Οι ήρεμες γερμανικές εκλογές!

Νέα μελέτη (Eu Opinions) δείχνει ότι το 63% είναι ικανοποιημένο από τη δημοκρατία και το 59% από την ανάπτυξη. Έτσι, μακριά και σε απόσταση από το κλίμα της Ισπανίας (Podemos), της Ελλάδας (ΣΥΡΙΖΑ), των ΗΠΑ (Trump), της Γαλλίας (Le Pen), της Αυστρία ή του Brexit, κ.λπ., με την παραδοσιακά μετριοπαθή και ελεγχόμενη πολιτική μετανάστευσης, οι εκλογές δεν είχαν πόλωση. Οι προεκλογικές εκστρατείες στις προαναφερόμενες χώρες ή τις Κάτω Χώρες έπεισαν την πλειοψηφία ότι η Γερμανία τα καταφέρνει αρκετά καλά και δεν άφησαν περιθώρια δραματοποίησης του σκηνικού.

Η αντιπαράθεση στο ντιμπέιτ ήταν τόσο «έντονη» που δεν ικανοποίησε τους Σοσιαλδημοκράτες, με αποτέλεσμα να ζητούν κι άλλο, αφού δεν κατάφεραν να πείσουν ότι πέρα από τα σημεία έχουν συνολικά διαφορετικό προσανατολισμό και καθαρή πρόταση. Η απάντηση της Μέρκελ σε άλλη τηλεοπτική παρουσία-συνέντευξη έχει τη σημασία της και εκτός: «Δεν εκλέγουμε Πρόεδρο, όπως στη Γαλλία, αλλά προγράμματα». Η διαφοροποιημένη εικόνα των εκλογών στη Γερμανία έχει εμφανείς ερμηνείες, ωστόσο είναι πρόκληση, αφού, πέρα από το αν είναι γερμανική ή όχι η Ευρώπη, το γερμανικό σύστημα έχει επεξεργασμένες μορφές συμμετοχής. Αποτέλεσμα, να πετυχαίνει εξισορρόπηση στην απώλεια εμπιστοσύνης και του όποιου θυμού των πολιτών, χωρίς να τροφοδοτούνται ακραία μορφώματα. Ο ρόλος των περιφερειακών κυβερνήσεων και της Αυτοδιοίκησης είναι βασικός στη συστηματοποίηση της συνεχούς, αξιόπιστης συνεργασίας πολιτικής – θεσμών – διοίκησης – κοινωνίας – πολιτών. Αντίθετα με τα επικρατούντα εδώ, όπου συμβαίνει το παράδοξο να έχουμε την πιο ανοιχτή δημοκρατία (που η έκφραση, η διαμαρτυρία, η διεκδίκηση ή η αμφισβήτηση των πάντων να μην έχει όριο σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο) και το πιο κλειστό πολιτικό σύστημα, με φεουδαρχικού τύπου κόμματα να αναπαράγουν την απαξία των πολιτών για την πολιτική. Επομένως και επειδή η κρίση παραμένει όσο επικρατούν οι συνθήκες φτώχειας, για να ανοίξουμε το μέλλον πρέπει να προχωρήσουμε σε πρωτοποριακές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα.

Και βέβαια η συνταγματική αναθεώρηση είναι κλειδί αλλά αν η σημερινή κυβέρνηση τη διαχειριστεί όπως τα άλλα, και μακριά από την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών και φοβικά, θα την παραδώσει στη ΝΔ, που είναι εχθρική σε κάθε ιδέα διαφάνειας και ανοίγματος του συστήματος εξουσίας, αφού η σημερινή ηγεσία της κάθε άλλο παρά πείθει ότι δεν θέλει την αποκλειστική νομή ή πρόκειται να πορευτεί χωρίς χειραγώγηση και αυταρχισμό. Στις παγιδευμένες αυτές νοοτροπίες δεν αποτελεί προοδευτική απάντηση η γραφειοκρατική προσέγγιση που θεωρεί ότι το Σύνταγμα προβλέπει πώς αναθεωρείται, δηλαδή χωρίς να γίνει υπόθεση των πολιτών και της κοινωνίας, ώστε να μην υπάρξουν δεσμευτικές κατευθύνσεις επί του περιεχομένου αλλά μόνο ως προς άρθρα και μόνο με γενικόλογες, συνθηματικού και προεκλογικού τύπου, στρογγυλοποιήσεις.

Το ζητούμενο είναι αν η Αυτοδιοίκηση ή τα συνδικάτα πρόκειται να θέσουν νέες οπτικές (προς το παρόν είναι ηχηρά άφωνοι) με τα πόδια στον 21ο αιώνα και να απαιτήσουν η συμμετοχή των πολιτών να είναι η κινητήριος δύναμη για το μέλλον της δημοκρατίας!

* Μάστερ στις Δημόσιες Πολιτικές, Συντονιστής του Ομίλου Πολιτικού και Κοινωνικού Προβληματισμού «Ακτίδα», πρ. Πρόεδρος ΑΔΕΔΥ


Σχολιάστε εδώ