Άκρατο Κέντρο και νεοφιλελεύθερη Ακροδεξιά: Η εγχώρια εκδοχή

Στη θέση της αντίθεσης αυτής αναδύονται αφενός μια εθνικιστική – ρατσιστική Ακροδεξιά και αφετέρου ένας ρευστοποιημένος, τόσο σε κοινωνικοοικονομικό όσο και σε ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο, χώρος, που αυτοπροσδιορίζεται ως σύγχρονο Κέντρο.

Πρόκειται, άραγε, για ριζικούς, ιστορικού χαρακτήρα μετασχηματισμούς των κομματικών συστημάτων, για μετατοπίσεις στο επίπεδο του ιδεολογικού και πολιτικού περιεχομένου των παραδοσιακών κομμάτων, που αντικατοπτρίζουν και εκφράζουν αυθεντικά τις σαρωτικές κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που συντελέσθηκαν τα τελευταία 25 χρόνια; Ή μήπως οι νέες βαθύτερες ταξικές και κοινωνικές αντιθέσεις, που προκύπτουν από την κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου προτύπου και της χρηματοπιστωτικής δομής (μετά και την εξασθένηση της ευθείας – αντιπροσωπευτικής σχέσης μεταξύ κοινωνικών συμφερόντων με τους κομματικούς φορείς) «διοχετεύονται» και «καναλιζάρονται», στρεβλωμένες, σε νέα πολιτικοϊδεολογικά σχήματα και «ιδέες» προκειμένου να καταστούν ακίνδυνες για τη λειτουργία και την αναπαραγωγή του συστήματος;

Νεοφιλελεύθερη Σοσιαλδημοκρατία

Σημαντική ιστορική ευθύνη τόσο για την ανάδυση, ανάπτυξη όσο και τη νομιμοποίηση της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη την έχει μεν σε οικονομικοκοινωνικό επίπεδο η άκρατη και απόλυτη υιοθέτηση του νεοφιλελεύθερου προτύπου (εξειδικευμένου στις αρχές της λιτότητας), σε πολιτικό όμως επίπεδο το βάρος έπεσε στη Σοσιαλδημοκρατία, που αποτελεί αφενός μεν το όχημα προώθησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, αφετέρου όμως -και κατά κύριο λόγο- τον φορέα πολιτικοϊδεολογικής νομιμοποίησης των πολιτικών αυτών.

Όλες αυτές τις σημαντικές εξελίξεις και μεταλλαγές που συγκλονίζουν σήμερα την Ευρώπη τις ζήσαμε με τη δική μας μικροκλίμακα στην Ελλάδα. Εάν θελήσουμε να χωρίσουμε σε τρεις περιόδους τις εξελίξεις αυτές, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη δεκαετία του 1990 ως την ιστορική αφετηρία για την εδραίωση του νεοφιλελεύθερου προτύπου, τη δεκαετία του 2000 μέχρι την κρίση του 2008 ως την περίοδο της απόλυτης κυριαρχίας του και το διάστημα από το 2008 μέχρι σήμερα ως την περίοδο της αναδίπλωσης και αναδιάρθρωσης για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κοινωνικής αντίδρασης αλλά και της διευρυμένης οικονομικής κρίσης.

Γιατί η Σοσιαλδημοκρατία εκλήθη να διαδραματίσει αυτόν τον πρωτεύοντα, τον ιδιαίτερα κρίσιμο ιστορικό ρόλο; Διότι η παραδοσιακή συντηρητική-φιλελεύθερη παράταξη, προωθώντας το συνάδον στην πολιτικοϊδεολογική της ταυτότητα νεοφιλελεύθερο πρότυπο, μπορούσε να δημιουργήσει κλίμα σύγκρουσης και αντιπαραθέσεων με την κοινωνία και τους φορείς της. Η Σοσιαλδημοκρατία, αντίθετα, μπορούσε να ενσωματώσει σταδιακά τις κοινωνικές – ταξικές πλειοψηφίες που εκπροσωπούσε στη νέα οικονομική στρατηγική, υποσχόμενη να περιορίσει τις απώλειες των κοινωνικών και οικονομικών τους δικαιωμάτων.

