Ο υποκριτικός και ψευδεπίγραφος «πολιτικός λόγος»

Σε μια (τυπική κατά τα άλλα) συνεδρίαση, μείζονος σημασίας θέματα -όπως η παραμονή ή όχι του ΔΝΤ στην Ευρώπη αλλά και η τύχη μιας χώρας της Ευρωζώνης- αποτελούν διακύβευμα εκβιασμών και συναλλαγών… Ίσως στο τέλος μάλιστα (κατά την ευνοϊκότερη εκδοχή) να επιτευχθεί και ένας συμβιβασμός μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου, ώστε να μην υπάρξουν επικίνδυνες εκκρεμότητες μέχρι τις γερμανικές εκλογές και διαταραχθούν οι κομματικές ισορροπίες που διασφαλίζουν την κυριαρχία των συμφερόντων που εκπροσωπεί σήμερα το «σύστημα» Σόιμπλε…

Τι σημαίνει όμως συμβιβασμός; Σημαίνει ότι η κάθε πλευρά, το ΔΝΤ και Βερολίνο, διατηρεί σʼ έναν επαρκή βαθμό το πολιτικό και οικονομικό της κεφάλαιο -τις πολιτικές της θέσεις και τα οικονομικά της πλεονεκτήματα- και όσο για την ουσία του προβλήματος, δηλαδή την ουσιαστική αντιμετώπιση του χρέους της χώρας μας και για τη δυνατότητά της να εισέλθει σε μια τροχιά προόδου και ανάπτυξης, αυτά αποτελούν δευτερεύοντα θέματα, επαφίενται στην τύχη, ενώ στην περίπτωση δυσμενών εξελίξεων θα αποτελέσουν απλώς τις παράπλευρες απώλειες του επιτευχθέντος συμβιβασμού…

Προσχηματικός πολιτικός λόγος

Πολιτική διά των προσχημάτων… Ένας κενός, προσχηματικός, πολιτικός λόγος επικαλύπτει, νομιμοποιεί και αναπαράγει την πανίσχυρη δομή οικονομικοπολιτικής εξουσίας που δυναστεύει την Ευρώπη: Νεοφιλελευθερισμός – λιτότητα – γερμανική απολυταρχία. Αυτή είναι η υπερδομή που λαμβάνει τις κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις και καθορίζει τη μοίρα και το μέλλον των ευρωπαϊκών λαών.

Ο προσχηματικός πολιτικός λόγος ευδοκιμεί και επικρατεί στο καθεστώς μιας προσχηματικού τύπου Δημοκρατίας, όπου στο πεδίο των πολιτικών θεσμών, των Κοινοβουλίων, των πολιτικών συστημάτων συντελούνται εξελίξεις, αντιπαραθέσεις ή και συγκρούσεις, που έχουν όμως κύριο πυρήνα παραγωγής τους την οικονομικοπολιτική αυτή υπερδομή εξουσίας.

Ο Εμ. Μακρόν, σʼ αυτό το επίπεδο λειτουργίας των θεσμών, υποδύεται τον κεντρώο, υιοθετώντας έναν ρόλο που του υπέδειξε αυτή η υπερδομή προκειμένου να μπορέσει να ανακατασκευάσει ένα καταρρέον, παραδοσιακό κομματικό σκηνικό, χωρίς να θιγεί κατʼ ελάχιστον ούτε η νεοφιλελεύθερη στρατηγική των δημοσιονομικών – αντικοινωνικών πολιτικών, ούτε να αμφισβητηθεί, κατʼ ελάχιστον, η γερμανική κυριαρχία.

Γιʼ αυτό και για του λόγου το αληθές, πριν καλά καλά ορκισθεί ο νέος Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, έσπευσε ευσεβάστως να δώσει όρκους πίστεως και υποταγής στην Άνγκελα Μέρκελ, με την οποία -όπως μας διαβεβαίωσαν και οι δύο- τους συνδέουν κοινά (νεοφιλελεύθερα) οράματα για το μέλλον της Ευρώπης…

Όσον αφορά βεβαίως την ποιότητα και το αριθμητικό εύρος της κοινωνικής και κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης του Εμ. Μακρόν, οι συναλλαγές, οι συμβιβασμοί και αλληλοεκβιασμοί αποκαλύπτουν ποιες δομές συμφερόντων -και μέσω ποιων πρακτικών- έφεραν στην ύπατη εξουσία τον Εμ. Μακρόν. Με κύριο σφάγιο το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα και με απροσχημάτιστη πρόθεση να διαρπαγή ένα τμήμα του ρεπουμπλικανικού κόμματος, ο Εμ. Μακρόν διόρισε ως πρωθυπουργό έναν πολιτικό της Δεξιάς, ο οποίος κατεφέρετο με ιδιαίτερη απαξία πριν από ελάχιστες εβδομάδες κατά του προσώπου του ιδίου του Εμ. Μακρόν… Όμως όλα αυτά αποτελούν περιττές λεπτομέρειες για το καθεστώς της «γκρίζας» Δημοκρατίας…

