Οι Βρετανοί πρωτοστατούν για νέα Πενταμερή Διάσκεψη και κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας

Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί, που προεβλήθη επιτηδείως ως ο «μετριοπαθής» και «προοδευτικός» Τουρκοκύπριος, που θα συνεργαζόταν για την «επανένωση» δήθεν της Κύπρου, δεν έχει κανένα πρόβλημα να δοξολογεί και να πανηγυρίζει για την Τουρκική εισβολή και να προβάλλει συμβολικά τους ζηλωτές των Τουρκικών κατακτητικών ορδών που κατέκλυσαν από τον 11ο αιώνα τις γνωστές σελίδες της Οθωμανικής «δόξας» με σφαγές, εξισλαμισμούς και κάθε είδους βιαιότητα.

Το πρόβλημα όμως δεν είναι ουσιαστικά ο Μουσταφά Ακιντζί, ο οποίος υποδύεται τον ρόλο του «μετριοπαθούς» για να υπηρετήσει την Τουρκική προπαγάνδα και πολιτική σʼ αυτήν τη φάση του Κυπριακού. Είναι οι ηγεσίες των κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ και ο ίδιος ο Κύπριος Πρόεδρος, που έγιναν, με την αλόγιστη και άκριτη πολιτική τους, αχθοφόροι της Τουρκικής προπαγάνδας και σημαιοφόροι μιας αυτοκαταστροφικής πολιτικής. Η ηγεσία του ΑΚΕΛ, για να συγκαλύψει την πολιτική πλήρους συνθηκολογήσεως, που ακολουθεί στο Κυπριακό, παρουσιάζει την πολιτική της ως δήθεν «διεθνιστική» που επιδιώκει την προσέγγιση και τη συνεργασία με τους Τουρκοκυπρίους, ως το Κυπριακό να μην είναι θέμα εισβολής και κατοχής, αλλά διακοινοτική διαμάχη και ως οι Τουρκοκύπριοι να μην ταυτίζονται με το ψευδοκράτος και την Τουρκική εισβολή.

Ακόμη και μετά την Πενταμερή Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά, όπου η Άγκυρα δεν άφησε καμιά αμφιβολία για το τι ακριβώς επιδιώκει στην Κύπρο και ποιες είναι γιʼ αυτήν οι προϋποθέσεις για «λύση», η ηγεσία του ΑΚΕΛ προσποιείται ότι τίποτε δεν άλλαξε και συνεχίζει τον ίδιο σκοπό της «προσεγγίσεως» με τους Τουρκοκυπρίους για τη «λύση» του Κυπριακού. Ασκεί μάλιστα κριτική στον πολιτικό της συνοδοιπόρο Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη, στη βάση ότι δεν εξάντλησε όλα τα περιθώρια στο Κραν Μοντανά για να μην αποτύχει η Διάσκεψη και να επιτευχθεί συμφωνία για «λύση».

Η ηγεσία του ΑΚΕΛ δεν κρύβει με τη στάση της ότι είναι έτοιμη από την πλευρά της να δεχθεί «συμβιβαστικές» προτάσεις στα κρίσιμα θέματα της ασφάλειας και των εγγυήσεων ώστε να αρθεί το αδιέξοδο και να επιτευχθεί «λύση». Εάν λάβει κανείς υπʼ όψιν ότι η ασφάλεια και οι εγγυήσεις σημαίνουν σε απλά Ελληνικά παραμονή Τουρκικών στρατευμάτων και μετά τη «λύση» και τουρκικές εγγυήσεις, με επεμβατικά δικαιώματα, μπορεί να αναμετρήσει την ενδοτική κατολίσθηση της ηγεσίας ενός κόμματος, που προβάλλει ως άλλοθι τους Τουρκοκυπρίους για να δικαιολογήσει μια πολιτική πλήρους συνθηκολογήσεως και «διεθνιστικής αλληλεγγύης» με το υποτελές μόρφωμα της Τουρκικής κατοχής.

