ΠΑΡΗΛΘΑΝ ΟΙ ΛΑΛΙΣΤΑΤΕΣ ΜΕΡΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΝΟΜΟΙ ΩΣ ΑΦΑΙΡΕΣ

ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΝΕΙ ΚΡΥΟ
Στην Ελλάδα κάνει κρύο
κι ένας βάρβαρος βοριάς
με «φορτώνει» σ’ ένα πλοίο
που το λέγαν «Πειραιάς».
•••
Ανοιχτήκαμε στη Δύση
με τον ήλιο στα ψηλά•
τα καράβια κρύβουν μίση
και φαντάσματα πολλά.
•••
Και την τρίτη μέρα φτάνει
μήνυμα από τη στεριά:
να μ’ αφήσουν σε λιμάνι
και σε σκοτεινά νερά.
•••
Μη ρωτάς πού ταξιδεύω
μη ρωτάς•
τη δροσιά κι ό,τι ανασαίνει
νʼ αγαπάς.
•••
Σε μιας μηχανής ιμάντα
με το χάρο αφεντικό
πέρασα την Τζιμπεράλντα
βγήκα στον Ατλαντικό.
•••
Στα κατάρτια του κυκλώνα
και στα δίχτυα της σιγής
ζούσα τούτο τον αιώνα
δίχως ίσκιο, δίχως γης.
•••
Στην Ελλάδα σκοτεινιάζει
κι ένας δίσεκτος Θεός
απʼ τους ουρανούς κοιτάζει
πόσο χάλασʼ ο καιρός.

ΤΑ ΖΑΡΙΑ ΤΑ ΒΑΡΙΑ
Δύο-τρεις Ιππότες
απʼ τη Γιάλτα
βγήκανε νύχτα στη στεριά
κι αφού μοιράσαν τα δουκάτα
ρίξαν τα ζάρια τα βαριά.
Κι ο Κόσμος έγινε ταβέρνα,
τοπίο σεληνιακό,
καράβι που το εκυβέρνα
τσούρμο τρελό, μανιακό.
•••
Χαμένοι κόποι•
Γης και ανθρώποι.
•••
Τα καραβάνια απʼ τη Σελήνη
κι από τον ήλιο οι ορδές
αράξανε στη Μυτιλήνη
κι ένα πρωί στις Παγασές.
Του Ρήγα κάψανε τη Χάρτα,
βουλιάξανε και την «Αργώ».
Αχ! Νίκο Γκάτσο, τα φουσάτα
θα κάψουν και την «Αμοργό».
•••

ΤΟ ΠΟΥΛΜΑΝ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΡΥΝΘΑ
Το πούλμαν για την Τίρυνθα
φεύγει μόνο Τετάρτες
με δέματα πάντα κλειστά
τα φώτα του μισοσβηστά
και λίγους επιβάτες.
•••
Μπροστά μου κάθεται
σκυφτός
κι από την πίκρα ράκος,
με χειροπέδες σφαλιστές
ίδιος σαν τους παλιούς ληστές
ο Αθανάσης Διάκος.
•••
Ο δεσμοφύλακας πιο ʼκει
κι η ζέστη να τρελαίνει,
δυο-τρεις τουρίστες να γελούν
και στʼ αγγλικά να μας ρωτούν
για μια «τρελή Ελένη».
•••
Μʼ αυτός κοιτάζει τα βουνά
και τους αρχαίους τάφους,
και σιγοκλαίει και πονά
σαν τα παλιά τα ερωτικά
σε κάποιους φωνογράφους.
•••
Στην Τίρυνθα στις φυλακές
τρύπια η ζωή και στάζει
κι η μοίρα μας να μας μισεί.
Δώδεκα η ώρα και μισή
και η Ελλάδα να νυστάζει.
……………………………………………….
………………………………………………..
Τα τραγούδια δεν φοβούνται, διαλαλούν
και διδάσκουν, αν υπάρχουν ώτα ευαίσθητα
και πολίτες έτοιμοι να ακούσουν και να ανασάνουν.
Η μοναξιά των ημερών μας ουρλιάζει στα κατάβαθα
τού είναι μας. Ας μην κύπτουμε τας κεφαλάς.


Σχολιάστε εδώ