SPD: Όπισθεν ολοταχώς

Στη Γερμανία στήθηκε επίσης ένα αντίστοιχο σκηνικό… Το SPD, ευρισκόμενο μπροστά στο ενδεχόμενο μιας βαρύτατης -ιστορικά πρωτοφανούς- πολιτικής και εκλογικής ήττας, αποφάσισε (;) να απεγκλωβισθεί από τον θανάσιμο εναγκαλισμό του με το CDU και κυρίως από το «σύστημα» Σόιμπλε.

Το εγχείρημα ανέλαβε να διεκπεραιώσει ο Μάρτιν Σουλτς -ως μη εμπλακείς στο κυβερνητικό πεδίο τα χρόνια αυτά-, ο οποίος επεδίωξε να διατυπώσει έναν διαφορετικό πολιτικό λόγο, με έντονα κοινωνικά χαρακτηριστικά αλλά και με μεταρρυθμιστικές πινελιές όσον αφορά τις ευρωπαϊκές προοπτικές… Στην πρώτη φάση είχε αυτός ο πολιτικός λόγος κοινωνική και εκλογική απήχηση… Ποιο ήταν όμως το ουσιώδες πολιτικό του περιεχόμενο;

Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, μόλις του διαμηνύθηκε από το σύστημα κυριαρχίας ότι θα έπρεπε να ξεχάσει κάθε είδους εναλλακτική διακυβερνητική λύση που θα περιελάμβανε την Αριστερά και τους Πράσινους, ο Μ. Σουλτς ξεφούσκωσε και άμβλυνε τις όποιες διαφοροποιήσεις του από την ασκούμενη τα τελευταία χρόνια γερμανική πολιτική και σε εγχώριο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η στρατηγική πλεύσης του SPD αφορούσε και αφορά πλέον μια νέα κυβέρνηση συνεργασίας με τους Χριστιανοδημοκράτες, οπότε το SPD έπρεπε να επανέλθει στα ήρεμα νερά της πλήρους ενσωμάτωσης και υπακοής στα μείζονα συστημικά συμφέροντα…

Γιʼ αυτό και την ανάλογη καθοδική πορεία ακολούθησαν και ακολουθούν (με εντεινόμενους μάλιστα ρυθμούς) τα ποσοστά του SPD, με τη διαφορά σήμερα να κυμαίνεται στο 12% από το CDU – και έχει ο Θεός μέχρι τον Σεπτέμβριο…

Στη Γερμανία, η υπερδομή κυριαρχίας δεν χρειάζεται αλλαγή σκηνικού. Γιατί μέσω της ασκούμενης (ιδιαίτερα τα τελευταία δέκα χρόνια) πολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας της γερμανικής ελίτ πάνω σε όλη την Ευρώπη το πολιτικό-διακυβερνητικό ηγεμονικό σύστημα τυγχάνει ευρύτερης αποδοχής και νομιμοποίησης… Γιʼ αυτό και η σιδερένια φτέρνα του συστήματος καταπνίγει άμεσα κάθε απόπειρα διαφοροποίησης, ακόμα και προσχηματικής…

Η ελληνική περίπτωση

Στη χώρα μας η έκπτωση και η απαξίωση του πολιτικού λόγου, η απουσία του πολιτικού επιχειρήματος έχει προσλάβει μείζονες διαστάσεις, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία χρόνια. Τα φαινόμενα του πολιτικού τραμπουκισμού, που εμφανίζονται συχνά στο Κοινοβούλιο, η διαστρέβλωση, η ψευδολογία, η χυδαία ακροδεξιά ρητορική, οι βαρείς απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί, ακόμα και οι ύβρεις, με κυρίαρχους παραγωγούς και αναπαραγωγούς ορισμένα συστημικά ΜΜΕ, αποκαλύπτουν και αναπαράγουν την ιστορική κρίση που διέρχεται η πολιτική αλλά και ευρύτερα οι δημοκρατικοί θεσμοί.

