Πάντα θα υπάρχουμε…
Βομβαρδισμός από ειδήσεις που σε πνίγουν. Και δεν είναι μόνο τα δικά μας χάλια με το σούρτα-φέρτα στο Eurogroup και όλα τα συναφή που κουράστηκα νʼ ακούω. Είναι κι οι τρομοκράτες που έκαναν έναν κόσμο άνω-κάτω, φοβισμένο κι ανίσχυρο.
Παντού αναφλέξεις. Τι γίνεται, αναρωτιέμαι, και το μάτι μου πέφτει στο διπλανό κήπο. Μια βερικοκιά κατάφορτη από καρπούς μοιάζει να λιποθυμά απʼ το βάρος των κλαδιών της. Δίπλα της μια κερασιά με κατακόκκινα φρουτάκια σηκώνει τα φύλλα της προστατεύοντάς τα. Μια πράσινη γωνιά στο κέντρο της Αθήνας, λεμονιές, πορτοκαλιές κι ένα χιώτικο γιασεμί που έχει σκαρφαλώσει στα κεραμίδια του διπλανού σπιτιού μου κλείνουν το μάτι. Αχ Ελλαδίτσα μου, σκέφτομαι, εσύ ποτέ δεν πεθαίνεις. Ξαφνικά ένα συναίσθημα αισιοδοξίας με κάνει να γελάσω δυνατά. Όλη αυτή η εικόνα μοιάζει να λέει πως πάντα θα υπάρχουμε. Είναι η γη μας, η πλούσια γη της χώρας μας, που μας δίνει μʼ αφθονία τους καρπούς της. Βέβαια λιγάκι μου το χάλασε ο εκφωνητής, που απʼ την τηλεόραση τον άκουσα να καυχιέται πως φέτος θα ʼρθουν στην Ελλάδα 30.000.000 τουρίστες. Αυτοί με το βραχιολάκι πιστεύω και με τρεις κι εξήντα. Θα φάνε, θα πιούνε, θα γίνουν τάπα και θα ξανάρθουν ευχαριστημένοι απʼ τη μεγάλη μας εξυπηρέτηση και του χρόνου. Και γιατί να μην ξανάρθουν. Πού θα βρουν πιο όμορφη χώρα με τον εκτυφλωτικό της ήλιο, τις θάλασσες και τα βουνά της. Εδώ είσαι, μέσα στην πρωτεύουσα και σʼ ένα εικοσάλεπτο μπορεί να βρεθείς απʼ την Πεντέλη, το πολυπαθές βουνό των παιδικών μας χρόνων, στο Σούνιο. Απʼ το βουνό για μια βουτιά σε νερά κρυστάλλινα, που δεν σου κάνει καρδιά να βγεις από μέσα. Και είμαι περήφανη για την πατρίδα μου, όπως κάθε Έλληνας. Μπορεί να με πονά για την ανακόλουθη τακτική της αλλά είναι το σπίτι μου. Θα ʼθελα να ʼχε τη δύναμη νʼ ανοίξει τους αέρηδες που πάντα έσφιγγαν οι Έλληνες στις παλάμες τους σαν τον Ασκό του Αιόλου και να τους πάρει και να τους σηκώσει όλους αυτούς που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν εκείνο το «δεν βαριέσαι, αδελφέ», το μεγάλο ελάττωμα της φυλής, χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός λαού που ο Θεός του χάρισε όλα τα καλά του κόσμου. Τη σοφία, την εξυπνάδα, τη γνώση, την ποίηση, τη λογοτεχνία, την ιατρική, τη φιλοσοφία. Παντού Έλληνες πολυμήχανοι, σαν τον Οδυσσέα, με μεγάλη καρδιά και μυαλό.
Σε κάποια στιγμή διάβασα πως μια ελβετίδα ιστορικός ανωνύμως χαρακτήρισε τους Έλληνες σκυλανθρώπους επειδή τους μισεί γιατί βρίσκονται κάτω από κάθε επιστήμη, ομολογώντας ωστόσο ότι θα εξακολουθεί να τους μελετά. Θα πρέπει να της πει κάποιος να προσέχει μη φάει καμιά δαγκωνιά.
Τι άλλο θα μπορούσε κανείς νʼ απαντήσει σʼ ανθρώπους ανεπαρκείς, που επειδή θαυμάζουν έναν λαό τον μισούν. Ας λένε ό,τι θέλουν κι ας κάνουν ό,τι θέλουν. Για μας όμως είναι πια καιρός να στηριχτούμε στις δικές μας δυνάμεις και να μαζέψουμε τα παιδιά μας απʼ τις υψηλόβαθμες θέσεις που κατέχουν ανά τον κόσμο, γιατί είτε έτσι είτε αλλιώς εξακολουθούμε σαν φυλή να βρισκόμαστε παντού. Στα Πανεπιστήμιά τους, στα εργαστήριά τους, στα νοσοκομεία τους, δίπλα στους ισχυρούς της Γης.
Ό,τι και να κάνουν, δεν θα μας εξαφανίσουν, γιατί «Κι αν η Ελλάδα καταστραφεί τελείως θα μείνει μια Ελιά, ένα κτήμα και μια βάρκα. Είναι αρκετά για να ξαναχτιστεί απʼ την αρχή» (Οδυσσέας Ελύτης).
Άλλωστε αυτή η ανώνυμη κυρία και όλες οι ανώνυμες σαν κι αυτή θα έπρεπε να ξέρουν ότι η λέξη Ελβετός προέρχεται απʼ την αρχαία ελληνική λέξη Ελουήτιος. Οι Ελουήτιοι ήταν Γαλάτες και γενάρχης τους ήταν ο γιος του Ηρακλή, ο οποίος ετύγχανε να είναι Έλληνας.