Μεθεόρτια

Δεν γνωρίζω εάν κάποιοι λογογράφοι κατέγραψαν πόσα και ποια επίθετα κοσμούν το όνομα της Παναγίας, ούτε και είναι γνωστές στο σύνολό τους οι κωμοπόλεις και τα χωριά της Ελλάδος που φέρουν το Όνομά της. Και κατά μια ευτυχή συγκυρία, μιας και η Κοίμησή της συμπίπτει κατακαλόκαιρο, δίνεται ο ευκαιρία στους ξενιτεμένους για μια σύντομη επίσκεψη στο φερώνυμο χωριό τους, να ξαναβρεθούν ανάμεσα σε συγγενείς και φίλους, να θυμηθούνε τα παλιά και να συνεορτάσουν την ξεχωριστή γιορτή. Και ας μην ξεχνούμε πως ο φανατισμός του ʼ40, που πολεμήσαμε τους Ιταλούς, οφειλόταν κατά πολύ στο γεγονός πως ήθελαν οι φαντάροι μας να ξεπλύνουν την προσβολή που της έκαναν βυθίζοντας την «Έλλη» την ημέρα της εορτής της, μέσα στο «σπίτι Της», στην Τήνο, οι φρατέλοι.

Αλήθεια, 77 χρόνια πέρασαν… κιόλας από τότε. Και εξίσου αλήθεια είναι πως δεν υπήρξε χρονιά που δεν έκανε μνεία στο γεγονός ο Τύπος της πατρίδας μας. Με λεπτομερείς περιγραφές του τορπιλισμού, με συνεντεύξεις με αυτόπτες μάρτυρες, με ρεπορτάζ και φωτογραφίες από τις πονεμένες ώρες που έζησε το ειρηνικό νησί του Αιγαίου μας και την ψυχική ταραχή των χιλιάδων προσκυνητών, που αντί πανηγυριού ένιωσαν τον πόλεμο στο πετσί τους. Βαδίζοντας την πεπατημένη κι εμείς, για να μην αναμασήσουμε άλλη μια φορά τα χιλιοειπωμένα, θα προσπαθήσουμε, χάριν της ημέρας, αλλά και των νεότερων, που τότε ήσαν αγέννητοι, να αφηγηθούμε όσο πιο λιτά γίνεται την περιρρέουσα ατμόσφαιρα εκείνων των ωρών και ημερών στην Αθήνα και την Τήνο.

Δεκαπενταύγουστο στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι ζουν τη μακαριότητα της καλοκαιρινής αργίας. Οι πλέον δραστήριοι αποτόλμησαν μια εκδρομή στο Καβούρι ή στη Λούτσα, με διανυκτέρευση μέσα σε εκδρομικό αντίσκηνο, ενώ άλλοι, πιο νουνεχείς, δεν εγκατέλειψαν το κρεβατάκι τους με την κουνουπιέρα. Απλά σχεδίαζαν να πάρουν το κίτρινο λεωφορείο της Πάουερ και να πάνε για μπανάκι στην Ούλεν ή στον Μπάτη. Η Αθήνα ήταν μια έρημη πόλη. Περιηγητές δεν ήρθαν εφέτος, καθώς ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν στο φόρτε του, αλλά ούτε και οι συνήθεις Αιγυπτιώτες ήρθαν, μιας και ο Μουσολίνι ξεκίνησε να κατακτήσει την Αίγυπτο και ο Γκρατσιάνι προχωρούσε καταλαμβάνοντας τη Μάρσα Ματρούχ. Εν τω μεταξύ, στην Τήνο γινόταν χαμός. Ολόκληρο το νησί βρισκόταν σε πρωτόγνωρο συναγερμό. Οι πολίτες, ντόπιοι και προσκυνητές, πίστευαν πως κηρύχθηκε πόλεμος και πως δέχονταν επίθεση. Το τορπιλισμένο καταδρομικό βυθιζόταν παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες του πληρώματος για να σωθεί. Υπήρχε ένας νεκρός υπαξιωματικός της «Έλλης» και μια γριά Αρμένισσα που τα «κακάρωσε» από τον φόβο της. Τηλεφώνησαν στον πρωθυπουργό τα καθέκαστα, ζητώντας να ματαιωθεί η λιτανεία της Ιεράς Εικόνας. Ο Μεταξάς απαγόρευσε να ματαιωθεί οτιδήποτε. Ζήτησε από τον λαό ψυχραιμία και ότι θα αποσταλούν αμέσως ιατροί και νοσηλευτές για την περίθαλψη των ελαφρά τραυματισμένων. Η λιτανεία πράγματι έγινε κανονικά και η πομπή ακολούθησε το σύνηθες δρομολόγιο, ενώ ο συνωστισμός στη διαδρομή της δημιουργούσε το αδιαχώρητο. Την εικόνα δεν την κρατούσαν βαθμοφόροι της βυθισμένης «Έλλης», αλλά, για πρώτη και μοναδική φορά, η περιφορά της γινόταν από χωροφύλακες. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ο κρατικός μηχανισμός έδινε λύση στα προβλήματα που προκύψανε απρόβλεπτα. Οι μακάριοι Αθηναίοι τα χαμπάρια τα έμαθαν από επίσημη ανακοίνωση που μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο στη 1.30 το μεσημέρι, και μέχρις αργά το βράδυ ήταν το μοναδικό θέμα συζητήσεως μεταξύ των επισκεπτών στα σπίτια εκείνων που γιόρταζαν την ονομαστική τους εορτή.

Στην Τήνο ναυλοχούσαν πέντε ακτοπλοϊκά σκάφη που είχαν φέρει τους προσκυνητές από την πρωτεύουσα και επρόκειτο να αποπλεύσουν το απόγευμα για να επιστρέψουν στην Αθήνα. Για λόγους ασφαλείας απαγορεύτηκε ο απόπλους, με τους χιλιάδες ταξιδιώτες να τη βγάζουν δεύτερη νύχτα, όπως όπως. Την επομένη κατέφθασαν τα αντιτορπιλικά «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα», επί των οποίων επέβαινε ο Αρχηγός του Στόλου, ναύαρχος Καββαδίας, για να συνοδεύσουν τη νηοπομπή που θα σχημάτιζαν τα αποπλέοντα ακτοπλοϊκά για τον Πειραιά. Την 4η απογευματινή η νηοπομπή ξεκίνησε. Προηγούντο τα αντιτορπιλικά, που κατά διαστήματα έκαναν κύκλους πέριξ των επιβατηγών, που έπλεαν το ένα πίσω από το άλλο στη σειρά. Τρία υδροπλάνα υπερίπτανται συνεχώς της νηοπομπής για πρόσθετη ασφάλεια. Έτσι έφθασαν έως τον Πειραιά, όπου χιλιάδες λαού περίμεναν τα καράβια για να τα καλοδεχτούν.

Ας προσθέσουμε, για να μελαγχολήσουμε τα σημερινά μίζερα χρόνια: Οι κυβερνήτες των πολεμικών που συνόδευαν τη νηοπομπή είχαν αυστηρές διαταγές, εάν παρενοχληθούν από οποιονδήποτε, να «απαντήσουν διά των όπλων»…

Τότε που ζούσαμε, όπως θα έλεγε και ο Ασημάκης Πανσέληνος…


Σχολιάστε εδώ