Επίσπευση των τεστ αντοχής για τις Τράπεζες φέρνει ο συμβιβασμός ΕΚΤ – ΔΝΤ

Του
ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ
ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ


-Οι σκοπιμότητες και οι υποχωρήσεις

Η αισιοδοξία της κυβέρνησης για την τρίτη αξιολόγηση συνοδεύτηκε από ανησυχίες για πρόσθετες απαιτήσεις του ΔΝΤ και νέα μέτρα. Για την περίπτωση δημοσιονομικού κενού υπάρχει ο ευρωπαϊκός «κόφτης. Για τις τράπεζες όμως οι ανησυχίες επιβεβαιώθηκαν, αφού οι ανακεφαλαιοποιήσεις δεν έχουν αντιμετωπίσει το θέμα των «κόκκινων» δανείων.

Η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών (33 δισ.) θεωρητικά καλύπτει το δυσμενές σενάριο, αλλά τα 19 δισ. είναι αναβαλλόμενος φόρος… Στο γεγονός αυτό, μαζί με τη φυγή καταθέσεων, οφείλεται η αδυναμία χορήγησης δανείων από τις τράπεζες. Παράλληλα, η ανάκτηση δανειακών κεφαλαίων είναι δύσκολη και υπάρχουν αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού και καθυστερήσεις στην εκτέλεση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

Το ΔΝΤ ζήτησε έλεγχο της ποιότητας στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών, γνωρίζοντας ότι αυτή δεν εξετάζεται στα τεστ αντοχής που προγραμματίζει η ΕΚΤ για το 2018. Η Αθήνα αρνήθηκε και είχε ως σύμμαχο τα μεγάλα funds που έχουν τοποθετηθεί στις ελληνικές τράπεζες και την ΕΚΤ. Είναι προφανές πως οι ξένοι επενδυτές, που απέκτησαν τον έλεγχο της τεράστιας περιουσίας 340 δισ. με 5 δισ. στην τελευταία ανακεφαλαιοποίηση, δεν επιθυμούν πιθανή νέα, καθώς αυτή ενέχει τον κίνδυνο αύξησης κεφαλαίου και απώλεια ελέγχου στο μετοχικό κεφάλαιο. Η ΕΚΤ και η κυβέρνηση, μετά τη συμφωνία του Ιουνίου στο Eurogroup, έχοντας θεωρήσει το ελληνικό χρέος βιώσιμο, θέλουν πάση θυσία να αποφύγουν την αμφισβήτηση του σεναρίου ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, στο οποίο βασίζεται η λεγόμενη «έξοδος από το τρίτο Μνημόνιο».

Η διαμάχη οφείλεται στη θέση του ΔΝΤ πως το χρέος δεν είναι βιώσιμο. Αντίθετα, στο Eurogroup ευρωπαίοι δανειστές και ελληνική κυβέρνηση θεώρησαν το χρέος «εξυπηρετήσιμο» και συμφώνησαν σε σενάριο πρωτογενών πλεονασμάτων (3,5% και 2,2% ) μέχρι το 2060. Το σενάριο αυτό βασίζεται σε μακροχρόνια αισιόδοξες υποθέσεις για θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, που το ΔΝΤ θεωρεί ανέφικτους. Αφού ο στόχος είναι να επιστρέψει η χώρα στις κεφαλαιαγορές, ο μεγάλος ό­γκος «κόκκινων» δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών περιορίζει τη δυνατότητα δανεισμού. Το ΔΝΤ ζητά επομένως πλήρη έλεγχο ποιότητας ενεργητικού, καθώς αυτό απαιτείται για την έκθεση βιωσιμότητας του χρέους την άνοιξη του 2018 και συνδέεται με το πρόγραμμα (stand-by arrangement) που συμφωνήθηκε αρχικά με την ελληνική κυβέρνηση. Η τελική έγκριση του προγράμματος αυτού απαιτεί βιωσιμότητα του χρέους και αντοχή του τραπεζικού συστήματος.

