Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΤΥΜΒΩΡΥΧΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΕΙΤΑΙ ΩΣ ΚΑΙ Ο ΗΧΟΣ
Στήν χώρα τής καταπακτής
ο ήχος μάς κοστίζει
τό ξέρει κι ο γιδοβοσκός
πού παύει νά σφυρίζει.
•••
Παύουνε καί τά πρόβατα
τά έρμα νά γρυλίζουν
μέσα στό άχαρο μαντρί
πού οι φόροι τό μαστίζουν.
•••
Μονάχα πίκρα, μοναξιά
καί κάτι φορομπήχτες
κάνουν τήν μέρα κόλαση
καί άβυσσο τίς νύχτες.
•••
Τά δέντρα κλείνουν άχαρα
ευλαβικά τούς κλάδους
καθότι εποπτεύονται
απʼ τούς παρέκει κάδους
•••
κάτι σκουπίδια σιχασιάς
πού θέλουν νά κλαδέψουν
τά ήρεμα δεντρόφυτα
καί νά τά σακατέψουν.
•••
Φορούν στά μάτια ύαλους
διά νά αλλοιώσουν
τίς σιχαμένες φάτσες τους
τά μπουγιουρντί
πρίν δώσουν.
•••
Η φύση ερημώνεται
σιγά-σιγά μέ τρόπο
στόν ρημαγμένο συνεχώς
καταραμένο τόπο.
•••
Η μοίρα τού γιδοβοσκού
φτάνει στήν πολιτεία
τήν σφύζουσα από βρωμιά
καί πλήρη αλητεία.
•••
Στούς θρόνους τούς
ιογενείς
οι πρίγκιπες γιορτάζουν
πίνοντας αίμα καί ρακί
καί ώς γεράκια κράζουν.
•••
Ίσως νά είναι απάτριδες
έξ άλλης συνοικίας
παίδες ανέραστοι, θολοί
παίδες τής μαλακίας.
•••
Είναι ευτυχία διʼ ημάς
πού ζούμε σέ άλλη χώρα
εδώ δέν έχουμε μαντριά
μόνʼ τήν κακιά μας ώρα.
•••
Αλλού φαλίρισε η Συγγρού
δότης τής εφορίας
αυτή είναι η δήλωση
τής άρχουσας Κυρίας.
{…}
Έχω τήν τρέλα μου Δεξιά
κι Αριστερά τόν Χάρο.
Ω! Χώρα μου, απένταρος
σέ λίγο θά φουντάρω.
•••
Εκεί στά βάθη τού πνιγμού
καί τών Αντικυθήρων
ίσως νά βρω τήν μηχανή
τήν άλλην τών απείρων.
•••
Γιά νά μετρήσω ουρανούς
όπου θά κατοικήσω
καί φεύγοντας ειρωνικώς
οπίσω μου νά φτύσω.
•••
Αφήνω Βουλευτήρια
καθίσματα καί θρόνους
νά τά χαρούν οι άξιοι
πού λέμε «γενοκτόνους»
•••
Από τό Άστρο τής νυκτός
τήν λέγουσα Σελήνη
έργα θά βλέπω καί σφαγές
μέ εκτελεστές τά ΚΤΗΝΗ.
………………………
…………..
……………………………
……..
Ο άνθρωπος ημπορεί
νά ζήσει
καιρό μή τρώγοντας
καί πίνοντας.
Όμως ελάχιστα
λεπτά χωρίς νά αναπνέει.
Τότε επαναστατεί
καί ξεπαστρεύει.