Η ηγεσία του ΔΗΣΥ συμπορεύεται πλήρως στην ίδια γραμμή και επιμένει στην υποτιθέμενη στρατηγική για «λύση» του Κυπριακού, όταν η ίδια η Τουρκική ηγεσία διεκδικεί απροκάλυπτα ως δήθεν «λύση» τον στρατηγικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου και την αρπαγή του φυσικού της αερίου μέσα από την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Δεν θα είχε πολύ νόημα η επιμονή στη γνωστή πολιτική των δύο κομμάτων, εάν δεν επικρεμόταν ο κίνδυνος μιας νέας παλινδρομήσεως στην ίδια φόρμουλα της Πενταμερούς Διασκέψεως. Μεριμνά γιʼ αυτά, με διπλωματικό οργασμό στο παρασκήνιο, ο Βρετανικός παράγων, υπό τον μανδύα του ΟΗΕ. Πρώτο του μέλημα είναι η καθήλωση στην ίδια πολιτική και στις παραχωρήσεις που ήδη έγιναν, με τελευταίες τις αδιανόητες παραχωρήσεις στην εσωτερική πτυχή στις οποίες προέβη ο Κύπριος Πρόεδρος στο Κραν Μοντανά (αποδοχή «υπό όρους» της εκ περιτροπής Προεδρίας, των τεσσάρων Ευρωπαϊκών ελευθεριών για όλους τους Τούρκους υπηκόους και της προτεραιότητας του χρήστη αντί του ιδιοκτήτη των κατεχομένων Ελληνοκυπριακών περιουσιών).

Ήδη, το Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο ενημέρωσε ο περιβόητος ειδικός εκπρόσωπος για το Κυπριακό του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ Έσπεν Μπαρθ Άιντα, εγκάθετος της Βρετανικής πολιτικής και συνήγορος των Τουρκικών θέσεων, έκανε δήλωση, με την οποία ζητά από τις δύο πλευρές να παραμείνουν δεσμευμένες στις «παραμέτρους του Γ. Γραμματέα για το Κυπριακό», στις οποίες ενσωματώθηκαν οι παραχωρήσεις Αναστασιάδη. Ο Βρετανικός παράγων επανήλθε, κατά δεύτερο λόγο, με «συμβιβαστικές», προτάσεις στα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων, με στόχο να αποσπάσει και να επικυρώσει επισήμως νέες υποχωρήσεις της Ελληνικής πλευράς και σʼ αυτά τα κεφάλαια, ώστε να ικανοποιηθούν οι Τουρκικές αξιώσεις και να επιτευχθεί συμφωνία.

Η συγκυρία της γεωτρήσεως της Total στο οικόπεδο 11 της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου έστρεψε τους φακούς της δημοσιότητας στις αντιδράσεις και στις απειλές της Τουρκικής πλευράς εναντίον των ενεργειακών σχεδιασμών της Κυπριακής Δημοκρατίας, που υπογραμμίζουν την καταλυτική σημασία αυτού του νέου, ενεργειακού παράγοντα στο Κυπριακό. Ο κίνδυνος όμως δεν προέρχεται τόσο από τις Τουρκικές απειλές κατά των γεωτρήσεων από ενεργειακούς κολοσσούς, όπως η Total ή η Exxon, που έχουν πίσω τους την ισχύ των χωρών τους. Προέρχεται πολύ περισσότερο από την απεργαζόμενη από τον ξένο παράγοντα, με πρωτοστάτες τους Βρετανούς, δολιοφθορά κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας, με άλλοθι μια δήθεν «λύση» του Κυπριακού. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινούνται οι σχεδιασμοί στο παρασκήνιο, με στόχο να συγκληθεί μια τρίτη Πενταμερής Διάσκεψη το φθινόπωρο, πριν από τις Προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου 2018. Η συμφορά του 1974 επήλθε όχι από αντικειμενική Ελληνική αδυναμία, όπως ορισμένοι αφήνουν να διαφανεί. Η Ελλάδα το 1974 είχε σαφή αεροναυτική υπεροχή έναντι της Τουρκίας.

Η υπεροχή αυτή δεν αξιοποιήθηκε ούτε κατά τον πρώτο Αττίλα από τη Χούντα του Ιωαννίδη, ούτε κατά τον δεύτερο Αττίλα από τη Μεταπολίτευση. Η τελευταία, αντί να απαιτήσει σεβασμό της εκεχειρίας, με απειλή επεμβάσεως της Ελληνικής Αεροπορίας και του Ελληνικού Ναυτικού, άφησε την Άγκυρα να αποβιβάσει αμαχητί όσες δυνάμεις ήθελε για να εξαπολύσει στη συνέχεια τον Αττίλα ΙΙ.

Η Κύπρος σήμερα δεν έχει κανέναν λόγο να επισπεύδει για δήθεν «λύση» που θα τη μετέτρεπε σε Τουρκικό προτεκτοράτο. Πρέπει να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού την Κυπριακή Δημοκρατία και να εγκαταλείψει άμεσα την ακολουθούμενη αυτοκαταστροφική πολιτική.


Σχολιάστε εδώ