Μια γεύση από ανατολίτικο παζάρι και εκβιαστικές πρακτικές

Στα καταστήματα η εικόνα είναι κάπως διαφορετική, αλλά τα παζάρια παζάρια. Συνήθως την πληρώνουν οι αδαείς περί των ανατολικών ηθών ή όσοι δεν αντέχουν τα παζαρέματα. Το ανατολίτικο παζάρι δεν ισχύει μόνο για το εμπόριο αλλά αφορά και τη διεθνή πολιτική. Κυρίως εκφράζεται σε υψηλές απαιτήσεις μιας χώρας έναντι άλλης ή άλλων, ώστε διά των διαπραγματεύσεων να επιτύχει τους βασικούς στόχους. Πολλές φορές οι απαιτήσεις παίρνουν τη μορφή του εκβιασμού, όταν εκτιμάται ότι η άλλη πλευρά έχει αδύνατα σημεία ή δείχνει σημάδια ενδοτικότητας. Η τουρκική εξωτερική πολιτική φημίζεται για τακτικές και πρακτικές που θυμίζουν ανατολίτικο παζάρι, και μάλιστα σε βάθος χρόνου. Πλέον πρόσφατο παράδειγμα οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ για το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό, ένα θέμα στο οποίο η συνεργασία -ως υποψήφια προς ένταξη χώρα- θα ήταν αυτονόητη.

Η Άγκυρα, ωστόσο, απαίτησε όχι μόνο υψηλή οικονομική ενίσχυση αλλά και άρση της χορήγησης θεωρήσεων για τούρκους υπηκόους που θα ήθελαν να ταξιδέψουν σε χώρες της Ένωσης. Το πρώτο σκέλος ικανοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό. Το δεύτερο σκέλος, παρά τις φραστικές απειλές του τούρκου Προέδρου, παραμένει ανενεργό. Υπάρχουν ομοιότητες στη συμπεριφορά των δανειστών έναντι της Ελλάδας, με τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις για το χρέος, τις αξιολογήσεις, την υπογραφή των Μνημονίων, κ.ά., με τακτικές ανατολίτικων παζαριών; Υπάρχει, κατʼ αρχάς, η αναγκαιότητα να διευκρινισθεί ο σκοπός των Μνημονίων που μία ή περισσότερες χώρες-μέλη έχουν υπογράψει με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Τα Μνημόνια βασικά είναι συμφωνίες με τους δανειστές, κυρίως με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), επινοήθηκαν δε για να βοηθηθούν οι χώρες-μέλη που βρίσκονται σε οικονομική κρίση, ώστε να εξέλθουν από αυτή, να αποφευχθεί η χρεοκοπία και ασφαλώς οι επιπτώσεις στις άλλες χώρες-μέλη. Βέβαια τα Μνημόνια προβλέπουν σειρά μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας, όπως και μέτρα εκσυγχρονισμού και μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με εσωτερικές παθογένειες της συμβαλλόμενης χώρας.

Ο σκοπός των Μνημονίων είναι κατά συνέπεια ευεργετικός και επιβοηθητικός. Εξυπακούεται ότι οι δανειστές επιθυμούν την επιστροφή των χρημάτων τους, εξ ου και τα Μνημόνια περιέχουν πρόνοιες προς αυτήν την κατεύθυνση. Βασικός χρηματοδότης του ESM είναι η Γερμανία, οπότε είναι κατανοητός ο βαρύνων λόγος του Βερολίνου στις σχετικές διαπραγματεύσεις.

Εκτός των θεσμικών κοινοτικών δανειστών, σημαίνουσα είναι και η συμμετοχή του ΔΝΤ, ενός διεθνούς οργανισμού που δεν χαίρει ιδιαίτερα καλής φήμης, λόγω των υπερσυντηρητικών οικονομικών μέτρων που επιβάλλει στις δανειζόμενες χώρες. Εξυπηρετείται, όμως, ο βασικός σκοπός στον οποίο αποβλέπουν τα Μνημόνια, δηλαδή η σωτηρία της συμβαλλόμενης χώρας, εν προκειμένω της Ελλάδος, ή μήπως από τη μέχρι τούδε αποκτηθείσα εμπειρία οδηγούμεθα σε αντίθετη κατεύθυνση; Και τι σημαίνει η σημειωθείσα διάσταση μεταξύ Eurogroup -δηλαδή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε- και ΔΝΤ, την περασμένη Δευτέρα 22 Μαΐου, στις Βρυξέλλες; Οι συνομιλίες απέβλεπαν, βασικά, σε τρία πράγματα: α) Στην επικύρωση της δεύτερης διαπραγμάτευσης. β) Στη χορήγηση της πιστωτικής δομής. γ) Στην αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους. Η διάσταση ΔΝΤ – Σόιμπλε δεν ήταν εικονική αλλά ουσιαστική.

