22α Μαΐου – 15η Ιουνίου: Μια ορατή τομή
Χαρακτηρίζουμε ως αφορμή τα δύο αυτά Eurogroup, με την έννοια ότι σημαντικές ανακατατάξεις και επιμέρους αλλαγές συσχετισμών συμπυκνώθηκαν και εκφράσθηκαν κατά την κρίσιμη αυτή περίοδο μέσα από τις διαδικασίες αυτές.
Δύο είναι τα βασικά συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από τη συμφωνία της 15ης Ιουνίου:
– Κατά πρώτον, διαπιστώνεται μια σαφής και προϊούσα απονομιμοποίηση του «συστήματος» Σόιμπλε και της γερμανικής απολυταρχικής εξουσίας. Το καταστροφικό δίδυμο νεοφιλελεύθερη λιτότητα / γερμανική κυριαρχία αμφισβητείται σταδιακά, με τη Γαλλία να αναζητεί μέσω της αποδυνάμωσης του διπόλου αυτού έναν νέο ρόλο στην Ευρώπη, ενώ διαμορφώνονται δειλά ευρύτερες κοινωνικοπολιτικές συνεργασίες τόσο σε εθνικό – κρατικό όσο και σε κομματικό – κοινωνικό επίπεδο, οι οποίες επιδιώκουν μια νέα κοινωνική και προοδευτική ατζέντα για την Ευρώπη.
Προσοχή: Αυτό δεν σημαίνει ότι αποδυναμώθηκε η γερμανική εξουσιαστική δομή. Όμως σήμερα η γερμανική ελίτ είναι υποχρεωμένη να διαπραγματευθεί προκειμένου να διατηρήσει το μεγαλύτερο μέρος των προνομίων και της ισχύος της, οικονομικής και πολιτικής.
– Κατά δεύτερον, μπορούμε να επισημάνουμε ότι τα ακραία όρια των εκβιασμών, των απειλών, των στυγνών διλημμάτων, που αποτέλεσαν τη στρατηγική Σόιμπλε σʼ ολόκληρη σχεδόν τη μνημονιακή περίοδο -με πρωτοφανείς και ανέντιμες μάλιστα μεθοδεύσεις από το 2015 μέχρι σήμερα-, εξαντλήθηκαν στο Eurogroup της 22ας Μαΐου, όταν η πρόταση Σόιμπλε, με κομιστή τον αχυράνθρωπό του Ντάισελμπλουμ, απερρίφθη μετʼ επαίνων όχι μόνο από την ελληνική πλευρά αλλά και από μια σειρά ισχυρών χωρών όπως η Γαλλία και η Ιταλία.
Μια σαφής τομή
Τι σημαίνει αυτό για τη χώρα μας; Σημαίνει ότι ο ανοικτός εκβιασμός του Grexit, που βρισκόταν πάντα ενεργός στην ατζέντα του Σόιμπλε, απομακρύνεται οριστικά. Η συμφωνία της 15ης Ιουνίου, μια συμφωνία με κυρίαρχα τα πολιτικά χαρακτηριστικά, αποτελεί έναν διακριτό αναβαθμό, ένα πλατύσκαλο, που αφήνει πίσω του το τιμωρητικό καθεστώς και τα ανοικτά πραξικοπήματα του «συστήματος» Σόιμπλε, ενώ ταυτόχρονα διαμορφώνει σημαντικές και σοβαρές προϋποθέσεις για την έξοδο από τα Μνημόνια, για μια πορεία παραγωγικής ανασυγκρότησης και βελτίωσης της ζωής των πολιτών.
Ασφαλώς και δεν τρέφουμε αυταπάτες. Ο συμβιβασμός της 15ης Ιουνίου ενσωματώνει και ένα τμήμα των εκβιασμών και των παράλογων απαιτήσεων του «συστήματος» Σόιμπλε. Τα υψηλά πλεονάσματα της τάξεως του 3,5%, που διατηρούνται μέχρι το 2022, η παρεμπόδιση της χώρας μας να ενταχθεί στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, η εμμονική του στάση ώστε να μη συγκεκριμενοποιηθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος (απαίτηση που ακυρώθηκε σε μεγάλο βαθμό από την καθιέρωση ρήτρας μεταξύ ΑΕΠ και αποπληρωμής του χρέους) αποτυπώθηκαν στη συμφωνία της 15ης Ιουνίου. Με μια όμως σημαντική παράμετρο, την παράμετρο του χρόνου, που περιορίζει αντικειμενικά την εμβέλεια των απαιτήσεων του Β. Σόιμπλε.
