Γεωστρατηγική αναβάθμιση και μικρόνοη εσωτερική πολιτική
Οι πρωταγωνιστές στις γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ είναι τρεις διεθνείς κολοσσοί των υδρογονανθράκων. Η Αμερικανική Exxon, η Γαλλική Total και η Ιταλική ENI. Οι εκτιμήσεις που απορρέουν από τα ερευνητικά δεδομένα της περιοχής είναι πολύ ελπιδοφόρες. Απομένει να επιβεβαιωθούν στην πράξη από τα αποτελέσματα των γεωτρήσεων.
Μια άλλη, πολύ σημαντική εξέλιξη είναι η πρόοδος που έχει σημειωθεί στον τομέα της μεταφοράς του φυσικού αερίου της περιοχής προς την Ευρώπη. Η ιδέα του αγωγού της Ανατολικής Μεσογείου (East Med) στηρίζεται πλέον από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ. Η στήριξη του τελευταίου είναι καθοριστική, γιατί διαθέτει σήμερα τα μεγαλύτερα προς μεταφορά αποθέματα αλλά και γιατί συνδέει τον τρόπο μεταφοράς τους με τις γεωπολιτικές εκτιμήσεις που αφορούν την εθνική του ασφάλεια και τα ζωτικά στρατηγικά του συμφέροντα.
Η κατασκευή αγωγού μέσω Τουρκίας ήταν μέχρι προσφάτως ένα σοβαρό ενδεχόμενο για μια μερίδα, τουλάχιστον, της Ισραηλινής πολιτικής και οικονομικής ηγεσίας. Οι εξελίξεις όμως στη Μέση Ανατολή και στις Τουρκοϊσραηλινές σχέσεις έχουν απομακρύνει αυτό το ενδεχόμενο. Το θέμα των Κούρδων και η προοπτική δημιουργίας ανεξάρτητου Κουρδικού κράτους, όπως, επίσης, η ολοένα εντονότερη Ισλαμιστική ταυτότητα που προσδίδει στην Τουρκία το καθεστώς Ερντογάν είναι παράγοντες που συντελούν στην αλλοτρίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Το Ισραήλ υποστηρίζει τη δημιουργία Κουρδικού κράτους, γιατί βλέπει σʼ αυτό έναν δυνητικό στρατηγικό σύμμαχο στην καρδιά της Μέσης Ανατολής, μεταξύ Τουρκίας, Ιράν και Αραβικού κόσμου. Ανησυχεί επίσης από τις μεγάλες ηγεμονικές φιλοδοξίες της Άγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο. Προφανώς, υπό τις σημερινές συνθήκες, δεν έχει λόγους να ευνοεί ούτε τον γεωπολιτικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου από την Άγκυρα ούτε την ανάμειξή της, μέσα από την πόρτα της Κύπρου, στο ενεργειακό παιχνίδι της Ανατολικής Μεσογείου.
Μια τρίτη θετική εξέλιξη είναι η πρόσφατη ψήφιση συγκεκριμένου νόμου από την Αιγυπτιακή Εθνοσυνέλευση, με τον οποίο φιλελευθεροποιείται η εισαγωγή στην Αίγυπτο φυσικού αερίου. Η αλλαγή του νομικού πλαισίου έχει σχέση με την επιδίωξη της Αιγύπτου να καταστεί διεθνής αγορά φυσικού αερίου και να αξιοποιήσει τις μεγάλες υποδομές που έχει για την υγροποίησή του.
Η Αίγυπτος του Προέδρου Αλ Σίσι, όπως και το Ισραήλ, δεν έχει κανέναν λόγο να ευνοήσει την παρουσία της Άγκυρας στην περιοχή και την ανάμειξή της στα ενεργειακά της Ανατολικής Μεσογείου. Αντιπροσωπεύει, υπό τις συνθήκες αυτές, την ευνοϊκότερη συγκυρία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου. Αντιπροσωπεύει επίσης έναν πολύτιμο στρατηγικό σύμμαχο για την Κύπρο.
Η ευνοϊκή όμως αυτή εξωτερική κατάσταση αντιφάσκει τραγικά με την εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Κύπρο και την ακολουθούμενη πολιτική στο Κυπριακό. Η κατάσταση δεν είναι, δυστυχώς, πολύ καλύτερη στην Ελλάδα. Η Κύπρος όμως βρίσκεται σε μεγαλύτερο και αμεσότερο κίνδυνο λόγω της Τουρκικής κατοχής αλλά και της αυτοκαταστροφικής πολιτικής που ακολουθείται για τη δήθεν «λύση» του Κυπριακού.
Η Κύπρος διέφυγε προσφάτως στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας έναν πολύ μεγάλο κίνδυνο. Σʼ αυτό βοήθησε, ευτυχώς, η Αθήνα, διά του προσώπου του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, ο οποίος έμεινε σταθερός στα δύο καίρια θέματα της εξωτερικής πτυχής του Κυπριακού: Των εγγυήσεων και της παρουσίας εσαεί στην Κύπρο Τουρκικού στρατού, που διεκδικεί η Τουρκία.