Βασική παράμετρος της στρατηγικής αυτής αποτέλεσε το γεγονός ότι η Σοσιαλδημοκρατία είχε τον κύριο ή και τον απόλυτο έλεγχο των συνδικάτων αλλά και αυτοδιοικητικών δομών. Το κύριο έργο της Σοσιαλδημοκρατίας δεν ήταν μόνο η εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου προτύπου αλλά, κυρίως, η νομιμοποίηση και ιδεολογικοποίηση των κανόνων, αρχών και αξιών που εκπροσωπούσε το νεοφιλελεύθερο κοσμοείδωλο: Ανταγωνιστικότητα, παραγωγικότητα, ατομικισμός, καταναλωτισμός, απομάκρυνση του κρατικού παρεμβατισμού από τις οικονομικές δραστηριότητες, ιδιωτικότητα έναντι της κοινωνικότητας και της πολιτικότητας…

Η Σοσιαλδημοκρατία επετέλεσε με απόλυτη σχεδόν επιτυχία τον ιστορικό ρόλο που ανέλαβε, με βαρύτατο όμως για την ίδια κοινωνικό και πολιτικοϊδεολογικό κόστος. Γιατί, παράλληλα με την ενσωμάτωση ενός τμήματος της κοινωνικής – εκλογικής της βάσης, έγινε και η ίδια βορά του νεοφιλελεύθερου προτύπου, πολιτικό σφάγιο στον βωμό της χρηματοπιστωτικής εξουσίας.

Σήμερα, τα ερείπια της Σοσιαλδημοκρατίας βρίσκονται κατεσπαρμένα σε μια σειρά χωρών της Ευρώπης. Πολλά από αυτά εξακολουθούν να αποτελούν βακτηρίες του συστήματος, ενώ κάποιοι από τους κληρονόμους της παραδοσιακής Σοσιαλδημοκρατίας επιχειρούν, με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία, να απεγκλωβισθούν από τον θανάσιμο εναγκαλισμό τους με το συστημικό πρότυπο και να διαμορφώσουν τις αρχές μιας νέας οικονομικοκοινωνικής στρατηγικής.

Ακροδεξιά: Παράγωγο του νεοφιλελευθερισμού

Ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός, η ενσωμάτωση της Σοσιαλδημοκρατίας και η γερμανική, απολυταρχικού τύπου κυριαρχία καλλιέργησαν και γιγάντωσαν -σε ορισμένες περιπτώσεις- την ανάπτυξη της εθνικιστικής – ρατσιστικής Ακροδεξιάς σε μια σειρά από χώρες της Ευρώπης.

Η Ακροδεξιά αποτελεί για τους φορείς διακυβέρνησης του συστήματος ένα είδος δεξαμενής συσσώρευσης των κοινωνικών αντιθέσεων, ένα αποθετήριο, στο οποίο καταφεύγουν τα κοινωνικά στρώματα, οι πολίτες που φτωχοποιούνται και περιθωριοποιούνται (οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά) από το νεοφιλελεύθερο – χρηματοπιστωτικό πρότυπο. Η Ακροδεξιά αποτελεί πολιτικοϊδεολογικό άλλοθι των συστημικών δυνάμεων και συμφερόντων και χρησιμοποιείται -ιδίως κατά τις εκλογικές αναμετρήσεις- ως φόβητρο, προκειμένου να μαντρωθούν οι ψηφοφόροι στο συστημικό, κομματικό ποιμνιοστάσιο. Το ακροδεξιό καταφύγιο παρέχει και ένα άλλο σημαντικό όφελος στο σύστημα: Ακυρώνει στην ουσία την ταξική γνησιότητα των ψήφων των εργαζομένων, οδηγώντας τους σε ένα πλήρες αδιέξοδο.

Η παρουσία του Ζ. Λ. Μελανσόν στη Γαλλία κατέδειξε ότι αυτή ακριβώς η ταξική – κοινωνική ψήφος μπορεί να απεγκλωβισθεί και να αποκτήσει γνήσια νοηματοδότηση, όταν διατυπώνεται, έστω και ατελώς, μια πρόταση που έρχεται πράγματι σε ρήξη με τις κυρίαρχες δομές του συστήματος και δεν αποτελεί την πολιτική του εφεδρεία, όπως συμβαίνει με την Ακροδεξιά.

