Το ιδιοτελές ψέμα της Παιδείας

Αντί το σχολείο να επιδιώκει την ανίχνευση τρόπων και την αποτελεσματική εφαρμογή τους στη μαθησιακή πρακτική προς όφελος όλων, και ιδιαίτερα των μη ευνοημένων παιδιών του λαού, επανήλθαμε και πάλι σήμερα, ιδιαίτερα στο λύκειο, σε ένα μηχανοποιημένο σύστημα εκπαίδευσης για λίγους. Δεν μας χρειάζεται η γενική, η κα­θολική μόρφωση, ο καθολικός άνθρωπος, ο πολύπλευρα μορφωμένος πολίτης, αλλά ο ρομποτικός πολίτης, που μαθαίνει ό,τι απαιτεί αυτός ο αδιαφανής ιστός της πα­γκοσμιοποίησης και της χρησιμοθηρικής αγοράς. Θεοποιούνται, δηλαδή, όσα στην παγκόσμια αγορά θεωρούνται αναγκαία και εξειδικευμένα.

Τα υπόλοιπα γνωστικά αντικείμενα στο πυρ το εξώτερον, ιδιαίτερα σε ένα, πανθομολογουμένως, λύκειο όχι των απαιτήσεων αλλά της ήσσονος προσπάθειας, όπου δίνεται σημασία, ήδη από την Αʼ Λυκείου, σε ό,τι εξετάζεται πανελληνίως και αυτό σημαίνει πέντε το πολύ μαθήματα. Τα άλλα απλώς διακοσμούν το αναλυτικό πρόγραμμα και σε αυτό συμβάλλει τα μάλα η επαναφορά της περίφημης ακώλυτης προαγωγής και απόλυσης, που εξασφαλίζεται απλώς εάν ο μαθητής συγκεντρώνει ως μέσο όρο όλων των διδασκομένων μαθημάτων το «θαυμαστό» 9,5, όταν ο μαθητής στο γυμνάσιο, που είναι και υποχρεωτική εκπαίδευση, χρειάζεται αντίστοιχα 12!

Τις επόμενες ημέρες, καταπώς φαίνεται, άλλο ένα γενικό λύκειο θα έλθει στη Βουλή για νομοθέτηση. Πάνω από 12 είναι τα ψηφισμένα συστήματα εξετάσεων εισαγωγής τις τελευταίες δεκαετίες. Σχεδόν ένα σύστημα ανά κυβέρνηση. Και δεν υπάρχει αλλαγή στο εξεταστικό σύστημα που να μη συνοδεύεται από μεγαλοστομίες ότι έφτασε το τέλος του φροντιστηρίου και ότι ήδη ανατέλλει το πραγματικό σχολείο του φτωχού. Και, ω του θαύματος, στατιστικά τουλάχιστον, αυξάνονται τα ιδιαίτερα και η φοίτηση στα φροντιστήρια. Και, βέβαια, για τους έχοντες (που, λόγω της κρίσης γίνονται, σήμερα κάθε μέρα λιγότεροι) κανένα πρόβλημα. Αλίμονο όμως στον φτωχό.

Σχεδόν όλοι οι υπουργοί Παιδείας επεδίωξαν να γραφτεί με χρυσά γράμματα το όνομά τους -ως μεταρρυθμιστές- στην ιστορία της εκπαίδευσης. Μέχρι τώρα πάντως, από τη δημιουργία ακόμα του νεοελληνικού κράτους, ελάχιστοι υπουργοί Παιδείας (και είναι δεκάδες οι εγγεγραμμένοι στον επίσημο, τιμητικό πίνακα του υπουργείου και εκατοντάδες οι υφυπουργοί) θα μπορούσαν να μνημονευτούν θετικά, κυρίως για τα σχέδια και τις προσπάθειές τους να εκσυγχρονίσουν το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Δεν τα κατάφεραν όμως, γιατί κάθε επόμενος υπουργός (εκτός από ελάχιστες και πάλι εξαιρέσεις) φρόντιζε, πριν απʼ όλα, να κατεδαφίσει ό,τι έφτιαξε ο προ­ηγούμενος, ακόμη και εάν ανήκε στο ίδιο κόμμα. Έτσι, για παράδειγμα, να θυμίσω τα περίφημα, προοδευτικά εκπαιδευτικά νομοσχέδια του Ευταξία το 1899, που τα καταψήφισαν ακόμη και οι βουλευτές του κόμματός του! Αλλά και τα νομοσχέδια του 1913 ποτέ δεν ψηφίστηκαν και όπως έγραψε ο εισηγητής τους – ο τότε γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας Δημήτριος Γληνός: «Στο πρώτο φύσημα της αντίδρασης
στη Βουλή… μπήκαν στο χρονοντούλαπο».