Αυτή η κρίσιμη παράμετρος συνδέεται ευθέως με τις γερμανικές εκλογές. Ασφαλώς, η συγκρότηση της νέας γερμανικής κυβέρνησης, οι συμμαχίες και οι προγραμματικές δεσμεύσεις που θα συναφθούν σε κυβερνητικό επίπεδο αφήνουν πολλά ενδεχόμενα ανοικτά.
Όμως είναι εφικτές τόσο η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης όσο και η εξειδίκευση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος μέχρι το τέλος του 2017. Στην προοπτική αυτή μπορούν να συμβάλλουν τόσο μια θετική πορεία του ΑΕΠ και των μακροοικονομικών δεικτών (δυστυχώς η πολιτική εξακολουθεί να εξαρτάται από τους δείκτες αυτούς) όσο και ένα γενικότερο ευνοϊκό οικονομικό – ψυχολογικό κλίμα, που συνδέεται τόσο με την εκκίνηση ενός συντεταγμένου αναπτυξιακού προγράμματος όσο και με τη συγκεκριμενοποίηση παραγωγικών επενδύσεων που θα ωθήσουν την παραγωγική ανάπτυξη και θα μειώσουν το ποσοστό της ανεργίας.
Πολιτική αυτονομία – πολιτικός χρόνος
Με τη συμφωνία της 15ης Ιουνίου διαμορφώνονται αντικειμενικά οι προϋποθέσεις ώστε να μπορέσει η κυβέρνηση να αποκτήσει κάποια περιθώρια πολιτικής αυτονομίας και να αξιοποιήσει δημιουργικά τον πολιτικό χρόνο. Ίσως αυτό το γεγονός -που υπάρχει πίσω από τις γραμμές και τους αλγόριθμους της συμφωνίας- να συνιστά και το βασικό πλεονέκτημα για την κυβέρνηση.
Για να κατανοήσουμε τη σημασία του γεγονότος αυτού θα πρέπει να αναλογισθούμε ότι από τον Ιανουάριο του 2015 μέχρι σήμερα η κυβέρνηση και η χώρα τελούσαν υπό το καθεστώς ενός ανοικτού εκβιασμού, απειλών, πραξικοπημάτων. Η εμφανής πατρωνία και ο ανοίκειος έλεγχος των δανειστών πάνω σε κάθε δημόσια – κρατική δραστηριότητα, πάνω σε κάθε πτυχή της κοινωνικής και οικονομικής ζωής των πολιτών, πάνω στις ίδιες τις αντιλήψεις και τις σκέψεις μας (αφού μας ζητούν να δηλώσουμε πίστη και αφοσίωση στο ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο των Μνημονίων) δεν άφηναν σοβαρά περιθώρια στην κυβέρνηση να ασκήσει το έργο της. Ο πολιτικός και διαχειριστικός χρόνος καταναλώθηκε από τη μια διαπραγμάτευση στην άλλη, από τη μια αξιολόγηση στην άλλη. Και ακόμα δεν έχουμε τελειώσει…
Και μέσα στο ασφυκτικό αυτό πλαίσιο υπάρχει μια κοινωνία που ελπίζει και απογοητεύεται, που αγωνίζεται και οπισθοχωρεί μέσα σʼ ένα καθεστώς ανασφάλειας και αβεβαιότητας, το οποίο επέτειναν οι προπαγανδιστικοί – συστημικοί μηχανισμοί των ΜΜΕ, που εξακολουθούν και σήμερα απτόητοι να υπηρετούν ανενδοίαστα τα ξένα και εγχώρια αφεντικά τους.
Κοινωνία στο όριο
Ο πολιτικός χρόνος που διαθέτει η κυβέρνηση μέχρι τον Αύγουστο του 2018, τα έστω και περιορισμένα όρια αυτονομίας που της παρέχονται θα πρέπει να αξιοποιηθούν συντονισμένα και δημιουργικά.
