Επιτακτική η ανάγκη για αλλαγή στρατηγικής στο Κυπριακό

Προφανής στόχος του η επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών, με αναστολή από την Κυπριακή κυβέρνηση των προγραμματισμένων γεωτρήσεων. Σιωπηρή αποδοχή, με άλλα λόγια, των Τουρκικών ισχυρισμών περί «συνιδιοκτησίας» του Κυπριακού φυσικού αερίου και των τουρκικών αμφισβητήσεων για την Κυπριακή ΑΟΖ. Η Άγκυρα δεν διεκδικεί μόνο «ισότιμο» ρόλο για τους Τουρκοκυπρίους, με βάση τη γνωστή θέση των δύο «ισοτίμων μερών» στην Κύπρο. Διεκδικεί επίσης ένα πολύ μεγάλο μέρος της Κυπριακής ΑΟΖ, στα δυτικά αλλά και στα ανατολικά, ως δήθεν Τουρκική ΑΟΖ, προβάλλοντας τις γνωστές θεωρίες της ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Ο Έσπεν Μπαρθ Άιντα, λειτουργώντας κυριολεκτικά ως προαγωγός των Τουρκικών θέσεων, ασκεί πιέσεις για τη σύγκληση μιας δεύτερης Πενταμερούς Διασκέψεως στη Γενεύη, χωρίς οποιαδήποτε προϋπόθεση για το τι θα προταχθεί και θα συζητηθεί εκεί. Επιδιώκει, στην πραγματικότητα, αξιοποιώντας και τις Τουρκικές απειλές για το φυσικό αέριο, να σύρει την Ελληνική πλευρά σε μια νέα Γενεύη, υπολογίζοντας πάλι σε ελληνικές παραχωρήσεις, με τη βοήθεια διεθνών πιέσεων.

Η αρπαγή του Κυπριακού φυσικού αερίου, μέσα από μια Τουρκικών προδιαγραφών «λύση» του Κυπριακού, είναι ο νέος στρατηγικός στόχος της Άγκυρας. Το 2004, όταν ετέθη το Σχέδιο Ανάν, δεν υπήρχε θέμα φυσικού αερίου. Τα ενεργειακά κοιτάσματα ανεκαλύφθησαν μετά με την προώθηση της Κυπριακής ΑΟΖ και των ερευνών για φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Οι Τουρκικοί στρατηγικοί στόχοι διευρύνθηκαν από τότε για να περιλάβουν και την ενεργειακή διάσταση που απέκτησε εν τω μεταξύ η Κύπρος, με τον εντοπισμό πολύ σημαντικών ενεργειακών κοιτασμάτων και τη λογική προσδοκία ανακαλύψεως πολύ μεγαλύτερων.

Η αφελής απορία πως είναι δυνατόν η Τουρκική πλευρά, που εξακολουθεί να κατέχει, στο όνομα των Τουρκοκυπρίων, τη βόρεια Κύπρο, μπορεί να προβάλλει ταυτοχρόνως και αξιώσεις στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου, είναι μέρος ενός θεάτρου του παραλόγου που παίζεται στην Κύπρο, με ευθύνη των ηγεσιών των δύο κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ και του σημερινού Προέδρου της Κύπρου Νίκου Αναστασιάδη.

Προεξάρχουσα ευθύνη για την προβολή του ιδεολογήματος «της προσεγγίσεως με τους Τουρκοκυπρίους», ως καθοριστικής βάσεως για τη «λύση» του Κυπριακού, έχει το ΑΚΕΛ, το οποίο κατέστησε από χρόνια ιδεολογική σημαία την πολιτική αυτή. Οι Τουρκοκύπριοι όμως, με τους οποίους συνομιλεί η Ελληνική πλευρά, δεν είναι άλλοι από αυτούς που ταυτίζονται με το ψευδοκράτος και την Τουρκική κατοχή. Προφανώς, υπάρχει μια μικρή μειοψηφία Τουρκοκυπρίων, η οποία δεν είναι καθόλου ικανοποιημένη από τη σημερινή κατάσταση και θα ήθελε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μια αποδεκτή και για τους Ελληνοκυπρίους λύση του Κυπριακού. Η μειοψηφία όμως αυτή είναι πολύ μικρή και ανήμπορη. Ο έλεγχος από την Άγκυρα είναι ασφυκτικός. Οι έποικοι είναι ήδη πλειοψηφία έναντι των Τουρκοκυπρίων. Η Άγκυρα προωθεί επίσης συστηματικά τον έλεγχο της κατεχόμενης Κύπρου, με αγωγό μεταφοράς νερού από την Τουρκία, τον οποίο έχει ολοκληρώσει, με ηλεκτρική διασύνδεση, την οποία προωθεί, με καίριες επενδύσεις στον τουρισμό και σε άλλους τομείς.