Αλλά ας αφήσουμε τα παλιά για να έλ­θουμε στο σήμερα. Στην τελευταία επίσκεψή του στο υπουργείο Παιδείας ο πρωθυπου­ργός προανήγγειλε νέες αλλαγές, τονίζοντας ότι «η πραγματική μαθησιακή διαδικασία γίνεται στο σχολείο και όχι στο πάρεργο των φροντιστηρίων. Σε αυτό ακριβώς στοχεύουν όλες οι αλλαγές στις οποίες θα προχωρήσει η κυβέρνηση, στο κέντρο του ενδιαφέροντος των οποίων βρίσκεται η μάθηση και όχι η εξέταση. Η κυβέρνηση σχεδιάζει την αναβάθμιση των δύο τελευταίων τάξεων του λυκείου, ώστε να οδηγηθούμε στην κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση».

Άρα, αναβάθμιση των δύο τελευταίων τάξεων χωρίς εξέταση, επομένως κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων. Μοιάζει πολύ ωραίο για να μην είναι ψεύτικο. Καλλιεργεί προσδοκίες στον φτωχό γονιό, αφήνοντας να εννοηθεί ότι χωρίς φροντιστήρια θα μπορεί και το δικό του παιδί να φοιτήσει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και γιατί όχι. Αλλά όταν υπάρχει κλειστός αριθμός (numerus clausus), ιδιαίτερα σε σχολές μεγάλης ζήτησης, πώς θα γίνει η επιλογή; Χωρίς αδιαμφισβήτητο και αντικειμενικό σύστημα αξιολόγησης, χωρίς τράπεζα θεμάτων, χωρίς ουσιαστική και ανθρωπιστική γνώση; Με τους βαθμούς ενός ακώλυτου απολυτηρίου ή με κλήρωση; Πώς αλλιώς, άλλωστε, μπορεί κάποιος να διαχειρισθεί την εισαγωγή χιλιάδων υποψηφίων σε κάποιες σχολές υψηλής ζήτησης;

Διαβάσαντες, λοιπόν, και μη διαβάσαντες εισελθέτωσαν στον παράδεισο των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων της προτίμησής των! Συνωστισμός, αφού κάποια αζήτητα τμήματα και σχολές θα γίνουν δύο φορές αζήτητα. Και ο φτωχός φοιτητής πλέον, που δεν θα μπορεί να φοιτήσει στα τριτοβάθμια φροντιστήρια, ή θα παραμείνει αιώνιος ή, με χρόνια, με καιρούς, θα αποκτήσει ένα πτυχίο χωρίς αντίκρισμα. Και σίγουρα θα παραμείνει εκτός του νυμφώνος της αγοράς εργασίας, αφού μια θέση στο Δημόσιο -η επιδίωξη όλων των εποχών- μοιάζει ανύπαρκτο όνειρο. Ελλάς, το μεγαλείο σου. Ε­μπρός, λοιπόν, στην αμόρφωτη παιδεία της ήσσονος προσπάθειας από τη μια και της παγκοσμιοποίησης από την άλλη!

ΝΕΣΤΟΡΑΣ

ΥΓ.: Βέβαια, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής σε συνέντευξή του, στις 6-7-2017, προτείνει, σαν να μην εγνώριζε τις σχετικές δηλώσεις του πρω­θυπουργού, ΝΕΟ σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με τέσσερα μαθήματα εξεταζόμενα πανελληνίως, όσα δηλαδή και σήμερα!


Σχολιάστε εδώ