Επετειακά…
Δύο είναι οι λόγοι που ακυρώνουν διαθέσεις για τέτοια πανηγύρια: α) Διότι η «Μεταπολίτευση» πάτησε πάνω στην αιματοβαμμένη Κύπρο, σε ώρα εθνικής συμφοράς. Η Κύπρος πλήρωσε βαρύτατο τίμημα για χάρη μας. Σκεφθείτε το 1922 να πανηγυρίζαμε επειδή δημοκρατικοί αξιωματικοί ανέτρεψαν τη βασιλεία, ενώ βιώναμε τον αφανισμό του Μικρασιατικού Ελληνισμού. β) Διότι επί των ημερών μας δεν είναι δυνατόν να προβαίνουμε σε «εορταστικές» αναφορές για «Αποκατάσταση της Δημοκρατίας», όταν τώρα ζούμε κάτω από την πλέον επαίσχυντη και ύπουλη δικτατορία από όσες είχαν συμβεί κατά το παρελθόν. Τη γερμανοευρωπαϊκή δικτατορία.
Η Δημοκρατία σήμερα είναι λέξη κενή περιεχομένου, αφού γίναμε αποικία των Γερμανών και το Κοινοβούλιο, στην ουσία, υπάρχει μόνο για να δίνει «δημοκρατική» ψευδαίσθηση στα εθνοκτόνα Μνημόνια και «προαπαιτούμενα» που διατάζουν οι κατακτητές «εταίροι». Και δεν μπορούμε να κομπάζουμε με κούφιες φράσεις περί «Δημοκρατίας» όταν ποτέ άλλοτε στη μακραίωνα Ιστορία μας δεν παρουσιάστηκε «πολιτικός κόσμος» σε τέτοια σήψη και παρακμή. Οι ιδεολογίες ευτελίστηκαν και κατέρρευσαν, ενώ ο κόσμος αναθεματίζει με αγανάκτηση όλο το σάπιο πολιτικό σύστημα. Την πιο μεστή εικόνα της ξενικής κατοχής την οποία υφιστάμεθα έδωσε πρόσφατα ο διακεκριμένος οικονομολόγος κ. Νίκος Ιγγλέσης. Γράφει: «Υπάρχουν δύο τρόποι για να κατακτήσεις και να υποδουλώσεις ένα έθνος. Ο πρώτος είναι με τα όπλα, ο δεύτερος είναι με το χρέος. Ο δεύτερος τρόπος είναι πιο αποτελεσματικός γιατί –στην αρχή τουλάχιστον– δεν γίνεται αντιληπτός από τον υποδουλωμένο πληθυσμό. Οι κατακτητές εμφανίζονται ως εταίροι που θέλουν να συνδράμουν, βαφτίζουν τα επαχθή δάνεια ʽʽβοήθειαʼʼ, τη φορολογική επιδρομή ʽʽδημοσιονομική προσαρμογήʼʼ, τις περικοπές μισθών και συντάξεων ʽʽμεταρρυθμίσειςʼʼ. Στην ουσία, μια Ύπατη Αρμοστεία αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας, με δύο βασικούς στόχους: Ο πρώτος είναι να εισπράττει τον φόρο υποτέλειας, δηλαδή τους τόκους των δανείων. Ο δεύτερος είναι η λαφυραγώγηση του δημοσίου και ιδιωτικού πλούτου, της κατακτημένης περιοχής…».
Αυτή ακριβώς είναι η πραγματικότητα. Και καλύτερο «διεκπεραιωτή» για τα κατακτητικά σχέδια του αγύρτη Σόιμπλε και της ευρωπαϊκής συμμορίας του από τον Τσίπρα δεν μπορούσε να βρει ο διεθνής καπιταλισμός των τραπεζιτών. Ήταν ο εξωμότης της «Αριστεράς», ένας φιλόδοξος, αρχομανής νέος, που πούλησε και πρόδωσε τα πάντα χάριν της πρωθυπουργίας. Αλλά ο μεγαλύτερος κατήγορος του Αλέξη είναι ο… ίδιος ο εαυτός του! Σε όλη του τη ζωή θα τον καταδιώκουν οι λόγοι του και οι μεγαλόστομες διακηρύξεις του ως αντιπολιτευομένου. Ανέδειξε το ψεύδος σε πολιτικό δόγμα και διέλυσε την κοινωνία, διέλυσε την Ελλάδα. Τελευταία, οι αποκαλύψεις Βαρουφάκη – Λαφαζάνη αφήνουν έκθετο τον πρωθυπουργό και το κόμμα του (προστάτες της αναρχοκρατίας). Πανικόβλητος, ο ΣΥΡΙΖΑ ξεσηκώθηκε σε μια «επιχείρηση αποδόμησης» του Βαρουφάκη. Μάταιος κόπος! Ο πρώην υπουργός Οικονομικών είναι καταπέλτης. Μεταξύ πολλών άλλων, ο Βαρουφάκης στο βιβλίο του αποκαλύπτει ότι ο Τσίπρας τού είπε κάτι που δεν το περίμενε: «Μου είπε ότι φοβόταν να μην πάμε στο Γουδί. Μετά υπαινίχθηκε ότι προετοιμαζόταν κάτι σαν πραξικόπημα…». Πράγμα που σημαίνει ότι ο Τσίπρας έχει επίγνωση των επιπτώσεων που μπορεί να προκαλέσει η καταστροφική του πολιτική, η οποία ισοπέδωσε την ελληνική κοινωνία, προκειμένου να είναι αρεστός στους αποικιοκράτες. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση έχει πλήξει θανάσιμα την ίδια τη Δημοκρατία και ανησυχεί διότι δεν ξέρει από πού μπορούν να προέλθουν απρόσμενες αντιδράσεις. Αυτά δεν αποτελούν εικασίες δικές μας. Είναι ΓΕΓΟΝΟΤΑ, για τα οποία κάνουν λόγο οι ίδιοι οι πολιτικοί της σουρεαλιστικής ψευδοαριστεράς.
