Μπλοκάρουν οι «53» άνοιγμα του Τσίπρα στην Κεντροαριστερά
Αν και ο Αλέξης Τσίπρας φάνηκε ότι μετά την απομάκρυνση μιας σειράς στελεχών που διέθεταν εμβέλεια και δύναμη στο κόμμα (π.χ. Π. Λαφαζάνης, Ζ. Κωνσταντοπούλου, Γ. Βαρουφάκης κ.ά.), με την ψήφιση του τρίτου Μνημονίου, το καλοκαίρι του 2015, δεν θα είχε σοβαρούς ανταγωνιστές και κυρίως δεν θα είχε σημαντικά εσωκομματικά προβλήματα, ωστόσο φαίνεται πως το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μεταβάλλεται σε κινούμενη άμμο.
Και αυτό για δύο κυρίως λόγους:
– Πρώτον, λόγω των σκληρών μνημονιακών πολιτικών που είναι αναγκασμένη να εφαρμόζει η κυβέρνηση.
– Δεύτερον, διότι όσο περνά ο χρόνος αυτονομούνται στελέχη και ομάδες βουλευτών και στελεχών και σηκώνουν το δικό τους μπαϊράκι.
Όπως έλεγε σημαντικό και έμπειρο στέλεχος της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, «πρακτικά πλέον όλοι είναι εναντίον όλων, όμως αυτό που, για την ώρα τουλάχιστον, σώζει την κατάσταση είναι πως καταλαβαίνουν ότι αν τεντώσουν λίγο ακόμα το σχοινί όχι απλά θα δημιουργηθεί σοβαρό θέμα στην κυβέρνηση αλλά και ότι πολύ δύσκολα ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανακάμψει και θα επανέλθει στην εξουσία, καθώς δεν διαθέτει ούτε τα διαχρονικά κοινωνικά ερείσματα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, ούτε σοβαρή οργανωτική δομή, ούτε κυρίως ισχυρούς και ακατάλυτους δεσμούς με την κοινωνική πλειοψηφία που τον ανέδειξε στην κυβέρνηση».
Για την ώρα, τα περισσότερα στελέχη και βουλευτές συμπίπτουν στο ότι «με τον πυρήνα του 3% δεν πάει πουθενά η κατάσταση. Η όποια πρωτοβουλία για άνοιγμα στην κοινωνία και στήριξη στην κυβερνησιμότητα ουσιαστικά είναι εξαρχής υπονομευμένη, λόγω ιδεοληψίας».
Σύμφωνα πάντα με τα ίδια στελέχη, όσα και αν έχει δημοσίως αναγγείλει ο Τσίπρας περί διεύρυνσης ή περί ανοιγμάτων του κόμματος προς την κοινωνία και όμορες πολιτικές δυνάμεις, δεν προχωράει σχεδόν τίποτα λόγω των μεθοδικών και λυσσαλέων αντιδράσεων του πυρήνα του 3%, που οχυρώνεται γύρω από στελέχη που έχασαν υπουργικές θέσεις και είναι πλέον «ελεύθεροι σκοπευτές».
Παράλληλα, ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα είναι ότι οι βουλευτές, πρωτίστως, νιώθουν απόλυτα απομονωμένοι από τον πρωθυπουργό. Τονίζουν δε πως παρότι κατέβαλαν προσπάθειες να βρεθεί δίοδος επικοινωνίας μαζί του, ώστε να του μεταφερθούν τα προβλήματα, δεν έγινε κάτι ουσιαστικό, καθώς, όπως λένε, υπάρχουν μόνιμοι διαμεσολαβητές ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τους βουλευτές, που «μπλοκάρουν» οποιαδήποτε επικοινωνία.
Για την ώρα, πάντως, ένα σημαντικό τμήμα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είναι προβληματισμένο και τηρεί στάση αναμονής, καθώς βασικός παίκτης στο ανακάτεμα της εσωκομματικής τράπουλας είναι η περιβόητη «Κίνηση των 53». Βέβαια, αν και ο μέχρι πρόσφατα φυσικός ηγέτης της, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, είναι πολύ προσεκτικός, αφού είναι υπουργός Οικονομικών και ο βασικός διαπραγματευτής της κυβέρνησης με τους δανειστές, ωστόσο η ομάδα είναι το πρώτο βιολί στο εσωκομματικό πεδίο.
Η «Κίνηση των 53» αποφεύγει μεν μια ευθεία σύγκρουση με την κυβερνητική πολιτική και τον Αλέξη Τσίπρα, ωστόσο με κάθε ευκαιρία τονίζει ότι η πολιτική που ακολουθεί μόνο αριστερή δεν είναι. Ζητά αριστερό ανασχηματισμό και απομάκρυνση, αμέσως, από την κυβέρνηση όσων υπουργών δεν προέρχονται από τα σπλάχνα του ΣΥΡΙΖΑ (π.χ. Τόσκας, Μουζάλας κ.ά.), ενώ ζητά να μπουν σε καίριες υπουργικές θέσεις τέσσερα-πέντε στελέχη που προέρχονται από τους «53» ώστε να υπάρχει αριστερό αντίβαρο στην κυβέρνηση.
Μέλημα του Αλέξη Τσίπρα είναι να αρχίσει να ξετυλίγει ένα συνεκτικό αφήγημα για το υπόλοιπο της κυβερνητικής θητείας αλλά και το πιθανό διακύβευμα των εκλογών (όποτε και αν γίνουν).
Ο κ. Τσίπρας μάλιστα θέλει να υπερβεί το ταχύτερο αυτό το ρευστό εσωκομματικό τοπίο και να φτάσει στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης με ένα σχεδόν έτοιμο συνεκτικό σχέδιο / αφήγημα για την επόμενη μέρα και συγκεκριμένα τη μετά το Μνημόνιο περίοδο.
Για την ώρα υπάρχουν δύο σενάρια, με διάφορες παραλλαγές.
Το πρώτο αναφέρεται σε πιθανή διεξαγωγή των εκλογών το δεύτερο εξάμηνο του 2018, με τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ να θέτουν το διακύβευμα για το ποιος θα διαπραγματευτεί αποτελεσματικά με τους Ευρωπαίους και τι θα γίνει μετά την τυπική έξοδο της Ελλάδας από το Μνημόνιο.
Το δεύτερο σενάριο είναι να αφήσει να κυλήσει και το 2018 και οι εκλογές να γίνουν προς τη λήξη της συνταγματικής θητείας της κυβέρνησης, δηλαδή προς το δεύτερο εξάμηνο του 2019. Προς αυτήν την κατεύθυνση γίνεται επεξεργασία για ένα σχέδιο που θα αναφέρεται σε παρεμβάσεις στη λεγόμενη καθημερινότητα του πολίτη, αλλά, ταυτόχρονα, και σε ένα πλαίσιο δεσμευτικών υποχρεώσεων, κυρίως διαρθρωτικού χαρακτήρα, που θα σχετίζονται με δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί προς τους δανειστές.