Θέλουμε πίσω το Πεδίον του ʼρεως

ʼλλη μια απογοήτευση που έχει να κάνει εκτός απ’ την υγεία του κοσμάκη που μπορούσε ν’ απολαύσει την θάλασσα χωρίς πολλά έξοδα κι ένα φαύλο κύκλο ανακοινώσεων, λόγια αρμοδίων και μη, χωρίς κανείς να βγει να πει με λόγια σταράτα, το και το. Έτσι μείναμε και πάλι περιμένοντας τον από «μηχανή Θεό» ελπίζοντας να φυσήξουν οι άνεμοι, ν’ αρχίσουν οι βροχές, ο βαρύς χειμώνας, μήπως και σκορπίσει στα μακρινά πέλαγα αυτή την μαυρίλα που μαύρισε τις ψυχές μας.

Μα να ’ταν μόνο αυτό; Όταν άκουσα προχθές την κ. Μιμή Ντενίση να μιλά για το πάρκο του Πεδίου του ʼρεως και την κατάντια του, ένοιωσα τα νεανικά και εφηβικά μου χρόνια να πνίγονται μέσα σ’ εκείνη την αποκρουστική εικόνα που είχε απ’ όλα τα κακά φωλιασμένα στους θάμνους και τα παρτέρια του. Βούλιαξα σ’ ένα κόσμο αναμνήσεων τότε που το σκασιαρχείο είχε σαν βάση το Πεδίο. Τότε που τα λουλούδια του φρέσκα σου έκλειναν το μάτι, που στα δένδρα φώλιαζαν χιλιάδες πουλιά και που ο μόνιμος θόρυβος που άκουγες ήταν παιδικές φωνούλες. Μετά τα διαγωνίσματα στο τέλος της χρονιάς πηγαίναμε εκεί να κλάψουμε την αποτυχία μας και κει αποχαιρετούσαμε τους φίλους και τις φίλες του χειμώνα.

Και τώρα εκείνο το όμορφο πεντακάθαρο πάρκο που μάζευε το παιδομάνι και τα καλοκαιρινά βραδάκια τις βόλτες των ερωτευμένων ζευγαριών έχει γίνει ένα κέντρο ακολασίας όπου χωρίς καμία απαγόρευση κινούνται και δρουν ναρκομανείς, πόρνες και κάθε είδους κακοποιό στοιχείο. Μέχρι πότε οι κάτοικοι που το έζησαν στις δόξες του θα μπορούν ν’ αντικρίζουν αυτό το θέαμα; Εκείνοι κι όλο το λεκανοπέδιο το γνώριζαν σαν ένα πνεύμονα οξυγόνου με το θέατρο του αείμνηστου «Γεώργιου Οικονομίδη», το «Γκρην Παρκ», το κλαμπ με την μουσική του όπου τα καλοκαίρια μπορούσε κανείς να πιει το ποτό και να χορέψει από νωρίς ως αργά και τα θέατρα που τρύπωναν μέσ’ την πρασινάδα, τα δένδρα και τους θάμνους του. Το γιασεμί που έδινε την μυρωδιά του τις καλοκαιρινές νύχτες κι η δροσιά που απολάμβανε κανείς περπατώντας στα δρομάκια του μια απ’ τις φυλλωσιές του, το ποτιστικό δούλευε δροσίζοντας την πλούσια βλάστηση.

Όλη η Αθήνα το κατέκλυζε και του έδινε μια νορμάλ κοσμικότητα.

Ήμαρτον, κέντρο της Αθήνας και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα; Πρέπει οι αρμόδιοι να καταλάβουν ότι θέλουμε πίσω επιτέλους τις κανονικές νοικοκυρίστικες ζωές μας, ότι θέλουμε τα χρόνια της αθωότητας μας, τα νιάτα μας που τα βλέπουμε με τα μάτια της ψυχής μας μέσα σ’ εκείνο το πάρκο να ζούνε και να κινούνται σαν να είμαστε στ’ αλήθεια ακόμα νέοι. Να δούμε ξανά τα ανθισμένα του παρτέρια, το πράσινο της χλόης που είναι τώρα θεόξερο και πάνω απ’ όλα να μπορούμε άφοβα να περπατάμε στα μονοπάτια του χωρίς το φόβο να βρεθεί κάποιος να μας χτυπήσει.

Το απαιτούμε απ’ την πολιτεία που μπορεί να το κάνει αν το θελήσει.


Σχολιάστε εδώ