Κατεβήκαμε πολλά σκαλιά μέχρις ότου φθάσουμε στο σημερινό επίπεδο… Για να θυμηθούμε τον Κ. Π. Καφάβη «…μεγάλα και υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη… Α, όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω».

Γιατί η αποδόμηση της πολιτικής, η απαξίωση και η περιθωριοποίηση του πολιτικού λόγου συναρτώνται με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, του οικονομιστικού-τεχνοκρατικού τρόπου σκέψης, με την ουδέτερη γλώσσα και τα αποκαθαρμένα από ιδεολογίες και αξιακές δουλείες νοήματα. Η οικονομία αντικατέστησε και χειραγώγησε την πολιτική επιβάλλοντας τον δικό της τρόπο σκέψης, ερμηνείας και νοηματοδότησης του κόσμου.

Αυτή την κρίσιμη, πνευματικού, πολιτισμικού, πολιτικού και φιλοσοφικού τύπου, αλλαγή, που ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, βιώνουμε σήμερα στην κορύφωσή της, στην πλήρη εξαχρείωσή της.

Η οικονομία (το νεοφιλελεύθερο-χρηματοπιστωτικό πρότυπο) αποφασίζει, η πολιτική εκτελεί, η κοινωνία υποτάσσεται. Σʼ αυτό το πυραμιδικό σχήμα κυριαρχίας, το πολιτικό επιχείρημα, η θεωρητική-θεμελιωτική ανάλυση, οι ανθρωπιστικές αξίες, τα δημοκρατικά ιδεώδη γίνονται απλώς ανεκτά (όταν γίνονται) και σε κάθε περίπτωση αποκτούν επουσιώδη και συχνά ενοχλητικό χαρακτήρα.

ΝΔ – ΠΑΣΟΚ: Από την απώλεια του πολιτικού λόγου στην απώλεια της λογικής

Στο εγχώριο πολιτικό σύστημα τα παραδοσιακά κόμματα της διακυβέρνησης, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, όχι μόνο απώλεσαν (μέσα στη διαδρομή των τελευταίων χρόνων) την πολιτικοϊδεολογική τους ταυτότητα αλλά και εκχώρησαν πλήρως τον πολιτικό τους λόγο στο σύστημα της εγχώριας διαπλοκής, στον σκληρό πυρήνα των δανειστών και στα συστημικά ΜΜΕ, που συγκροτούν όχι μόνο τους ιδεολογικούς μηχανισμούς αλλά και συχνά παραγωγούς πολιτικής για τα κόμματα αυτά.

Η πλήρης σχεδόν ταύτιση ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, και σε επίπεδο τακτικής και στο περιεχόμενο του πολιτικού τους λόγου, δεν συνιστά απλώς ένδειξη συναλλαγής και συνεργασίας. Πέραν τούτου, η απουσία πολιτικών επιχειρημάτων και η άρνηση υποβολής θετικών προτάσεων για τα κρίσιμα προβλήματα που διέρχεται η χώρα, εν ονόματι μιας διαρκούς και ασυμβίβαστης ρήξης με την κυβέρνηση, έχει οδηγήσει σε λογικά αδιέξοδα.

Οι αντιφάσεις, οι ανακολουθίες, η ευθεία σύγκρουση με θέσεις και επιχειρήματα που είχαν πριν από λίγο καιρό διατυπωθεί από τις ίδιες τις ηγεσίες των κομμάτων αυτών έχουν οδηγήσει στην αυτοαπαξίωση και συχνά στην αυτογελοιοποίησή τους.

Το πλήρες πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο οδήγησε τα κόμματα αυτά η προσδοκία της «αριστερής παρένθεσης» και το «εν παντί καιρώ και πάση ώρα» αίτημα περί εκλογών διαμορφώνει τώρα το λογικό τους αδιέξοδο και τη συνεχή αυτοακύρωση και αυτοαναίρεση των όποιων πολιτικών τους επι­λογών.

Είναι ένα είδος τιμωρίας από την πλευρά του πολιτικού λόγου, τον οποίο ευτέλισαν, και παράλληλα από την κοινωνία, την οποία αγνοούν και περιφρονούν συστηματικά.

***

Υποσημείωση: Ο «δαίμων του τυπογραφείου» χτύπησε στον τίτλο της στήλης μας στο προηγούμενο φύλλο και έτσι ο τίτλος έγινε «Άκρατο Κέντρο και νεοφιλελεύθερη Ακροδεξιά: Η εγχώρια εκδοχή» αντί για «Ακραίο Κέντρο και νεοφιλελεύθερη Ακροδεξιά: Η εγχώρια εκδοχή».


Σχολιάστε εδώ