Αυτή η οικτρή εικόνα της εσωτερικής κατάστασης είναι το ένα σκέλος που δεν επιτρέπει θριαμβολογίες για εορτασμούς «Επανόδου της Δημοκρατίας» το 1974. Το άλλο σκέλος, όπως προαναφέραμε, είναι η κυπριακή τραγωδία. Στο άρθρο της περασμένης εβδομάδας είπαμε κάποια πράγματα. Σήμερα θα επικεντρώσουμε τον προβολέα της Ιστορίας σε όσα τραγικά έγιναν κατά τη δεύτερη φάση της Διασκέψεως της Γενεύης, που ξεκίνησε στις 8 Αυγούστου του 1974. Τότε είχαμε μεταπολιτευτική κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» υπό τον Καραμανλή, με υπουργό Εξωτερικών τον Γεώργιο Μαύρο. Είναι μια περίοδος για την οποία εδώ και χρόνια, στον ελλαδικό χώρο, αποφεύγουν να μνημονεύουν τι ακριβώς συνέβη. Όταν ο Καραμανλής ανέλαβε την εξουσία (24 Ιουλίου 1974), οι Τούρκοι κατείχαν στην Κύπρο την πόλη της Κυρήνειας και ορισμένα σημεία ανατολικά στην περιοχή Αγίου Γεωργίου, που είχε αποτελέσει και το αρχικό προγεφύρωμα της εισβολής τους. Οι ηρωικές μάχες της Εθνικής Φρουράς και της ΕΛΔΥΚ είχαν εξασφαλίσει τον έλεγχο του Πενταδάκτυλου και την αποτροπή διευρύνσεως του προγεφυρώματος. Οι Τούρκοι κατείχαν μόλις το 4% της Κύπρου.
Στις 25 Ιουλίου 1974 άρχισαν στη Γενεύη οι εργασίες της Τριμερούς Διασκέψεως για την Κύπρο. Πέντε μέρες αργότερα, οι Τούρκοι παραβίασαν την κατάπαυση του πυρός, χωρίς αντίδραση από μέρους μας. Στις 26 Ιουλίου η Ελλάς απεδέχθη τη «Διακήρυξη της Γενεύης», η οποία διεκήρυττε ότι οι τουρκικές δυνάμεις εισβολής θα παρέμεναν, κατέχοντας όσο έδαφος είχαν κατακτήσει. Κι ακόμη, υποχρέωνε την Εθνική Φρουρά να αποχωρήσει αμέσως από όλους τους τουρκοκυπριακούς «θυλάκους» που είχε καταλάβει! Δημιουργούσε «ζώνη ασφαλείας», που ουσιαστικά αποτελούσε γραμμή διχοτόμησης της Κύπρου. Επρόκειτο για άνευ όρων παράδοση στον «Αττίλα». Και όλα αυτά για τη σταθεροποίηση μιας καταπαύσεως πυρός που δεν ετηρήθη ούτε ένα εικοσιτετράωρο. Επρόκειτο για επονείδιστη συμφωνία. Η Ελλάς θα έπρεπε να αποχωρήσει από τη Διάσκεψη και να απειλήσει προσφυγή στα όπλα. Κι όμως, ο Καραμανλής δήλωσε ότι η Διάσκεψη «δύναται να αποτελέσει αφετηρίαν μιας δικαίας διευθετήσεως του Κυπριακού»! Και ο Γ. Μαύρος είπε ότι η Διάσκεψη «διανοίγει την οδόν διά προσεχή διαρκή λύσιν του κυπριακού προβλήματος»!
