Οι ελληνοκινεζικές σχέσεις υπό το φως της πρωθυπουργικής επίσκεψης στο Πεκίνο

Το φαινόμενο ήταν, ασφαλώς, σπάνιο στα χρόνια του Μάο, μέχρι και τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελέσθηκαν το 1989, χρονολογία κατάρρευσης των κομουνιστικών καθεστώτων σε Ευρώπη και Ασία. Σε αντίθεση με τις άλλες πρώην κομουνιστικές χώρες, η Κίνα ακολούθησε διαφορετικό δρόμο. Επέτρεψε μεν την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, διατηρώντας όμως το κομουνιστικό πρότυπο πολιτικής διακυβέρνησης. Πώς όμως συμβιβάζονται αυτές οι δύο διαφορετικές αντιλήψεις και πώς εφαρμόζονται στην πράξη; Μπορεί να διατηρηθεί το σύστημα οικονομικής ισότητας, αλληλεγγύης και κοινωνικής δικαιοσύνης που υπόσχεται ο Μαρξισμός ή έχουν και στη πατρίδα του Κομφούκιου εισχωρήσει οι μεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις με δυνατότητες συγκέντρωσης άκρατου πλούτου από ολίγους και απέραντης ένδειας σε άλλες κοινωνικές τάξεις; Επισήμως, οι ίδιοι οι Κινέζοι αποφεύγουν να χαρακτηρίσουν το σημερινό πολιτικοοικονομικό σύστημά τους. Στον δυτικό κόσμο το προσδιορίζουν ως «κρατικό καπιταλισμό», ένα ιδιόμορφο δηλαδή σύστημα που μόνο ο κινεζικός λαός θα μπορούσε να εφαρμόσει. Αρχές 1970 η Αυστραλία συνήψε διπλωματικές σχέσεις με τη Κίνα, με πρώτο πρέσβη έναν επιφανή ακαδημαϊκό και σινολόγο, τον Στέφαν Φιτζέραλντ. Σε ένα σύγγραμμά του υποστήριζε ότι η Κίνα έχει μεν αναδείξει σπουδαίους φιλοσόφους αλλά οι Κινέζοι είναι βασικά πρακτικός λαός. Αυτό, ίσως, εξηγεί ότι δεν είναι αιθεροβάμονες και κάθε ενέργειά τους, κατά κανόνα, αποφασίζεται έπειτα από σύγκριση των συν και των πλην. Ακριβώς το αντίθετο που φαίνεται να ισχύει για τους περισσότερους εκ των Ελλήνων. Έλληνες και Κινέζοι είναι δύο λαοί που έχουν αναπτύξει σπουδαίους πολιτισμούς που έθεσαν τα θεμέλια για να αναπτυχθεί ο σημερινός παγκόσμιος πολιτισμός. Δεν ήταν τυχαίο ότι η πρόσφατη συνάντηση στην Αθήνα των υπουργών Εξωτερικών οκτώ χωρών με αρχαίους πολιτισμούς (ACF-Ancient Civilizations Forum), συγκηδεμονεύθηκε από τους ΥΠΕΞ των δύο χωρών, τους κ. Νίκο Κοτζιά και Γουάν Γι. Ποιο είναι το επίπεδο των διμερών σχέσεων Ελλάδας και Κίνας σήμερα και τι απέφερε η διήμερη επίσκεψη που πραγματοποίησε την περασμένη εβδομάδα ο έλληνας πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας στο Πεκίνο; Σε καθαρώς πολιτικό επίπεδο οι σχέσεις εξελίσσονται ομαλά, με συχνές επαφές και διαβουλεύσεις σε υψηλό επίπεδο. Αυτό καταμαρτυρείται και από το γεγονός ότι ο έλληνας πρωθυπουργός όπως και ο υπουργός Εξωτερικών επισκέφθηκαν μέσα σε έναν χρόνο δύο φορές την Κίνα, με αντίστοιχες επισκέψεις υψηλών αξιωματούχων και από την άλλη πλευρά. Δεν πρέπει, ωστόσο, να παραβλέπεται ότι η Ελλάδα είναι χώρα-μέλος δύο μεγάλων δυτικών συνασπισμών, της ΕΕ και ΝΑΤΟ, γεγονός που σε αρκετές περιπτώσεις, επηρεάζει τις τοποθετήσεις της σε θέματα εξωτερικής πολιτικής έναντι και του Πεκίνου. Η Κίνα είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) του ΟΗΕ και στο Κυπριακό τάσσεται σταθερά υπέρ της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποφεύγοντας επιμελώς επαφές με το ψευδοκράτος της Β. Κύπρου. Άλλωστε υπάρχουν πολλές ομοιότητες με δικά της προβλήματα σχετικά με την Ταιβάν. Σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ειδικότερα την παραβατική συμπεριφορά της Άγκυρας στο Αιγαίο, το Πεκίνο ακολουθεί, προφανώς λόγω και συμφερόντων στη γειτονική χώρα, πολιτική ίσων