αν οι πελάτες μας είναι μικρομεσαίοι, όπου η φοραποφυγή είναι ευκολότερη. Εισπράττουμε ρευστό και το Δημόσιο περιμένει εναγωνίως να καλύψει τις ανάγκες του για αμοιβές των δημοσίων υπαλλήλων και των συμβούλων του.

Γιατί
Να διεκδικούμε ισονομία στην περίπτωση των capital controls; Γιατί, για παράδειγμα, να μην μπορούμε να αξιοποιήσουμε όσο μαύρο χρήμα διαθέτουμε για τις συναλλαγές μας στο εξωτερικό; Και δεν αναφερόμαστε σε πλημμελήματα του τύπου πιστωτική κάρτα και μετά πληρωμή με ρευστό, είτε στο ξενοδοχείο είτε στο καζίνο, αλλά για μεγάλα ποσά. Όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι ειδικοί, η καλύτερη προστασία ενός πτωχευμένου επιχειρηματία είναι να έχει κατηγορηθεί από την αρχή που διερευνά το ξέπλυμα μαύρου χρήματος (αδικήματα όπως λαθρεμπορία, ναρκωτικά κ.ά.). Εδώ τα πράγματα είναι τέλεια. Μέχρι να τελειώσει η δίωξη μπορείς μέσω Κύπρου να διαχειρίζεσαι χωρίς εμπόδια την περιουσία σου.

Γιατί
Να πληρώνουμε ορκωτούς λογιστές και ελεγκτές, να δημοσιεύουμε οικονομικές καταστάσεις, να κάνουμε προβλέψεις και γενικά να θεωρούμε ότι κάθε οικονομική πληροφόρηση ακολουθεί αυστηρούς κανόνες δημοσιότητας και διαφάνειας; Είναι σώφρον να πειθαρχούμε στις θεσμικές υποχρεώσεις; Είναι ορθό να ακολουθούμε τους κανόνες με θρησκευτική ευλάβεια και υπευθυνότητα; Και πώς αισθανόμαστε αν κάποια στιγμή μάθουμε ότι το Ελληνικό Δημόσιο δεν είναι αξιόπιστο στις υποχρεώσεις του, ακόμη κι αν το δανείζουν για να τις αποπληρώσει και εκείνο επιλέγει να μην αποπληρώνει, γιατί γνωρίζει ότι δεν θα πετύχει τους στόχους του πλεονάσματος;

Γιατί
Σε τελική ανάλυση, κατηγορούμε τους δανειστές ότι απαιτούν τα δανεικά τους από το Ελληνικό Δημόσιο; Εμείς τα αναζητούμε όταν τα μεταβιβάζουμε χωρίς δεύτερη σκέψη στον ίδιο φορέα; Είμαστε ικανοποιημένοι από την παροχή υπηρεσιών που απολαμβάνουμε από τα έσοδα που εισπράττει; Αν μιλούσαμε για έναν γαιοκτήμονα που κάθε χρόνο ζητά από τον κολίγα όλο και περισσότερα για να μην πτωχεύσει ή για να έχει ικανοποιητική ρευστότητα για να πληρώσει τα τρέχοντα, πώς θα μας φαινόταν;
Πόσο απόμακρος είναι ένας πρωθυπουργός που μπορεί να δικαιολογείται με τη φράση «μα, μας ψηφίσατε τον Σεπτέμβριο, όπου γνωρίζατε το Μνημόνιο που υπογράψαμε», όταν αυτό συνεπάγεται ότι αντίστοιχα γνωρίζαμε τι ψηφίζαμε στο δημοψήφισμα που δεν υπέγραψε. Αλλά ακόμη αν οι πολιτικοί άρχοντες θεωρούν ότι η εξουσία τους ελέγχεται μόνο από τη Βουλή και τις εκλογές, οφείλουν να γνωρίζουν ότι αυτό ισχύει μόνο σε μια κοινωνία με ελάχιστη παραβατικότητα. Η αντίδραση στα κοινά μπορεί να εκφραστεί και με έξαρση της παραβατικότητας.


Σχολιάστε εδώ