Πέραν όμως του αναγκαίου πολιτικού χρόνου υπάρχει μια μεγάλη κοινωνική-ταξική πλειοψηφία που εξαντλεί, εάν δεν έχει ήδη εξαντλήσει, τα όρια και τις ανοχές της. Η κοινωνική αυτή πλειοψηφία δεν έχει άλλα περιθώρια. Δεν υπάρχει κοινωνικός χρόνος διαθέσιμος, ικανός ώστε η κοινωνία να μπορεί να αναμείνει επί μακρόν τη βελτίωση της καθημερινής ζωής ως αποτέλεσμα της προόδου των μακροοικονομικών δεικτών ή των επενδυτικών προγραμμάτων που μπορεί να ενεργοποιηθούν κατά το επόμενο διάστημα.
Απαιτείται γιʼ αυτό άμεση παρέμβαση στους θεσμούς του κοινωνικού κράτους, στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Και ταυτόχρονα είναι αναγκαία η άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας και της παραγωγικής δραστηριότητας από τα κάτω μέσα από τα προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης που θα αξιοποιήσουν αργούσες σήμερα παραγωγικές δυνατότητες και δραστηριότητες.
Το θετικό κοινωνικό και οικονομικό κλίμα δεν μπορεί να λειτουργήσει μόνο εκ των άνω, εάν δεν συνδεθεί και δεν συνδυασθεί με την προοπτική και τη βελτίωση που μπορεί να προκύψει σε επίπεδο μικροκοινωνίας και καθημερινής ζωής. Κι αυτή η επιλογή, αυτή η στόχευση είναι καθαρώς πολιτική και απαιτεί συντονισμό, έμπνευση, ενεργοποίηση της ίδιας της κοινωνίας.
Το «Eurogroup εσωτερικού»
Για όσους δεν το κατάλαβαν ή αρνούνται εμμόνως να το παραδεχθούν, το Eurogroup της 15ης Ιουνίου δεν αποτέλεσε μια απλή ρουτεριέρικη προέκταση του Eurogroup της 22ας Μαΐου. Η απόρριψη των προτάσεων του «καθεστώτος» Σόιμπλε και η υιοθέτηση στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου πολιτικών όρων και προϋποθέσεων που έχουν ως στόχο την έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια αποτελεί μια τομή όχι μόνο για τη χώρα μας αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Είναι ένας συμβιβασμός που μετατοπίζει το κέντρο βάρους από τον αποκλειστικό στόχο της λιτότητας στον κωδικό της ανάπτυξης, απόρροια ενός νέου συσχετισμού δυνάμεων που διαμορφώνεται βήμα προς βήμα.
Βεβαίως, για την αντιπολίτευση, με επικεφαλής το οργανικό δίδυμο ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, που αποτελούν άτυπα μεν αλλά ουσιαστικά -μαζί με τα διαπλεκόμενα συμφέροντα- το «Eurogroup εσωτερικού», ο πολιτικός χρόνος σταμάτησε στις 22 Μαΐου του 2017. Η πολιτική τους στρατηγική, έχοντας υιοθετήσει πλήρως τις πλέον ακραίες αντιλήψεις και επιλογές του «καθεστώτος» Σόιμπλε και του ΔΝΤ, εξεμέτρησε το ζην την ημέρα αυτή, την οποία ανέμεναν με υψηλές προσδοκίες, πιστεύοντας ότι θα σηματοδοτούσε το τέλος της κυβέρνησης.
Τώρα που το ψευδεπίγραφο αίτημα περί εκλογών αυτοακυρώνεται, απομένει η ολομέτωπη επίθεση περί παντός επιστητού κατά της κυβέρνησης, μια επίθεση διανθισμένη με ψευδολογίες, βαρείς χαρακτηρισμούς, προσβλητικές εκφράσεις, με πρωταγωνιστή, δυστυχώς, την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ δεν ήταν τυχαία. Της κοινωνικής και εκλογικής του συρρίκνωσης προηγήθηκε η ηθική, πολιτική και πνευματική έκπτωση της ηγετικής του ομάδας, διαδικασία που εξακολουθεί να αναπαράγεται στις ημέρες μας.