Ποιος «φοβάται» την τράπεζα θεμάτων

Οι τράπεζες αυτές αποσκοπούναφενός στην ενίσχυση της αντικειμενικότητας και αξιοπιστίας των εξετάσεων και αφετέρου στη διαπίστωση του βαθμού επίτευξης των μαθησιακών στόχων που τί­θενται από τα αναλυτικά προγράμματα. Επομένως, αποτελούν βασικά εργαλεία βελτίωσης της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος.

Η δημιουργία μιας τέτοιας τράπεζας στην Ελλάδα έγινε πραγματικότητα με νόμο το 2014, στο πλαίσιο της υλοποίησης μιας εκ των πολλών προτάσεων που προέκυψαν από τον πολύμηνο Εθνικό Διάλογο για την Παιδεία στο Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης το 2009, με πρόεδρο τον καθηγητή κ. Γεώργιο Μπαμπινιώτη.

Η εφαρμογή της τράπεζας θεμάτων στο ελληνικό λύκειο αποσκοπούσε αφενός στην κάλυψη όλης της διδακτέας ύλης από όλα τα σχολεία και σε όλα τα διδασκόμενα γνωστικά α­ντικείμενα, ώστε να μη δημιουργούνται μαθησιακά κενά από τάξη σε τάξη (γεγονός που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην παραπαιδεία), στη δημιουργία κουλτούρας θεμάτων, στην ενίσχυση της αντικειμενικότητας και αξιοπιστίας των εξετάσεων αλλά και στη διαπίστωση του βαθμού επίτευξης των μαθησιακών στόχων, προκειμένου να λαμβάνονται βελτιωτικά μέτρα. Φυσικά, η πρώτη εφαρμογή σε κενό τοπίο αδικήθηκε και επειδή δεν υπήρξε πιλοτική εφαρμογή, όπως θα έπρεπε, αλλά και λόγω του φορτισμένου κλίματος και της πολιτικής πόλωσης που καλά κρατούσε σε όλα τα επίπεδα και, δυστυχώς, εξακολουθεί να κρατεί.

Μια τράπεζα θεμάτων, όμως, μπορεί να ανθίσει μόνο σε ένα λύκειο που στέκεται στο ύψος της εκπαιδευτικής του αποστολής και δεν υπάρχουν μαθήματα πρώτης κατηγορίας (τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα) και μα­θήματα υποβαθμισμένα. Είναι περιττή σε ένα σχολείο (που, δυστυχώς, από πολλούς μαθητές θεωρείται πάρεργο) της ήσσονος προσπάθειας και χαλαρότητας με εξασφαλισμένη την ακώλυτη προαγωγή, που προετοιμάζει ανέργους, με απολυτήρια ή και πτυχία χωρίς αντίκρισμα.

Με τη δημιουργία της «άνθισαν» τα λουλούδια της αντίδρασης στο πλαίσιο του μαθητοπατερισμού και του λαϊκισμού. Έπρεπε να κατεδαφιστεί «ο αντιπαιδαγωγικός μηχανισμός» που καταργεί την «αυτονομία του δασκάλου», διώχνει από το σχολείο τους «μαθητές των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων» και αυξάνει την παραπαιδεία. Λες και η χρόνια διάλυση της εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στο λύκειο, (και εδώ όλοι συμφωνούν ότι υπάρχει πρόβλημα), δεν έχει μειώσει το κύ­ρος του δημόσιου σχολείου και το κύρος των εκπαιδευτικών, παρά τις ομολογουμένως φιλότιμες προσπάθειές τους, με αποτέλεσμα, και παρά την κρίση, οι γονείς, όσοι ακόμη αντέχουν οικονομικά, να στενάζουν κάτω από την ανάγκη να αντιμετωπίσουν με φροντιστήριο τα μαθησιακά κενά, προκειμένου τα παιδιά τους να περάσουν στις σχολές προτίμησής τους. Άραγε, αυτό είναι το παιδαγωγικό σχολείο, όπως το περιγράφουν οι μεγάλοι παιδαγωγοί, Έλληνες και ξένοι;

Ο λαϊκισμός σε όλο του το μεγαλείο. Αλλά ποιο είναι το λαϊκό σχολείο; Το απαιτητικό σχολείο που μορφώνει ολόπλευρα τον μαθητή, δημιουργεί τον συνειδητοποιημένο, τον ενεργό πολίτη, που είναι εφοδιασμένος με τα απαραίτητα μορφωτικά αγαθά που θα τον βοηθήσουν να ζήσει σε έναν κόσμο, δυστυχώς, ανταγωνιστικό, ξεπερνώντας τους ταξικούς φραγμούς; Ή το σχολείο που αφήνει τα παιδιά με μαθησιακά κενά και αμόρφωτα (και ιδιαίτερα τα φτωχά παιδιά, αφού για τα άλλα θα φροντίσει «ευτυχώς» ο πλούσιος μπαμπάς!), χαϊδεύει τα αφτιά των παιδιών και των γονιών και τους δημιουργεί ανύπαρκτες προσδοκίες μπροστά σε ένα σκοτεινό και αβέβαιο μέλλον μιας απάνθρωπης παγκόσμιας κοινωνίας που διψά για αμόρφωτους καταναλωτές και φτηνό εργατικό δυναμικό;

Το επόμενο ερώτημα είναι «ποιος ενδιαφέρεται πραγματικά για τα παιδιά μας;». Όποιος οικοδομεί το σχολείο του 9,5, της έκπτωσης της γνώσης και κτίζει για τα παιδιά όνειρα στην άμμο, με απατηλές μεγάλες υποσχέσεις του τύπου «ελεύθερη εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση χωρίς εξετάσεις», όταν αυτό είναι αδύνατον χωρίς αξιόπιστες εξετάσεις, που περνάνε υποχρεωτικά μέσα από μια τράπεζα θεμάτων; Ή όποιος πιέζει τα παιδιά να μάθουν γράμματα, να αποκτήσουν γνώσεις και ανθρωπιά, ώστε να ανοίξουν με σιγουριά τα φτερά τους και να πετάξουν, να παλέψουν και να κερδίσουν στον στίβο της ζωής, που κάθε μέρα γίνεται και απαι­τητικότερος;

Ο μύθος ότι η τράπεζα θεμάτων αυξάνει την παραπαιδεία και την παπαγαλία καλά κρατεί, μολονότι και ο κ. Λιάκος, πρόεδρος της Επιτροπής για τον Διάλογο για την αναδιοργάνωση της Μέσης Εκπαίδευσης και την είσοδο στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, πρότεινε στον υπουργό Παιδείας κ. Γαβρόγλου τη λειτουργία τράπεζας θεμάτων και την αλλαγή της διαδικασίας αξιολόγησης των μαθητών του λυκείου με σκοπό «να αντιμετωπιστεί η απάθεια και η αδιαφορία με την οποία οι μαθητές έχουν “εκπαι­δευτεί” να αντιμετωπίζουν ό,τι “δεν μετράειʼʼ». Την τράπεζα αυτή απαρνήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής! «Μη μου τους κύκλους τάραττε», εις δόξαν της παπαγαλίας και φυσικά της παραπαιδείας.

ΝΕΣΤΟΡΑΣ


Σχολιάστε εδώ