Το Μέγαρο Μαξίμου θα μπορούσε να περιέλθει σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση αν το ΔΝΤ επιμείνει στους ελέγχους ποιότητας. Η Ευρωζώνη τού έχει εκχωρήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στο πρόγραμμα και το Eurogroup του Ιουνίου 2017 υπέδειξε στην κυβέρνηση να ζητήσει εγγράφως από το ΔΝΤ γραμμή στήριξης έως και 1,6 δισ. Ο κ. Ντράγκι αντέδρασε αρχικά, επισημαίνοντας ότι παρατηρούνται αδυναμίες στην αντιμετώπιση του όγκου των «κόκκινων» δανείων και παραδέχτηκε τις «αναποτελεσματικές και κακοσχεδιασμένες διαδικασίες ανάκτησης χρεών σε ορισμένα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης». Λίγο αργότερα όμως δήλωσε ότι τα stress tests των ελληνικών τραπεζών θα γίνουν νωρίτερα προκειμένου να «κουμπώσουν» τα χρονοδιαγράμματα με τη λήξη του προγράμματος προσαρμογής.

Με την παρουσίαση των αποτελεσμάτων των stress tests πριν από τον Αύγουστο του 2018, οι τράπεζες δεν θα έχουν ελεγχθεί για την ποιότητα ενεργητικού, αλλά το ΔΝΤ θα διαθέτει στοιχεία για τη σύνταξη της έκθεσης βιωσιμότητας του χρέους, ενώ, παράλληλα, θα έχει θέσει εγκαίρως το ζήτημα των τραπεζών, υπογραμμίζο­ντας την ευθύνη της ΕΚΤ. Αυτό μπορεί να αποτελέσει βάση προσωρινού συμβιβασμού μεταξύ ΔΝΤ – ΕΚΤ, με ανοικτό ζήτημα αν τα stress tests θα διενεργηθούν από τον εποπτικό μηχανισμό (SSM).

Ο Π. Τόμσεν φαίνεται πως αποδέχεται την πρόταση της ΕΚΤ, καθώς μια παρατεταμένη διαφωνία ΔΝΤ και ΕΚΤ θα κλονίσει την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα. Ήδη έχει επιπτώσεις στην τιμή των τραπεζικών μετοχών, ενώ μια νέα ανακεφαλαιοποίηση ενέχει τον κίνδυνο bail-in. Εξάλλου το ΔΝΤ συμφωνεί με την ΕΚΤ στην ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς «κόκκινων» δανείων. Η διαδικασία είναι σε εξέλιξη και προβλέπει πωλήσεις δανείων 7-8 δισ. στις αρχές του 2018. Τέλος, συμφωνούν στην επιτάχυνση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, που έχουν καθυστερήσει.

Το ΔΝΤ γνωρίζει ότι η διαδικασία μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων βασίζεται κυρίως σε διαγραφές. Ήδη οι τράπεζες έχουν χρησιμοποιήσει το 35% των διαγραφών που προβλέπονται. Η ανησυχία του ΔΝΤ οφείλεται στο ότι ακόμα και εάν μειωθούν κατά 38% τα «κόκκινα» δάνεια ως το 2019 (στόχος), θα υπάρχουν ακόμη ανοίγματα ύψους 67 δισ. ή 34% του χαρτοφυλακίου. Έτσι, μεσοπρόθεσμα, παραμένει αβέβαιη η ανάκτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, γεγονός που υπονομεύει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της χώρας μετά την έξοδο στις αγορές. Καθώς το ΔΝΤ θεωρεί ανέφικτα τα συμφωνημένα πλεονάσματα και προβλέπει υποτροπή της ελληνικής κρίσης μετά τον Αύγουστο του 2018, πιέζει για ουσιαστική εξυγίανση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων.

Μια ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με τα 12 δισ. του δανείου των 86 δισ., που δεν χρησιμοποιήθηκαν, υπονομεύει την προσπάθεια των ευρωπαίων δανειστών να εμφανίσουν επιτυχημένο το Μνημόνιο και σίγουρη την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, προκειμένου να αποφύγουν την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους. Έτσι ο συμβιβασμός ΔΝΤ – ΕΚΤ είναι μεν προσωρινός, καθώς παραβλέπει την ποιότητα στοιχείων ενεργητικού, αλλά αναγκαίος για την επιτάχυνση των πλειστηριασμών και τις πωλήσεις δανειακών χαρτοφυλακίων.


Σχολιάστε εδώ