Η περίπτωση της Σουηδίας

Η Σουηδία, χώρα της υψηλής και εκλεκτής τεχνολογίας, στην οποία το κράτος αποτελεί διαχρονικά μεγάλο επενδυτή στην παιδεία, την υγεία και τις τεχνολογικές καινοτομίες. Οι εκτιμήσεις, ακόμη και του ΔΝΤ, για τη μελλοντική πορεία της οικονομίας της χώρας είναι θετικές και εγκωμιαστικές, παρότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης των «κοκκινοπράσινων», Σοσιαλδημοκρατών και Οικολόγων, και ειδικά της σοσιαλδημοκράτισσας υπουργού Οικονομικών Μαγκνταλένα Άντερσον, βρίσκεται σχεδόν στον αντίποδα των προτάσεων οικονομικής πολιτικής του ΔΝΤ και του οικονομικού δόγματος που υπηρετεί. Ίσως να αποτελούν ένα ανταγωνιστικό υπόδειγμα επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής σε σχέση με το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο. Μάλιστα πρόκειται για χώρα που βρίσκεται στην ΕΕ αλλά όχι στην Ευρωζώνη.

Η σουηδική οικονομία παρουσίασε ετήσιο μέσο ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ 3,3% την τελευταία τριετία (2014-2016), έναντι 1,6% αντίστοιχα της Ευρωζώνης. Δηλαδή υπερδιπλάσιο ρυθμό. Η μεγέθυνση αυτή οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης, με ελάχιστη συμμετοχή του εξωτερικού τομέα. Συγκεκριμένα, η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 2,3% (ετήσιος μέσος όρος), η δημόσια κατανάλωση επίσης κατά 2,3%, και ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου κατά 6,1%. Η ιδιωτική κατανάλωση (2015) αποτελεί το 45,1% του ΑΕΠ, η δημόσια κατανάλωση το 26%, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου το 23,6%, οι εξαγωγές το 45,6% και οι εισαγωγές το 40,8%. Στη γερμανική οικονομία, που ανήκει και αυτή ως φιλοσοφία στο κεντροευρωπαϊκό υπόδειγμα, τα αντίστοιχα μεγέθη είναι: Ιδιωτική κατανάλωση 53,9%, δημόσια κατανάλωση 19,2%, ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου 19,9% εξαγωγές 46,8% και εισαγωγές 39,2% του ΑΕΠ (2015). Ενώ στη Γαλλία, με λατινογενή οικονομική λογική, τα αντίστοιχα μεγέθη είναι: Ιδιωτική κατανάλωση 55,1%, δημόσια κατανάλωση 23,9%, ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου 21,5%, εξαγωγές 30% και εισαγωγές 31,4% του ΑΕΠ (2015). Η απλή αυτή σύγκριση, σε πρώτο επίπεδο, δείχνει με αρκετή σαφήνεια τα χαρακτηριστικά της σουηδικής οικονομίας. Περιλαμβάνει, σε περισσότερο ισορροπημένη εκδοχή, χαρακτηριστικά και των δύο μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών: Πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο (μικρότερο πάντως από τη Γερμανία), υψηλή δημόσια κατανάλωση και υψηλό ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου (μεγαλύτερο από τη Γαλλία). Δηλαδή δημιουργεί μια οικονομία η οποία εκμεταλλεύεται κατά τρόπο αποτελεσματικό τόσο τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα. Ως χώρα εξαγωγική, επηρεάζεται άμεσα από τις συγκυρίες της παγκόσμιας οικονομίας αλλά δεν εγκαταλείπει, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών της, τον πυρήνα της πολιτικής της, που είναι το κοινωνικό κράτος, βασικό εργαλείο της κοινωνικής συνοχής και συνεπώς της οικονομικής ανάπτυξης.

Επίσης και τα υπόλοιπα μακροοικονομικά μεγέθη κινούνται σε θετική τροχιά: Το ποσοστό ανεργίας βαίνει μειούμενο (6,9% το 2016), ενώ το ποσοστό των απασχολούμενων μεγαλώνει. (Η Σουηδία έχει και το υψηλότερο ποσοστό απασχόλησης στην ΕΕ, γεγονός που, σύμφωνα με τη Μαγκνταλένα Άντερσον, αποδίδεται στην παροχή γονικών αδειών, που χρηματοδοτούνται από το εισόδημα των φορολογουμένων, και στην υψηλής ποιότητας ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Αυτές οι παροχές επιτρέπουν και στους δύο γονείς να εργαστούν.) Οι αμοιβές των εργαζομένων αυξάνονται (την τριετία 2014-2016 κατά 2,7% ετησίως). Ο πληθωρισμός βρίσκεται κάτω από το 2,0% (2016: 1,4%). Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι πλεονασματικό (2016: + 4,9%). Η ακαθάριστη εθνική αποταμίευση βρίσκεται στο 30,4% (2016), ενώ η αποταμίευση των νοικοκυριών στο 18,5% (2016).