Το κατασκεύασμα του Κέντρου

Το φόβητρο όμως της Ακροδεξιάς δεν κρίνεται επαρκές, όταν οι παραδοσιακοί φορείς της διακυβέρνησης καταρρέουν… Γιʼ αυτό και μέσα από το κενό που προκύπτει κατασκευάζεται, ψιμυθιώνεται και διαφημίζεται ως η νέα τεχνοκρατική – απολιτική φόρμα, που υπέρκειται των παραδοσιακών διαχωριστικών γραμμών Δεξιάς – Αριστεράς. Είναι το μεταμοντέρνο, μεταρρυθμιστικό Κέντρο, ανοικτός υποδοχέας των απογοητευμένων από τους κλασικούς – παραδοσιακούς κομματικούς σχηματισμούς, από τις ιδεολογίες και τις δεσμεύσεις.

Πρόκειται κατʼ ουσίαν για μια νεοφιλελεύθερης κοπής εναλλακτική φόρμα, που επιτελεί συμπληρωματικό ρόλο προς την Ακροδεξιά, όσον αφορά το ταξικό – κοινωνικό της περιεχόμενο.

Το ακραίο, νεοφιλελεύθερο Κέντρο αγνοεί και αποδομεί την ταξικότητα της ψήφου, τη σύγκρουση των κοινωνικών συμφερόντων, ενώ το ακροδεξιό καταφύγιο ενσωματώνει και ακυρώνει στην πράξη την ταξικότητα αυτή. Πρόκειται για δύο μεθοδευμένες επιλογές, που ενώ εμφανίζονται στην πολιτική και κομματική βιτρίνα ως αντίπαλες, στην πράξη δρουν παράπλευρα και συμπληρωματικά…

Τα εγχώρια κατασκευάσματα

Στη χώρα μας σήμερα παρατηρούμε τα ομοιώματα, τις πλέον απαξιωμένες εκδοχές των φαινομένων αυτών.

Αν και κακέκτυπο της παραδοσιακής ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, ο σημιτικός εκσυγχρονισμός επετέλεσε με πλήρη επιτυχία τον ιστορικό του ρόλο ως όχημα στην προώθηση του νεοφιλελεύθερου εγχειρήματος, ενσωματωθείς και αυτός στο νεοφιλελεύθερο – συστημικό κοσμοείδωλο… Το σημερινό εκφυλιστικό του υπόλειμμα έφθασε να αποτελεί αποτρεπτικό παράδειγμα για τα σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ενώ η αναφορά περί «πασοκοποίησης» επιστρατεύεται ως φόβητρο για μια ενδεχομένως δυσμενή τους προοπτική, όπως συνέβη στη Γαλλία.

Το ακραίο, νεοφιλελεύθερο Κέντρο βρίσκεται διάσπαρτο στο Ποτάμι, σε ένα τμήμα του ΠΑΣΟΚ και σε πρόσωπα -από αυτό- που υπηρέτησαν πιστά τα Μνημόνια, ασπάσθηκαν το νεοφιλελεύθερο κοσμοείδωλο και σήμερα περιφέρονται ως δορυφόροι και ικέτες προς προσχώρηση στο νεοφιλελεύθερο – ακροδεξιό στρατόπεδο.

Εάν η Χρυσή Αυγή συναθροίζει όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, και μάλιστα σε εκθετικό βαθμό, η ΝΔ κατόρθωσε να μετατραπεί η ίδια σε ένα ακροδεξιό μόρφωμα, συνδυάζοντας το ακροδεξιό πολιτικοϊδεολογικό της στίγμα με το αντικοινωνικό και αντιανθρωπιστικό περιεχόμενο του νεοφιλελεύθερου κοσμοειδώλου, του οποίου εμφανίζεται ως εγχώριος πολιτικός εκπρόσωπος και παράλληλα ως ντίλερ των πλέον ακραίων εγχώριων και ξένων συμφερόντων.

Γιʼ αυτό και στη χώρα μας η νεοφιλελεύθερη – ακροδεξιά ΝΔ και το (άτυπο) άκρατο νεοφιλελεύθερο Κέντρο διαμορφώνουν τόσο στενούς δεσμούς και ταυτίζονται απόλυτα όχι τόσο στην αντιπαράθεση προς την κυβέρνηση όσο στην ουσία των συμφερόντων που πράγματι εκπροσωπούν.


Σχολιάστε εδώ