αποστάσεων. Η Κίνα, ατυχώς, έχει αναγνωρίσει την ΠΓΔΜ -ή FYROM- με το συνταγματικό της όνομα, δηλώνοντας όμως έτοιμη να αποδεχθεί την οριστική ονομασία όταν αυτή συμφωνηθεί. Η Κίνα, σε αντίθεση με άλλες μεγάλες δυνάμεις, σημερινές ή του παρελθόντος, αποφεύγει εμφανή ανάμειξη στα εσωτερικά άλλων χωρών. Ακόμη και επί μαοϊκής εποχής απέφευγε πολιτικές εξαγωγής ιδεολογίας, ενώ και ιστορικά οι πόλεμοι που διεξήγαγε ήταν, κατά κανόνα, αμυντικοί και όχι κατακτητικοί. Το σημαντικότερο στοιχείο στις σημερινές ελληνοκινεζικές σχέσεις είναι ο τομέας της οικονομικής συνεργασίας. Βασικό σημείο αναφοράς αποτελούν οι συμφωνίες με την COSCO, που χρονολογούνται ήδη από το 2008 (αρκετά πρόσφατα απέκτησε και το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών του ΟΛΠ), η οποία δραστηριοποιείται στον Πειραιά με αξιοποίηση των λιμενικών εγκαταστάσεων. Ανεξαρτήτως των κριτικών που κατά καιρούς ασκούνται εναντίον της συνεργασίας με την COSCO, γεγονός παραμένει ότι το λιμάνι του Πειραιά, σύμφωνα με διεθνείς αξιολογήσεις, καταλαμβάνει ήδη την τρίτη θέση σε διακίνηση πλοίων και εμπορευμάτων, με προοπτικές να καταστεί το πρώτο σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ένα ερώτημα που τίθεται και δεν έχει απαντηθεί από όσους, δικαίως ή αδίκως, επικρίνουν τη συνεργασία με την COSCO είναι αν το μεγάλο λιμάνι θα μπορούσε, χωρίς τις κινεζικές επενδύσεις, να εξελιχθεί σε πρώτο λιμάνι της Ευρώπης, με πρόσθετο όφελος τα έργα υποδομής, τα οποία όταν λήξει η συνεργασία θα αποτελέσουν μόνιμο επενδυτικό κεφάλαιο για τον Πειραιά και τη χώρα. Οι προοπτικές της ελληνοκινεζικής συνεργασίας στον οικονομικό-επενδυτικό τομέα επαυξήθηκαν με την υπογραφή του πλαισίου συνεργασίας σε βασικούς τομείς για τα έτη 2017-2019 προ ημερών, κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα στο Πεκίνο, στα πλαίσια των εκδηλώσεων του (νέου) Οικονομικού Δρόμου του Μεταξιού – «One Belt, Οne Road». Οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε ένα τριετές πλαίσιο συνεργασίας σε βασικούς τομείς που αναμένεται να ενισχύσουν περαιτέρω τη στρατηγική εταιρική σχέση και θα δώσουν μεγαλύτερη ώθηση στη διμερή συνεργασία, επʼ ωφελεία της κοινής ανάπτυξης των δύο χωρών. Το πλαίσιο συνεργασίας αφορά τρεις βασικούς τομείς: Τις μεταφορές, την ενέργεια και τις τηλεπικοινωνίες. Το Πεκίνο δεν επέλεξε τυχαίως την Ελλάδα ως βασικό και στρατηγικό εταίρο στην Ευρώπη. Τα πλεονεκτήματα που προσφέρει ο ελληνικός χώρος σε σύγκριση με τις άλλες μεσογειακές κοινοτικές χώρες είναι εμφανή. Το λιμάνι του Πειραιά είναι το πλησιέστερο μετά τη διώρυγα του Σουέζ, ενώ η Ελλάδα δίδει πρόσβαση για προώθηση των κινεζικών προϊόντων στα Βαλκάνια και στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Η Κίνα χρειάζεται, επίσης, φίλιες χώρες εντός της ΕΕ, η οποία, διά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ελέγχει με σχολαστικότητα -μέχρι αυστηρότητα πολλές φορές- τις κινεζικές οικονομικοεμπορικές δραστηριότητες με τις χώρες-μέλη. Εναπόκειται στις ελληνικές κυβερνήσεις και στις πολιτικές ηγεσίες να καθορίσουν το σωστό πλαίσιο συνεργασίας με το Πεκίνο, που να είναι αμοιβαίως επωφελές. Η Ελλάδα έχει μια μακραίωνη ιστορική συνεργασία και επαφές με τον κινεζικό λαό, ιδιαίτερα κατά τα βυζαντινά χρόνια. Ο (νέος) Δρόμος του Μεταξιού – «One Belt, One Road» μπορεί να ξαναποκτήσει την παλιά του αίγλη, που θα ενώνει, μέσω της Ελλάδας, την Ανατολή με τη Δύση.


Σχολιάστε εδώ