Στο μεταξύ, οι Τούρκοι πανηγύριζαν και ο Ετσεβίτ κόμπαζε: «Διησφαλίσαμεν εις την τράπεζαν των διαπραγματεύσεων ό,τι εκερδίσαμεν διά του πολέμου…»! Και είχε φθάσει το θράσος του σε τέτοιο βαθμό, ώστε έθετε και… «θέμα Δωδεκανήσου»! Μέσα στις επόμενες ημέρες οι Τούρκοι, παραβιάζοντας συνεχώς την εκεχειρία, επεξέτειναν σταδιακά την κατοχή της νήσου από το 4% στο 12% περίπου. Κι όμως, η ελληνική κυβέρνηση στις 27 Ιουλίου έδωσε εντολή για… σταδιακή αποστράτευση! Στις 8 Αυγούστου άρχιζε η δεύτερη φάση της Διασκέψεως της Γενεύης. Παρά τους εξευτελισμούς που είχαμε υποστεί, η ελληνική αντιπροσωπεία εδέχθη να παραστεί και βρέθηκε ενώπιον ιταμού τελεσιγράφου του Ετσεβίτ, ενώ οι τουρκικές δυνάμεις στην Κύπρο είχαν ήδη προωθηθεί στην «πράσινη γραμμή» της Λευκωσίας. Και ξαφνικά, στις 14 Αυγούστου 1974, οι μάσκες έπεσαν! Η Τουρκία εξαπέλυσε δεύτερη εισβολή στη μαρτυρική Κύπρο, με τον «Αττίλα 2». Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών, ο Γκιουνές, είχε αφηνιάσει και επέμενε προκλητικά στο τελεσίγραφό του: Να αποδεχθούν ο Γ. Μαύρος και ο Γλαύκος Κληρίδης γεωγραφικό διαχωρισμό. Μια γραμμή που θα άρχιζε από την Αμμόχωστο και θα περνούσε από τη Λευκωσία, μια γραμμή που θα αποτελούσε το όριο των δύο περιοχών.
Ο Γκιουνές δεν έδινε ούτε την ελαχίστη πίστωση χρόνου για να συνεννοηθούν Μαύρος και Κληρίδης με Αθήνα και Λευκωσία. Οι καταγγελίες από ελληνικής πλευράς έμεναν στα λόγια. Ο Καραμανλής στις 6.30 το πρωί της ίδιας ημέρας προήδρευσε εκτάκτου Πολεμικού Συμβουλίου. Εάν εξαιρέσει κανείς την απουσία του ολετήρα Ιωαννίδη, η σύνθεση ήταν ακριβώς η ίδια με εκείνη του προηγούμενου δικτατορικού καθεστώτος, το οποίο νομικώς εσυνεχίζετο. Γκιζίκης, Μπονάνος, Γαλατσάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου. Εκείνοι, δηλαδή, οι οποίοι εθεωρούντο υπαίτιοι για το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου και για την εγκατάλειψη της Κύπρου. Γνωστοί για την ηττοπάθειά τους, υπήρξαν αποτρεπτικοί στην κήρυξη πολέμου. Κίσινγκερ και Αγγλία δεν ήθελαν η Ελλάδα να προσφύγει στα όπλα, αλλά να δεχθεί μοιρολατρικά ό,τι συνέβαινε. Στις 14 Αυγούστου, ο Καραμανλής ανακοίνωσε την απόφαση της Ελλάδος να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Στις 15 Αυγούστου 1974, ο Καραμανλής από ραδιοφώνου και τηλεοράσεως ανέλυσε την περίεργη θεωρία του προς τον λαό: «Διά την Ελλάδα ετέθη άμεσον και μέγα δίλημμα: Πρέπει να αντιδράσει με βίαν εις την βίαν; Με δολιότητα εις την δολιότητα; Πρέπει να προσφύγει και εκείνη εις τον νόμον της ζούγκλας; Η ένοπλος αντιμετώπισις των Τούρκων εις την Κύπρον καθίσταται αδύνατος, και λόγω αποστάσεως και λόγω των γνωστών τετελεσμένων γεγονότων. Και δεν ήτο δυνατόν να επιχειρηθεί χωρίς τον κίνδυνον εξασθενήσεως της αμύνης της Ελλάδος…»!
Όσοι θέλουν να γνωρίζουν τι ακριβώς συνέβη το καλοκαίρι του 1974 ας μελετήσουν τα ΓΕΓΟΝΟΤΑ. Οπωσδήποτε, πάντως, αυτά τα γεγονότα δεν επιτρέπουν πανηγυρισμούς για την «Αποκατάσταση της Δημοκρατίας», όταν αυτή η «Αποκατάσταση» πέρασε μέσα από το αίμα των Κυπρίων… Και όπως έλεγε ο κύπριος ποιητής Σπύρος Παπαγεωργίου: «Το καλοκαίρι εκείνο θα το θυμόμαστε: Ό,τι έτρεξε δεν ήταν βροχή, ήταν αίμα…».