Το ΔΝΤ ήθελε τη λήψη άμεσων αποφάσεων για την ελάφρυνση του χρέους, ενώ αντίθετες ήταν και οι προσεγγίσεις στο θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος. Αρωγός του ΔΝΤ ήταν και η Αμερικανική Γερουσία, την οποία απασχόλησε ιδιαίτερα η εμπλοκή του ΔΝΤ και η συμμετοχή του στην αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους. Τα πάντα παραπέμφθηκαν στη συνάντηση του Eurogroup του Ιουνίου, που ημερολογιακά θυμίζει εκβιαστικές τακτικές του παρελθόντος, στη λογική του take it or leave it, δηλαδή ή δέχεσαι ή τίθεσαι εκτός ευρώ ή χρεοκοπείς.

Ορθώς ο έλληνας υπουργός Οικονομικών δεν αποδέχθηκε ενδιάμεσες λύσεις, που αφορούσαν μόνο τη λήψη της δόσης, και άφησε το θέμα του χρέους να αποτελέσει αντικείμενο νέας διαπραγμάτευσης και πιθανόν νέου Μνημονίου. Αν κάποιος θελήσει να κρίνει, με τη μεγαλύτερη δυνατή διάθεση αντικειμενικότητας, τη στάση και συμπεριφορά των δανειστών ή «θεσμών» έναντι της Ελλάδος, δεν θα δυσκολευόταν να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εν γένει τακτική τους δεν διαφέρει και πολύ από ένα ανατολίτικου τύπου, εκβιαστικό παζάρι. Οι στόχοι τους όμως πρέπει να διερευνηθούν. Τι ακριβώς επιδιώκουν; Θέλουν την Ελλάδα εκτός ευρώ (σχολή Σόιμπλε), τη φτωχοποίησή της σε επίπεδα βαλκανικών χωρών (σχολή Τόμσεν) ή απλώς να καταστεί η Ελλάδα μια αποικία χρέους, με εκχώρηση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της και εκποίηση του εθνικού πλούτου; Μπορεί να μην ισχύει τίποτα από όλα αυτά ή και τα τρία μαζί. Συμμερίζομαι πλήρως τις αυστηρές κριτικές που άσκησε, μετά τη αδυναμία κατάληξης σε συμφωνία Eurogroup – ΔΝΤ, έλληνας ευρωβουλευτής και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά της ΕΕ και της πολιτικής Σόιμπλε.

Γιατί αν δεν νοσούσε η ΕΕ, δύσκολα θα είχε αναδειχθεί η παντοδυναμία του Βερολίνου. Αυτό το πραγματικό γεγονός πρέπει να εκμεταλλευθεί η ελληνική διπλωματία, τουλάχιστον στα πλαίσια της νεοϊδρυθείσης ομάδας των χωρών του Μεσογειακού Νότου. Αν η Ελλάδα ήταν μια απομονωμένη γεωπολιτικά χώρα, οι επιλογές θα ήταν αρκετά εύκολες, όπως, π.χ., αποχώρηση από το ευρώ, άρνηση πληρωμής των χρεών και άλλες συναφείς συμπεριφορές, όχι άγνωστες στη διεθνή πρακτική. Όμως η Ελλάδα είναι μια χώρα που βρίσκεται σε πολύ ευπαθή γεωπολιτικά χώρο και παράλληλα αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις που αφορούν ευαίσθητα εθνικά θέματα. Αυτό δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ουδενός και ιδιαίτερα όσων προτείνουν εύκολες και αστόχαστες λύσεις.

Στο πνεύμα των παραπάνω, δύσκολα κατανοεί κανείς τις θέσεις σύσσωμης σχεδόν της αντιπολίτευσης, που βρίσκει όλες τις κινήσεις της κυβέρνησης λανθασμένες, παραβλέποντας τις παράλογες απαιτήσεις των δανειστών και τις δίκαιες αντιδράσεις της κοινής γνώμης και ιδιαίτερα εκείνων που υφίστανται τις συνέπειες των επαχθών μέτρων. Δύσκολα, επίσης, γίνεται κατανοητή και η αισιοδοξία της κυβέρνησης για σύντομη έξοδο στις αγορές και από την κρίση καθώς και η έλλειψη ειλικρινούς ενημέρωσης των πολιτών όσον αφορά την πραγματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα.

Η λύση, ασφαλώς, είναι η ανάπτυξη. Ας μην αναμένουμε όμως ότι θα μας υποδειχθεί και το πώς θα φτάσουμε σε αυτή.

Πρέπει εμείς οι ίδιοι να επινοήσουμε τους τρόπους. Απαραίτητη και η εθνική σύμπνοια, που προς το παρόν δεν υπάρχει.


Σχολιάστε εδώ