Κυνηγούν τα ελληνικά φάρμακα και προωθούν τα εισαγόμενα!

Το ΣτΕ θα κρίνει την ανεξήγητη αυτή πολιτική, που σύμφωνα με την προσφυγή επικεντρώνει μονομερώς στα ελληνικά φάρμακα και νοθεύει βάναυσα τον ανταγωνισμό σε βάρος της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και υπέρ των εισαγωγών.

Οι εκπρόσωποι της ΠΕΦ θεωρούν αδιανόητο ένα καθεστώς που επιβάλει τα τελευταία τρία χρόνια στα οικονομικά ελληνικά φάρμακα (που έχουν μέση τιμή 8 ευρώ) συνεχή «κουρέματα» που ξεπερνούν το 50%, ενώ την ίδια περίοδο στις ακριβές εισαγωγές με προστασία πατέντου (και τιμές από 50 έως 200 ευρώ και στα φάρμακα υψηλού κόστους από 200 έως 1.500 ευρώ) οι αντίστοιχες μειώσεις είναι της τάξης του 8%.

Οι συνέπειες αυτής της ανεξήγητης ετεροβαρούς πολιτικής, κατά την ΠΕΦ, είναι καταλυτικές:

1. Η υπερβολική συμπίεση των τιμών των ελληνικών γενοσήμων φαρμάκων, σε συνδυασμό με τις παράλογες πλέον υποχρεωτικές επιστροφές πόρων από τη φαρμακοβιομηχανία στο Δημόσιο (clawback και rebates), καθιστούν την παραγωγή τους αδύνατη.

2. Η τιμολογιακή απαξίωση των γενοσήμων πυροδοτεί την υποκατάσταση των φθηνότερων από ακριβότερα φάρμακα. Αυτό, με τη σειρά του, οδηγεί σε ανακατανομή των μεριδίων αγοράς, προς όφελος των ακριβών εισαγόμενων φαρμάκων που ευθύνονται για την αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης.

3. Οι υπερβολικές μειώσεις τιμών στα γενόσημα πλήττουν την εμπιστοσύνη γιατρών και ασθενών σε αυτά, καθώς γίνονται (κακώς) αντιληπτά ως θεραπείες δευτερεύουσας ποιότητας. Και επίσης εξουδετερώνουν το οικονομικό κίνητρο για τη διάθεσή τους από τους φαρμακοποιούς, οι οποίοι αποκομίζουν πολύ χαμηλό κέρδος όταν χορηγούν γενόσημα, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στα ακριβά πρωτότυπα φάρμακα. Η κατάληξη είναι η υπονόμευση της διείσδυσης των γενοσήμων, που στην Ελλάδα παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου αποτελούν την κύρια θεραπευτική επιλογή.

4. Οι συνθήκες αυτού του άνισου ανταγωνισμού διαλύουν την εγχώρια παραγωγή και απαξιώνουν έναν δυναμικό κλάδο, που δημιουργεί στην εθνική οικονομία σημαντικές προστιθέμενες αξίες μέσω των επενδύσεων, της απασχόλησης, της έρευνας, των εξαγωγών και των φορολογικών εσόδων.

Με αυτά τα δεδομένα, η κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική.


Σχολιάστε εδώ