Η απόδοση των δεκαετών κρατικών ομολόγων βρίσκεται στο 0,2% (2016), μειωμένο έναντι του έτους 2015 (0,7%). Το επιτόκιο των πράξεων επαναγοράς της κεντρικής τράπεζας (Riksbank) είναι αρνητικό (-0,5% το 2016). Η ισοτιμία της σουηδικής κορώνας παρέμεινε σταθερή το 2016 σε σχέση με το ευρώ, αλλά το γεγονός ότι η συναλλαγματική πολιτική βρίσκεται στα χέρια της κεντρικής τράπεζας λειτουργεί διευκολυντικά στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις ανέρχονται σε 19,6 δισ. δολάρια (εισροές το 2016) και σε 22,9 δισ. δολάρια (εκροές 2016), σύμφωνα με τα στοιχεία της UNCTAD. Η Σουηδία δέχεται μεγάλες εισροές ΑΞΕ, παρά την υψηλή φορολογία, δείχνοντας ότι η τελευταία δεν αποτελεί εμπόδιο στην προσέλκυση επενδύσεων, όπως διατείνεται η νεοφιλελεύθερη άποψη κυρίως στη χώρα μας. Θετικά είναι και τα δημοσιονομικά μεγέθη.

Το δημόσιο χρέος ανέρχεται στο 41,6% (2016).To γενικό δημοσιονομικό έλλειμμα το 2016 θα είναι -0,2% του ΑΕΠ, χωρίς τους αποκρουστικούς περιορισμούς της Ευρωζώνης. Τα δημόσια έσοδα και οι δαπάνες ανέρχονται στο 49,0% του ΑΕΠ, σηματοδοτώντας εντελώς διαφορετική φιλοσοφία από αυτή του ΔΝΤ, το οποίο συνεχώς απαιτεί πολύ χαμηλότερα ποσοστά στο ΑΕΠ των δημοσίων δαπανών και εσόδων. Σε αντίθεση με τη δραστική περικοπή φόρων, που προωθεί το νέο σχέδιο φορολογικής μεταρρύθμισης του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, η Σουηδία ακολουθεί εντελώς διαφορετική οικονομική πολιτική, η οποία έχει συμβάλει στην περαιτέρω ενίσχυση της οικονομίας της χώρας τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ, το συνολικό φορολογικό βάρος της Σουηδίας αντιστοιχεί στο 43% του ΑΕΠ, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στις ΗΠΑ ανέρχεται στο 26%. Σε αυτό το περιβάλλον, η Μαγκνταλένα Άντερσον ανακοίνωσε νέες αυξήσεις φόρων και νέες δαπάνες, για δύο λόγους: Πρώτον, για την εγγυημένη παρουσία του Δημοσίου στην παιδεία, στην υψηλή τεχνολογία και έρευνα, και, δεύτερον, με στόχο το 2020 η Σουηδία να είναι η χώρα με το μικρότερο ποσοστό ανεργίας στον πλανήτη.

Η Μαγκνταλένα Άντερσον έχει προωθήσει πολιτικές που στοχεύουν στην αύξηση των φόρων, με στόχο την ενίσχυση του κράτους πρόνοιας ήδη από την αρχή της θητείας της στο υπουργείο Οικονομικών. Με αυτόν τον τρόπο, η σουηδική οικονομία εμφάνισε το προηγούμενο έτος ρυθμό ανάπτυξης περίπου στο 4%, μετατρέποντας τα ελλείμματά της σε πλεονάσματα. «Σε περίοδο παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, κατά τη διάρκεια της οποίας η άνοδος των ακραίων κομμάτων εντείνεται στις χώρες του δυτικού κόσμου, το μοντέλο της σουηδικής οικονομίας ίσως αποτελεί παράδειγμα για την οικονομική πολιτική όσον αφορά τη λειτουργία του φορολογικού συστήματος», διατείνεται η Μαγκνταλένα. Άντερσον. Η υπουργός Οικονομικών της Σουηδίας πιστεύει ότι «η επιτυχία βασίζεται σε τρία πράγματα: Στις θέσεις εργασίας, στο κράτος πρόνοιας και στην αναδιανομή του πλούτου». Η Μαγκνταλένα Άντερσον, η οποία εκτιμά ότι η υγεία και η παιδεία αποτελούν πυλώνες για την ενίσχυση της οικονομίας, ανεξάρτητα από το ύψος των οικονομικών απολαβών καθενός, δίνει έμφαση στην ίση αναδιανομή του πλούτου ως μέσο περιορισμού της ισχύος των ακραίων κινημάτων.


Σχολιάστε εδώ