Αυτός, όμως, που οδήγησε την Πενταμερή Διάσκεψη σε ναυάγιο και άφησε, με τη μαξιμαλιστική του πολιτική, διέξοδο διαφυγής στην Κύπρο είναι ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν. Ο τελευταίος, διά του υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, παρά το νέο πακέτο υποχωρήσεων του Κυπρίου Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη στα θέματα της εσωτερικής πτυχής, έμεινε πλήρως ανένδοτος. Δήλωσε απροκάλυπτα ότι δεν αποδέχεται «λύση», χωρίς Τουρκικές εγγυήσεις και αιώνια παρουσία Τουρκικού στρατού στην Κύπρο. Απορρίπτει επίσης οποιαδήποτε σημαντική επιστροφή εδάφους, όπως, π.χ., τη Μόρφου, και εποφθαλμιά το φυσικό αέριο της Κύπρου, που είναι για την Άγκυρα το χρυσόμαλλο δέρας και μέρος του μεγάλου ενεργειακού παιχνιδιού της Ανατολικής Μεσογείου. Η Άγκυρα θέλει να ακυρώσει για την Κύπρο το μεγάλο αυτό στρατηγικό χαρτί και να το υφαρπάξει, μέσω μιας «λύσεως» που θα καθιστούσε την Κύπρο υποχείριό της και με την προβολή των γνωστών επεκτατικών της θεωριών σε βάρος της ΑΟΖ της Κύπρου και της Ελλάδος.
Το πιο επικίνδυνο δεν είναι, βεβαίως, οι Τουρκικές διεκδικήσεις. Αυτές είναι συνεπείς με τους στόχους που έθεσε η Άγκυρα με την Τουρκική εισβολή το 1974 αλλά και νωρίτερα. Είναι το πολιτικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στο εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου, στο πρόσωπο του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη και των ηγεσιών των δύο κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ. Οι ηγεσίες των δύο κομμάτων έφτασαν στο σημείο να ανταγωνίζονται σε ενδοτισμό. Η ηγεσία του ΑΚΕΛ κατηγορεί τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ότι έχει ευθύνες για το ναυάγιο του Κραν Μοντανά. Ο πρώην Πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας έστειλε ανοικτή επιστολή στον Πρόεδρο Αναστασιάδη, με την οποία εκτιμά ότι δεν φταίει μόνο η Τουρκική πλευρά για την αποτυχία της Διασκέψεως. Με άλλοθι τους Τουρκοκυπρίους και την περιβόητη «προσέγγιση» μʼ αυτούς, το ΑΚΕΛ διολισθαίνει σε θέσεις φιλοτουρκικού κόμματος.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έδωσε στο Κραν Μοντανά ό,τι είχε απομείνει από κόκκινες γραμμές της Ελληνικής πλευράς. Παρουσιάζοντας την ενέργειά του ως δήθεν «διπλωματική επίθεση» για να ξεμπροστιάσει την Τουρκική πλευρά, έδωσε την εκ περιτροπής Προεδρία, τις τέσσερις Ευρωπαϊκές ελευθερίες για τους Τούρκους υπηκόους, την προτεραιότητα του χρήστη αντί του ιδιοκτήτη των κατεχομένων περιουσιών και αποδέχθηκε το Τουρκικό βέτο σε όλες σχεδόν τις αποφάσεις μιας ενδεχόμενης ομοσπονδίας.
Οι υποχωρήσεις Αναστασιάδη ενσωματώθηκαν από τον Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες σε παραμέτρους του ΟΗΕ ως διπλωματικό κεκτημένο του Κυπριακού και αφετηρία για οποιαδήποτε νέα διαπραγμάτευση.
Τον Σεπτέμβριο ο Κύπριος Πρόεδρος θα μεταβεί στη Ν. Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Τι θα πει από του βήματος της Γενικής Συνελεύσεως; Θα κάνει μια νέα «διπλωματική επίθεση» στα μόνα θέματα που απομένουν, τις εγγυήσεις δηλαδή και την παρουσία Τουρκικού στρατού; Πώς θα αντιμετωπίσει επίσης τις Τουρκικές και άλλες πιέσεις για το φυσικό αέριο, που θα γίνουν εντονότερες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των γεωτρήσεων;
Τα ερωτήματα αυτά τίθενται γιατί, παρά το ασύλληπτο φιάσκο των λεγομένων διακοινοτικών συνομιλιών και την πλήρη χρεοκοπία της ακολουθούμενης πολιτικής, ο Κύπριος Πρόεδρος και οι ηγεσίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ εμμένουν στην ίδια πολιτική και παραπλανούν τον Κυπριακό λαό για μια δήθεν «λύση» που θα «επανενώσει» την Κύπρο και θα «αποτρέψει» τη διχοτόμηση!
Η Αθήνα δεν μπορεί να παρακολουθεί εξ αποστάσεως την κατάσταση αυτή στο εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου. Πρέπει να ασκήσει όση επιρροή διαθέτει για την αποτροπή μιας εθνικής καταστροφής στην Κύπρο. Αυτή δεν θα αφορούσε άλλωστε μόνο την Κύπρο, αλλά ολόκληρο τον Ελληνισμό.