Το ιδεολόγημα της «προσεγγίσεως με τους Τουρκοκυπρίους», το οποίο ενστερνίσθηκε, στη συνέχεια και το ΔΗΣΥ, του Προέδρου Αναστασιάδη άνοιξε την πόρτα για την προβολή του Κυπριακού ως διακοινοτικής διαμάχης και για σειρά παραχωρήσεων προς τους Τουρκοκυπρίους, με στόχο να καταδειχθούν τα οφέλη που θα έχουν οι Τουρκοκύπριοι από μια «λύση» του Κυπριακού και από μια «ενωμένη» Κύπρο, ενταγμένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πολιτική όμως αυτή κατέληξε σε μπούμερανγκ για την Ελληνική πλευρά. Οι Τουρκοκύπριοι δεν χρειάζεται να περιμένουν τη «λύση» για να επωφεληθούν, π.χ., από το Ευρωπαϊκό διαβατήριο και την ιδιότητα του Ευρωπαίου πολίτη. Τους παραχωρείται απλόχερα από την Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς κανέναν όρο και καμιά προϋπόθεση, την ίδια στιγμή που στηρίζουν το ψευδοκράτος και την Τουρκική κατοχή. Η αποθέωση αυτού του παραλογισμού ήταν η προσφορά μεριδίου στους Τουρκοκυπρίους από το φυσικό αέριο, «ακόμη και πριν τη λύση», από τον πρώην Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια.

Η επένδυση στην πολιτική αυτή αποπροσανατόλισε γενικότερα τη στρατηγική της Ελληνικής πλευράς στο Κυπριακό προς τον κατευνασμό, τις συνεχείς υποχωρήσεις και τον ενδοτισμό. Η διολίσθηση των θέσεων της Ελληνικής πλευράς έφθασε στο σημείο ταυτίσεως με βασικές Τουρκικές θέσεις, όπως η περιβόητη «διζωνική ομοσπονδία, με πολιτική ισότητα».

Η Τουρκική πλευρά όχι μόνο δεν προέβη στην παραμικρή υποχώρηση από τις θέσεις της, αλλά, αντιθέτως, διηύρυνε τις διεκδικήσεις της απαιτώντας, π.χ., την εφαρμογή των τεσσάρων Ευρωπαϊκών ελευθεριών υπέρ των Τούρκων υπηκόων στην Κύπρο και στοχοποιώντας το φυσικό αέριο της Κύπρου.

Στη σημερινή συγκυρία, η Άγκυρα επιδιώκει να αποσπάσει από τα χέρια της Κύπρου και το στρατηγικό χαρτί του φυσικού αερίου, με το οποίο φιλοδοξεί να μπει στο μεγάλο ενεργειακό παιχνίδι της Ανατολικής Μεσογείου. Η Ελληνική πλευρά δεν έχει κανέναν λόγο να εξακολουθεί να επενδύει στη σημερινή χρεοκοπημένη πολιτική, που έχει φέρει το ψευδοκράτος στα πρόθυρα διεθνούς αναγνωρίσεως. Θα πρέπει να επανέλθει, το ταχύτερο δυνατόν, σε μια στρατηγική αγώνα κατά της Τουρκικής κατοχής, που είναι η ουσία του Κυπριακού, και να διαφυλάξει την Κυπριακή Δημοκρατία, ενισχύοντας παραλλήλως τις στρατηγικές συμμαχίες της στην περιοχή.

Ο χειρότερος εχθρός της Κύπρου θα μπορούσε να αποδειχθεί η ίδια η δική της αυτοκαταστροφική πολιτική.


Σχολιάστε εδώ