Στο «ψυγείο» το Κυπριακό, μέχρι το φθινόπωρο

Το «ΥΠΕΞ» του ψευδοκράτους, με ανακοίνωσή του, όχι μόνο επιμένει ότι η εισβολή ήταν «νόμιμη ειρηνευτική επιχείρηση», αλλά υποστηρίζει ότι θα πρέπει σε κάθε μορφή λύσης του Κυπριακού να διατηρηθεί στο νησί μόνιμη τουρκική στρατιωτική παρουσία. Με τον τρόπο αυτό βεβαίως εκτίθενται όλοι όσοι επιχείρησαν (ακόμη και στην Αθήνα και στην Λευκωσία) να ψελλίσουν ότι η ευθύνη για το αδιέξοδο στο Κραν Μοντανά ανήκει στον Νίκο Αναστασιάδη και στον Νίκο Κοτζιά.

Ο τούρκος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ομέρ Τσελίκ, μετά τη συνάντηση που είχε το απόγευμα της Πέμπτης στο Λονδίνο με τον βρετανό ομόλογό του Άλαν Ντάνκαν, που έχει στην ατζέντα του το Κυπριακό, δήλωσε ότι οι «συνομιλίες στο Κραν Μοντανά δεν διακόπηκαν αλλά ολοκληρώθηκαν», θέλοντάς έτσι να στείλει το μήνυμα ότι η Τουρκία θα απαιτήσει νέες παραχωρήσεις και ανταλλάγματα προκειμένου να επανεκκινήσει η διαδικασία των συνομιλιών.

Προβληματικό σημείο βεβαίως παραμένει ότι πολλά από τα ανταλλάγματα που ζητά η Τουρκία αφορούν την ΕΕ, τα οποία, με δεδομένο το πολιτικό κλίμα που υπάρχει στην Ευρώπη και τις γερμανικές εκλογές, είναι μάλλον αδύνατο να ικανοποιηθούν.

Συγχρόνως όμως διαφαίνεται η οριστικοποίηση της σκλήρυνσης της στάσης του τουρκοκύπριου ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί, ο οποίος με την εκλογή του είχε δημιουργήσει (ψευδείς) προσδοκίες ότι θα επέφερε τη μεγάλη αλλαγή και θα λειτουργούσε ως καταλύτης για την εξεύρεση μιας ευρωπαϊκού τύπου λύσης στο Κυπριακό.

Η απουσία πλέον εκπροσώπου του ΟΗΕ για το Κυπριακό ουσιαστικά ακυρώνει κάθε ιδέα για προετοιμασία του εδάφους για έναν νέο κύκλο επαφών τον Σεπτέμβριο, στα πλαίσια της ΓΣ του ΟΗΕ. Η αποχώρηση του κ. Άιντα δεν σημαίνει φυσικά ότι το διαπραγματευτικό υλικό που έχει παραχθεί, από την περίοδο Ντάουνερ ακόμη, στις προεδρικές θητείες Χριστόφια – Αναστασιάδη θα πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων. Και ο επόμενος εκπρόσωπος θα επιχειρήσει να κτίσει πάνω σε αυτό το πλαίσιο, το οποίο όμως δείχνει να οδηγεί σε αδιέξοδο, εφόσον η Τουρκία επιμείνει στη χρησιμοποίηση της λύσης του Κυπριακού για την επίτευξη των δικών της γεωστρατηγικών επιδιώξεων.

Η ανακοίνωση που εξέδωσε την Πέμπτη το «ΥΠΕΞ» του ψευδοκράτους περιλαμβάνει μια σειρά σημαντικών στοι­χείων:

– Η μητέρα πατρίδα παρενέβη στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974 εναντίον του πραξικοπήματος της Ελλάδας, ασκώντας τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προέρχονται από τις διεθνείς συνθήκες. Η δεύτερη φάση της «ειρηνευτικής επιχείρησης» έγινε στις 14 Αυγούστου 1974 και αποτελεί εξαιρετικής σημασίας στιγμή στον αγώνα της τουρκοκυπριακής κοινότητας για επιβίωση. Χάρη στη διπλή επιχείρηση της μητέρας πατρίδας, της Τουρκίας, οι Τουρκοκύπριοι έχουν την ευκαιρία να ζουν ελεύθεροι και ασφαλείς στα δικά τους χώματα.

– Η έγκαιρη παρέμβαση της Τουρκίας όχι μόνο απέτρεψε την προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα αλλά επίσης έθεσε τις βάσεις για τη δημοκρατία σε όλο το νησί, αποκαθιστώντας συγχρόνως την ειρήνη, την ασφάλεια και καθεστώς σταθερότητας για τους Τουρκοκύπριους.

– Υπό το πρίσμα όλων αυτών, «δεν θα επιτρέψουμε οποιαδήποτε βλάβη στο καθεστώς της ειρήνης και ηρεμίας, που εγκαθιδρύθηκε στο νησί μετά από αυτόν τον μεγάλο αγώνα».

Το ψευδοκράτος επιμένει ότι η ευθύνη για το αδιέξοδο στο Κραν Μοντανά δεν ανήκει στους Τουρκοκύπριους και τη μητέρα πατρίδα Τουρκία αλλά στην ελληνοκυπριακή πλευρά, που «δεν επιθυμεί τον διαμοιρασμό εξουσίας με τους Τουρκοκύπριους, στη βάση της πολιτικής ισότητας».

Και φυσικά, δίνοντας το στίγμα που θα ακολουθήσει πλέον η τουρκική πολιτική στο Κυπριακό, το «ΥΠΕΞ» του ψευδοκράτους δηλώνει ότι έχει αποδειχθεί ότι δεν υπάρχει πιθανότητα επίλυσης του Κυπριακού εντός των παραμέτρων των Ηνωμένων Εθνών και γιʼ αυτό θα πρέπει οι Ελληνοκύπριοι να αναζητήσουν, από κοινού με τους Τουρκοκύπριους, «τρόπους για να ζήσουν δίπλα δίπλα, ειρηνικά, σύμφωνα με τις σχέσεις καλής γειτονίας».

Αυτό το πλαίσιο, το οποίο προβάλλει πλέον η τουρκική πλευρά, με δεδομένα τα νέα στοιχεία που έχει διαμορφώσει ο ενεργειακός σχεδιασμός της Κυπριακής Δημοκρατίας, προδιαγράφει ένα καυτό φθινόπωρο, καθώς πλέον είναι εξαιρετικά απίθανο ένα νέο παζάρι όπως αυτό του 2014, όπου η επανέναρξη των συνομιλιών εξασφαλίστηκε με το πάγωμα των ερευνών της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